«Ξεκίνησα να κάνω παραστάσεις στο δρόμο το 2006. Σε ένα σεμινάριο θεάτρου γνώρισα μία κοπέλα από την Αργεντινή που έκανε παραστάσεις δρόμου και ξεκίνησα μαζί της και αργότερα μόνη μου. Η επαφή με αυτόν τον κόσμο ήταν μία αποκάλυψη για μένα. Πάντα είχα, και έχω, απέραντο θαυμασμό και δέος για τους καλλιτέχνες του δρόμου, κλόουν, ζογκλέρ, ακροβάτες. Μου φαινόταν τόσο μαγικό και συναρπαστικό όλο αυτό, δεν είχα σκεφτεί ποτέ ότι θα μπορούσα εγώ να κάνω κάτι τέτοιο. Στο δρόμο αισθάνθηκα κατευθείαν εντελώς άνετα, σα να το έκανα αυτό από πάντα. Κατάλαβα, λοιπόν, ότι "κάτι" ζωτικό υπάρχει εκεί για μένα και το ακολούθησα».
«Αυτό που μου άρεσε εξαρχής στο δρόμο είναι η αμεσότητα και η διαρκής εναλλαγή. Ο δρόμος, ή καλύτερα ο δημόσιος χώρος, έχει μία ελευθερία, δεν απαιτεί μία συγκεκριμένη ετικέτα είτε από τον καλλιτέχνη είτε από το θεατή ή ακροατή. Αν έχεις να πεις κάτι, βγαίνεις και το λες. Δε σε υποχρεώνει να στηθείς με ένα συγκεκριμένο τρόπο, να ακολουθήσεις συγκεκριμένους κανόνες και να κινηθείς σε προκαθορισμένο πλαίσιο, αντίθετα ενθαρρύνει τον αυθορμητισμό, το παιχνίδι και, αν εσύ το επιδιώξεις, σε πάει κατευθείαν στην ουσία. Όποιος νομίζει ότι αυτό που λες τον αγγίζει, στέκεται και συνδιαλέγεται μαζί σου, για όση ώρα θέλει, στο βαθμό που θέλει. Και την αμοιβή που θα σου δώσει, αν θελήσει να σου δώσει, την κρίνει ο ίδιος. Το προτιμώ ειλικρινά έτσι, με ξεκλειδώνει ερμηνευτικά και δημιουργικά».
Τι ακριβώς είναι οι παραστάσεις που κάνεις; «Κάθε παράσταση αναπτύσσεται γύρω από έναν κεντρικό χαρακτήρα που επεξεργάζομαι ως προς την κίνηση, τον ήχο και την εικόνα -κοστούμια και μακιγιάζ. Καθένας από τους χαρακτήρες μου λειτουργεί, ουσιαστικά, ως ζωντανή ηχητική και εικαστική εγκατάσταση- παρέμβαση στον περιβάλλοντα χώρο. Οι μορφές αυτές, ως ζωντανά όνειρα ή ως πραγματικές οπτασίες, εισβάλλουν στη σύγχρονη πραγματικότητα και προσκαλούν τους ανθρώπους, ανεξαρτήτως ηλικίας, να συν-ταξιδέψουν σε μια άλλη διάσταση, να συν-δημιουργήσουν το όνειρο και το παραμύθι, εδώ και τώρα, σε "πραγματικό χρόνο" και μέσα στον ίδιο "πραγματικό" χώρο όπου κινούμαστε όλοι στην καθημερινότητά μας».
«Πηγές έμπνευσής μου είναι οι μύθοι και τα λαϊκά παραμύθια -νύμφες, νεράιδες, ξωτικά- οι λαϊκές δοξασίες και τα αρχέγονα έθιμα και τελετουργίες και η φύση (δέντρα, νερό, φως, χιόνι). Στις παραστάσεις μου ενσωματώνω στοιχεία από διάφορες τέχνες και τεχνικές του δρόμου, όπως το Θέατρο Δρόμου ή το Θέατρο Εικόνας (Image theatre) ή το Ζωντανό Άγαλμα (living statue), αλλά και από την Performance Art. Αντλώ στοιχεία επίσης από τη ζωγραφική, την αγιογραφία και γενικά τις εικαστικές τέχνες, όπως επίσης από διάφορες μουσικές και ήχους του κόσμου (μεσαιωνική και παραδοσιακή μουσική κ.ά)».
Λεφτά βγαίνουν από το δρόμο; Το μεγαλύτερο χαρτζιλίκι από το καπέλο; «Το πόσα χρήματα θα βγουν από το "καπέλο" εξαρτάται από πολλούς παράγοντες: από το σημείο που θα διαλέξει να σταθεί κανείς, από τη φύση του θεάματος, από την εποχή του χρόνου και από τον τόπο που λαμβάνει χώρα η παράσταση. Το καλοκαίρι, για παράδειγμα, σε ένα νησί όπου όλοι είναι χαλαροί και ήρεμοι, σίγουρα είναι πιο δεκτικοί στο να σταθούν να δουν ή να ακούσουν μία παράσταση. Στις πόλεις, ειδικά τους χειμωνιάτικους μήνες, είναι κάπως πιο δύσκολα τα πράγματα, ο κόσμος συχνά είναι νευρικός και αγχωμένος, πρέπει να περιμένει κανείς τις κατάλληλες μέρες και ώρες για να έχει μεγαλύτερη ανταπόκριση τελευταία χρόνια, ούτως ή άλλως, τα πράγματα έχουν δυσκολέψει πάρα πολύ.
...Ο κόσμος δεν έχει χρήματα, κυρίως όμως δεν έχει τη διάθεση να σταθεί να παρακολουθήσει, να μπει στη διαδικασία να επικοινωνήσει. Γυρνούν το κεφάλι από την άλλη μεριά ή ρίχνουν μια βιαστική, αγριεμένη και αγριευτική, για τον καλλιτέχνη, ματιά -είναι τόσο χωμένοι στη νοοτροπία "δώσαμε, δώσαμε", που δε στέκονται καν να δουν για τι πράγμα πρόκειται».
«Οι γονείς μου έχουν και οι δύο ανώτατη μόρφωση και ποικίλα ταλέντα και ενδιαφέροντα, διαθέτουν επομένως τα όπλα και το απαραίτητο... χιούμορ για να αντιμετωπίσουν τις όποιες επιλογές μου, παρόλο που μπορεί να μην είναι πάντα αυτές που θα περίμεναν. Και εκείνοι και ο αδερφός μου παρακολουθούν από κοντά όσα κάνω και ενδιαφέρονται να κατανοήσουν τις ιδιαίτερες συνθήκες υπό τις οποίες λειτουργώ ως καλλιτέχνις καταρχήν και, ειδικότερα, ως καλλιτέχνις δρόμου».
«Το βασικότερο γνώρισμα των παραστάσεών μου, αυτό που με ενδιαφέρει ιδιαίτερα ως καλλιτέχνη, είναι η διάδραση με το κοινό και με τον περιβάλλοντα χώρο. Οι λέξεις "κοινό" ή "ακροατήριο" δε μου αρέσουν. Αντιμετωπίζω εξαρχής τους γύρω ως συνδημιουργούς και επιδιώκω την ενεργή συμμετοχή τους σε αυτό που γίνεται. Επιδιώκω, μέσα από τη διάσταση του παραμυθιού και του ονείρου, να βγάλω τους ανθρώπους από την παθητικότητα και την ευκολία του θεατή ή του ακροατή, προσπαθώ να τους ενεργοποιήσω, να τους μετατρέψω σεσυνειδητούς "συν-τελεστές"».
«Όλοι οι δρόμοι, όλα τα σημεία στο δημόσιο χώρο παρουσιάζουν ενδιαφέρον και αποτελούν πρόκληση! Προσωπικά, δίνω μεγάλη σημασία στην αισθητική και στον αρχιτεκτονικό χαρακτήρα ενός τόπου. Ορισμένοι χώροι με εμπνέουν, με ταξιδεύουν όταν κινούμαι μέσα τους, όπως τα μικρά χωριουδάκια των Κυκλάδων, τα πέτρινα χωριά της Ηπείρου, τα μαγικά κάστρα της Ιταλικής επαρχίας. Το ίδιο και κάποια φυσικά τοπία -ένα ποτάμι, ένα χρυσαφένιο χωράφι, ένας βράχος πάνω στη θάλασσα. Μία από τις πιο μαγευτικές παραστάσεις που έχω κάνει ήταν στην Άνω Πόλη της Σύρου, το 2007, με Πανσέληνο. Θα ήθελα κάποτε να μπορέσω να κάνω μια παράσταση σε ένα από τα ανεμοδαρμένα αλώνια της Τήνου ή σε ένα μεσαιωνικό χωριό της Χίου».
«Μία σύγχρονη πόλη, από την άλλη, ειδικά μία πόλη σαν την Αθήνα, αποτελεί μία διαφορετική πρόκληση. Εκεί, πρέπει να καταφέρει κανείς να λειτουργήσει σε αντίστιξη με την περιρρέουσα αισθητική και τη δομή της πόλης που δεν είναι ιδιαίτερα φιλική προς τις παραστάσεις σαν τη δική μου. Όταν κανείς καταφέρει να δαμάσει αυτήν την "αντίθετη" ενέργεια, τα αποτελέσματα είναι εντυπωσιακά και είναι πολύ έντονη εμπειρία».
«Περιστατικά έχουν συμβεί διάφορα στο δρόμο, θα διαλέξω να αναφέρω δύο. Το πρώτο, ίσως από τις συγκινητικότερες στιγμές που έχω ζήσει ως καλλιτέχνης δρόμου. Certaldo, Τοσκάνη, Ιταλία, Ιούλιος 2011. Τέλος της μέρας, ο κόσμος έχει αρχίσει να αραιώνει και τα πόδια μου σχεδόν δε με κρατούν πια. Από το πουθενά, εμφανίζεται ένα μικροσκοπικό κατάξανθο κοριτσάκι. Στέκεται με δέος μπροστά μου με μάτια που λάμπουν. Προσπαθεί να καταλάβει τι πράγμα είμαι, με το άσπρο και χρυσό μου φόρεμα και τα χρυσά καμπανάκια γύρω μου. Ανοίγω τη χρυσή σφαίρα και, για νιοστή φορά εκείνη τη μέρα, φυσώ μαλακά προς το μέρος της "χιόνι". Αντιδρά με έκπληξη, δεν καταλαβαίνει τι είναι αυτό που την έχει αγγίξει και από που ήρθε. Της ρίχνω "χιόνι" ξανά και ξανά. Κάποια στιγμή κάνει τη σύνδεση και απλώνει τα χέρια προς το μέρος μου, περιμένοντας το νέο κύμα μαγικής σκόνης. Οι γύρω, μεταξύ των οποίων ο πολύ νέος μπαμπάς της με μπαστούνια ξυλοπόδαρου περασμένα λοξά στην πλάτη, στέκονται και παρακολουθούν τη σκηνή με χαμόγελο. Ένας από αυτούς, φωτογράφος, απαθανάτισε τη σκηνή στη φωτογραφία που βλέπετε».
«Δεύτερη σκηνή, καλοκαίρι 2007, Νάξος, κεντρική πλατεία. Μετά από μία γεμάτη βραδιά, αποφασίζω να σταματήσω καθώς η ώρα έχει προχωρήσει. Στο καφενείο στο βάθος απέναντι κάθεται μία παρέα μεσήλικων ανδρών. Τη στιγμή που αρχίζω να ξεβάφομαι, ένας από αυτούς σηκώνεται, διασχίζει την πλατεία και με πλησιάζει. Αισθάνομαι ένα ελαφρό σφίξιμο -είμαι τελείως μόνη μου στην πλατεία εκείνη τη στιγμή - αλλά συνεχίζω ψύχραιμη τη δουλειά μου. Ο άντρας στέκεται μπροστά μου και, με άγαρμπες κινήσεις, κρατώντας το τσιγάρο στο ένα χέρι, βγάζει με το άλλο από την κωλότσεπη ένα πορτοφόλι, το ανοίγει και βγάζει ένα εικοσάευρω. "Ρε κοπελιά", μου λέει με χαρακτηριστικό "πολλά βαρύ" τρόπο ομιλίας, "τα παιδιά -οι φίλοι του- κι εγώ σε παρακολουθούμε από την ώρα που άρχισες, πάνω από δύο ώρες τώρα. Μπράβο, ρε κοπελιά!". Πετά το εικοσάευρω μέσα στο καπέλο, και πριν σχεδόν προλάβω να τον ευχαριστήσω, κάνει μεταβολή και φεύγει. Μένω να τον κοιτάζω έκπληκτη. Ποτέ δεν ξέρεις τελικά πώς θα αγγίξει τους άλλους αυτό που κάνεις. Ποτέ δεν μπορείς να ξέρεις εκ των προτέρων ποιος είναι ο άλλος και ποιες είναι στ' αλήθεια οι προθέσεις του».
Ολοκληρώνεις το διδακτορικό σου για τους καλλιτέχνες του δρόμου στο Βυζάντιο. Πες μας κάτι που σου έκανε εντύπωση για την εποχή; «Το Βυζάντιο υπήρξε ένα κρατικό και πολιτισμικό μόρφωμα που είχε εξαιρετικά μακρόχρονη ιστορική πορεία -πάνω από μία χιλιετία- και άσκησε, και εξακολουθεί να ως ένα βαθμό να ασκεί, βαθύτατη επίδραση σε μία πολύ μεγάλη περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Μεσογείου και για το οποίο, παραδόξως, οι περισσότεροι δε γνωρίζουμε τίποτα ή σχεδόν τίποτα. Το Βυζάντιο δεν ήταν η απόμακρη αυτοκρατορία βουτηγμένη στο χρυσάφι και τις μηχανορραφίες, όπως ίσως νομίζουμε οι περισσότεροι. Υπήρξε ένας κόσμος εξαιρετικά πολυδιάστατος, ένα χωνευτήρι λαών και πολιτισμών, πολύ πιο πολύπλοκο και συναρπαστικό από ό,τι ίσως φανταζόμαστε -αλλά και πολύ πιο κοντά σε μας απ' ό,τι νομίζουμε.
Πολλά, πάρα πολλά στοιχεία της σύγχρονης ελληνικής ιδιοσυγκρασίας -και όχι μόνο αρνητικά, σπεύδω να τονίσω- έχουν τις ρίζες τους στη βυζαντινή περίοδο. Η ζωή και οι ρυθμοί σε ένα χωριό της σύγχρονης Ελλάδας, με τις παραδόσεις και τα έθιμά του, δεν είναι πολύ μακριά από τη ζωή στο ύστερο Βυζάντιο. Και τότε, όπως και τώρα, ο κόσμος, ειδικά της υπαίθρου, εργαζόταν σκληρά και, με κάθε καλή αφορμή, ένα γάμο, ένα πανηγύρι ενός αγίου, αγαπούσε να το ρίχνει έξω στήνοντας γλέντια, με χορούς και μουσική και κάθε είδους θεάματα και διασκεδάσεις. Του δίναν και καταλάβαινε, δηλαδή, όπως και εμείς σήμερα, παρά τις δύσκολες συνθήκες».
Η Αερηχώ τι είναι ακριβώς; «Ύστερα από κάποια χρόνια ενασχόλησης με τις παραστάσεις δρόμου ένιωσα την ανάγκη να καθορίσω πιο συγκεκριμένα το στίγμα της καλλιτεχνικής μου αναζήτησης. Έτσι γεννήθηκε η Αερηχώ (από τις λέξεις "αέρας" και "ηχώ"), μία πλατφόρμα μέσω της οποίας επιδιώκω τη συνεργασία με καλλιτέχνες από όλους τους τομείς με στόχο τη δημιουργία διαδραστικών παραστάσεων σε συνάρτηση με το φυσικό ή το αστικό περιβάλλον (site-specific).Μέσα από τις δραστηριότητές της η Αερηχώ επιθυμεί να συμβάλει ευρύτερα στην έρευνα, τη συζήτηση και τον προβληματισμό γύρω από τη σχέση του ανθρώπου με το χρόνο και το χώρο, ιδιαίτερα το δημόσιο χώρο».
«Ήδη, τα πρώτα βήματα της Αερηχώς έτυχαν πολύ ενθαρρυντικής ανταπόκρισης. Η δουλειά μας επελέγη και παρουσιάστηκε το καλοκαίρι του 2011 σε ένα από τα παλαιότερα και γνωστότερα φεστιβάλ Τεχνών του Δρόμου της Ιταλίας, στο φεστιβάλ Mercantia, στο Certaldo της Τοσκάνης. Τον περασμένο Σεπτέμβριο (2012), εξάλλου, στο πλαίσιο της συμμετοχής της στο 4ο Διεθνές Φεστιβάλ Θεάτρου Δρόμου της Αθήνας, η Αερηχώ τιμήθηκε με ένα από τα βραβεία του Φεστιβάλ, μία επίσημη πρόσκληση για το Φεστιβάλ Θεάτρου Δρόμου και Κουκλοθεάτρου "Puppetfair", στη Σόφια της Βουλγαρίας το 2014. Μέσα στο 2013, εξάλλου, η Αερηχώ θα παρουσιάσει καλώς εχόντων των πραγμάτων δείγματα από τη νέα της δουλειά, μία διαδραστική παράσταση-δρώμενο βασισμένη σε λαϊκά έθιμα και παραδόσεις των Βαλκανίων, στο πλαίσιο της οποίας θα εντάσσει δημιουργικά και θα αξιοποιεί μουσική τεχνολογία αιχμής».
Είσαι άνεργη την περίοδο αυτή αν και έχεις κάνει ανώτατες σπουδές... Σκέφτεσαι να φύγεις έξω; Είναι λύση το εξωτερικό; «Αυτήν την περίοδο ολοκληρώνω τη διδακτορική μου διατριβή και προσπαθώ επίσης να ολοκληρώσω έναν ακόμη κύκλο μουσικών σπουδών. Είναι μία περίοδος εσωτερικής διεργασίας και ανακατατάξεων, καθώς βρίσκομαι σε φάση αναζήτησης για το επόμενο βήμα, καλλιτεχνικά και επιστημονικά. Στη χώρα μου καταρχήν και κατόπιν όπου αλλού βρω κάτι κοντά σε αυτό που θέλω να κάνω, με αξιοπρεπή χρήματα. Σε ό,τι αφορά γενικά το εξωτερικό και το αν είναι η λύση... κάθε ατομική περίπτωση είναι διαφορετική. Αυτή η μαζική υστερία με το εξωτερικό που ξαφνικά ενέσκηψε, ενώ πριν υπήρχε η ακριβώς αντίθετη τάση -"που να τρέχω, εδώ είναι καλύτερα, κλπ."- με προβληματίζει αρκετά. Έχοντας ήδη ζήσει κάποια χρόνια έξω, είμαι περίεργη να δω τι ποσοστό αυτών που φεύγουν τώρα θα παραμείνουν τελικά έξω. Το εξωτερικό δεν είναι κάποια αφηρημένη γη της επαγγελίας. Είναι μία πληθώρα άλλων χωρών, με τα ιδιαίτερα τους χαρακτηριστικά η καθεμία. Αν κάποιος αποφασίσει να πάει να εργαστεί σε μία άλλη χώρα, πρέπει να το κάνει για τους σωστούς λόγους και πρέπει να το πράξει συνειδητά, έχοντας κατά νου ότι θα πρέπει να προσαρμοστεί και να ζήσει σε διαφορετικές συνθήκες από ό,τι αυτές που είχε συνηθίσει. Αν συντρέχουν όλα τα παραπάνω, τότε πρέπει να προσπαθήσει. Μόνο τότε, όμως».
Τι πιστεύεις ότι πιστεύει ο κόσμος για τους καλλιτέχνες του δρόμου; «Δεν πιστεύω, το ξέρω! Τώρα, μάλιστα, έχω και... ιστορικά στοιχεία πάνω στο ζήτημα! Όλα αυτά τα χρόνια που ασχολούμαι με τις παραστάσεις στο δημόσιο χώρο έχω κατά καιρούς ακούσει διάφορα σχόλια και έχω αντιμετωπίσει αντιδράσεις που με προβλημάτισαν. Η μελέτη για τη διατριβή μου, μου έδωσε πολλές απαντήσεις πάνω σε απορίες που μου γεννήθηκαν για τη θέση των τεχνών και των καλλιτεχνών του δρόμου στην Ελλάδα. Γιατί, για παράδειγμα, οι τέχνες του δρόμου είναι σχεδόν άγνωστες εδώ, ενώ ανθούν σε άλλες χώρες της Ευρώπης; Γιατί στην Ελλάδα αντιμετωπίζονται οι καλλιτέχνες δρόμου περίπου ως ζητιάνοι, ενώ, π.χ., στη γειτονική Ιταλία χαίρουν απόλυτης εκτίμησης και σεβασμού; Στη σύγχρονη Ελλάδα παρατηρείται η εξής ενδιαφέρουσα αντίφαση: οι άνθρωποι είναι, στην πλειοψηφία τους, από διστακτικοί ως φιλικοί απέναντι στα θεάματα δρόμου. Αν και απαίδευτοι σε αυτό το είδος τέχνης, πολύ συχνά ενδιαφέρονται ειλικρινά να καταλάβουν αυτό που κάνεις. Ως καλλιτέχνη, όμως, δεν ξέρουν πώς να σε αντιμετωπίσουν ακριβώς.
Σίγουρα, πάντως, οι περισσότεροι δε θεωρούν έναν καλλιτέχνη δρόμου εφάμιλλο με κάποιον που παίζει σε ένα συμβατικό κλειστό χώρο ή υπηρετεί ένα συμβατικό είδος θεάματος, και αρκετοί είναι εκείνοι που δεν τον θεωρούν σοβαρό καλλιτέχνη ή, κατ' επέκταση, σοβαρό άνθρωπο.
Ποικίλοι παράγοντες ιστορικοί, γεω-πολιτισμικοί, θρησκευτικοί και οικονομικοί συντέλεσαν στην παγίωση αυτής της άποψης. Αν και με αργούς ρυθμούς, ελπίζω πως τα πράγματα αλλάζουν όσο η χώρα βγαίνει από την πολιτισμική απομόνωσή της και όσο περισσότερο αναπτύσσεται η εγχώρια δυναμική στις τέχνες του δρόμου. Πλέον, με αυτό το είδος τέχνης ασχολούνται στην Ελλάδα περισσότεροι και ο κόσμος έρχεται σε ολοένα και μεγαλύτερη επαφή με παραστάσεις δρόμου που είναι άρτιες επαγγελματικά και έχουν υψηλό καλλιτεχνικό επίπεδο, πράγμα που συμβάλλει στο να αρχίσει να αντιμετωπίζει τους καλλιτέχνες με μεγαλύτερη εκτίμηση, όπως τους αρμόζει».
Φωτογραφίες: Νίκος Παλαιολόγος, Bart Chindemi, Δήμητρα Θεοδωρίδου, Ιάσονας Τριάντης, Φρόσω Στούρνα-Τριάντη.
σχόλια