Καπάκια, μπουκαλάκια, αμπούλες... Ό,τι υλικό κι αν πέσει στα χέρια της, η Μαίρη Μουλαλή το αξιοποιεί, για να δημιουργήσει ολόκληρους κόσμους με τις μινιατούρες της.
Η 55χρονη καλλιτέχνιδα από τη Θεσσαλονίκη τα τελευταία 20 χρόνια δημιουργεί ασταμάτητα κόσμους που χωρούν σε μία χούφτα. Όπως ένα χωριό, που είναι στημένο στο ράφι μιας βιβλιοθήκης και στο οποίο οι εποχές «αλλάζουν» όταν το βλέμμα εστιάσει αλλού.
Η νοικοκυρά με μία αχυρόσκουπα έχει μαζέψει τα ξερά φύλλα που έριξε ο φθινοπωρινός αέρας. Στο τραπεζάκι της αυλής υπάρχουν δύο κολοκύθες, ενώ μπροστά από την εξώπορτα του διπλανού σπιτιού, η γιαγιά έχει αφήσει το πλεκτό της σε μία καρέκλα. Λίγο πιο πέρα από την πλατεία, το σκηνικό είναι χειμωνιάτικο. Τα γυμνά κλαδιά των δέντρων καλύφθηκαν από μία στρώση χιονιού, ενώ κάποια παιδιά έχουν φτιάξει έναν χιονάνθρωπο. Στο παρακάτω αγροτόσπιτο όμως, τα στάχυα «μυρίζουν» καλοκαίρι, κάτι που επιβεβαιώνει ένα καρπούζι, που πρόκειται να γευτεί το ζευγάρι αφού ταΐσει τις κότες.
«Όποιο υλικό περάσει από το χέρι μου το αξιοποιώ για να φτιάξω μια χειροποίητη κατασκευή, αρκεί στο άλλο χέρι να κρατώ τον μεγεθυντικό φακό», λέει η κ. Μουλαλή στο ΑΠΕ και σημειώνει ότι πλέον οι φίλοι της έχουν μάθει πια να της δίνουν ό,τι γι' αυτούς είναι άχρηστο, προκειμένου να το δουν να μεταμορφώνεται.
«Έχω μετατρέψει καπάκι οδοντόκρεμας σε πορτατίφ, έχω κάνει από κουτί φωτογραφικού φιλμ μία σόμπα, με μία αμπούλα φαρμακευτικού προϊόντος δημιούργησα λάμπα ασετυλίνης», εξηγεί.
Η συλλογή των κατασκευών της αριθμεί εκατοντάδες μινιατούρες που κατασκευάζει με μεράκι και πάθος εδώ και είκοσι χρόνια. Αλλά τα πρώτα βήματα έγιναν πολύ νωρίτερα. «Από την ηλικία των 15 ετών ξεκίνησα να συλλέγω μικροπράγματα. Τη συλλογή μου εμπλούτιζαν συγγενείς και φίλοι που μετά από ταξίδια τους, μου έφερναν πάντα μινιατούρες», θυμάται. «Όλα αυτά τα έβαζα σε προθήκες, αλλά στην πάροδο των χρόνων πολλαπλασιάστηκαν και θεώρησα καλό να τις ομαδοποιήσω και να τις εντάξω σε αντίστοιχα θέματα», συμπληρώνει.
Με τα διάφορα μπουκαλάκια που είχε στην κατοχή της, αποφάσισε να κάνει ένα μπαρ. Εκεί διαπίστωσε πως της λείπουν οι υπόλοιπες... εγκαταστάσεις. «Έτσι πήρα χαρτόνι και έφτιαξα τον πάγκο και τα ράφια. Με σύρμα κατασκεύασα τη βάση των σκαμπό και με βαμβάκι το οποίο έραψα μέσα σε ύφασμα έκανα το πάνω μέρος των καθισμάτων. Ένα κομμάτι πραγματικού καθρέφτη το επένδυσα με ένα κόκκινο λαμέ χαρτί και συμπλήρωσα το σκηνικό», περιγράφει το πρώτο της εγχείρημα.
Αυτό «γεννήθηκε» στα 35 της χρόνια. Από τότε δεν σταμάτησε να δημιουργεί, να εξοικειώνεται με κάθε είδους υλικό και σήμερα δηλώνει ότι μπορεί να επεξεργαστεί σχεδόν τα πάντα εκτός από γυαλί.
Το εργαστήριό της βρίσκεται στο σπίτι της μητέρας της. Από εκείνον τον πάγκο, ανάμεσα από εργαλεία ακριβείας και υλικά όπως ο πηλός, το κερί, το χαρτί, η κλωστή, το πλαστικό και το ξύλο, έχουν «βγει» τρισδιάστατα μικροσκοπικά μαγαζιά: μπακάλικο, μανάβικο, ζαχαροπλαστείο, φούρνος, καθώς και άλλοι επαγγελματικοί χώροι όπως ατελιέ ζωγραφικής, ραφείο, δικηγορικό γραφείο.
«Όταν εξαντλήθηκαν οι χώροι στους οποίους τοποθετούσα τα διοράματα με τις θεματικές μου, άρχισα να στήνω τις δημιουργίες μου μέσα σε κάδρα, από τα οποία κρατώ μόνο το πλαίσιο της κορνίζας, τοποθετώ ξύλα για να αποκτήσουν βάθος, βάζω στην κατάλληλη θέση τις μινιατούρες, κλείνω το τζάμι και τα κρεμάω», περιγράφει.
Γυναίκα με καλλιτεχνική φλέβα, με μητέρα ζωγράφο, πατέρα που «έπιαναν τα χέρια του» σε μαστορέματα και ξυλοτεχνία, προσπάθησε να μπει στη σχολή καλών τεχνών, κάτι που αντί γι' αυτήν κατάφερε η κόρη της.
Συνήθως επιλέγει να «ζωντανέψει» θέματα από τις παιδικές της μνήμες. «Μια από τις αγαπημένες μου μινιατούρες είναι το μουσλούκι, το δοχείο με το νερό που είχε μία βρυσούλα στο κάτω μέρος και το κρεμούσαν για να πλένουν τα πιάτα πριν γίνει το δίκτυο ύδρευσης, το οποίο έφτιαξα με ένα πλαστικό μπουκαλάκι από κολλύριο», λέει, ενώ παραδέχεται ότι την γοητεύουν οι προσόψεις σπιτιών.
«Έχω φτιάξει μακεδονικό σπίτι με φουρούσια και χαγάτια. Κυκλαδίτικο με μπλε λεπτομέρειες. Πέτρινα σπίτια όπως αυτά που συναντούμε σε ορεινά χωριά. Από όλα αυτά όμως αγαπημένο μου είναι το πιστό αντίγραφο του σπιτιού της γιαγιάς μου στην Έδεσσα», επισημαίνει.
Στο πρώτο lockdown η Μαίρη Μουλαλή- όπως οι περισσότεροι- έφτιαχνε καθημερινά γλυκά και φαγητά. Μόνο που τα δικά της, αν και είχαν αλεύρι και αλάτι, δεν ήταν βρώσιμα. «Κάθε βράδυ σκεφτόμουν τι θα φτιάξω την επόμενη μέρα. Τη μία μέρα έκανα πίτσα, την επόμενη κρουασάν, άλλη φορά αβγά με λουκάνικα. Τα περισσότερα τα κατασκεύαζα με ζύμη αλατιού, κάτι σαν χειροποίητη πλαστελίνη», εξηγεί.
Τώρα, στο δεύτερο lockdown, έχει σκοπό να αρχίσει να δημιουργεί μινιατούρες από παλιές πόρτες, άλλες πλάι σε μισογκρεμισμένους τοίχους, άλλες αραχνιασμένες, με ρόπτρα, με γλάστρες με χλωρά ή ξερά φυτά μπροστά τους. Πόρτες που αρχικά φυλάκισε ο φωτογραφικός της φακός και τώρα θα τους δώσει τρισδιάστατη υπόσταση.
Αγαπά τόσο πολύ τις δημιουργίες της, που δυσκολεύεται να τις δώσει σε φίλους, που συχνά της παραγγέλνουν θέματα. Τώρα όμως που οι διαθέσιμοι χώροι αποθήκευσης έχουν εξαντληθεί, υπόσχεται να το ξανασκεφτεί...
Με πληροφορίες από ΑΠΕ