Ευθύνες στην εισαγγελία και στις κοινωνικές υπηρεσίες του δήμου καταλόγισε η Δόμνα Μιχαηλίδου, αναφορικά με την υπόθεση του 7χρονου που δολοφονήθηκε στην Κυψέλη.
Οι αρμόδιες αρχές όφειλαν να ασχοληθούν με το αγοράκι, από τη στιγμή που γνώριζαν ότι υπήρχε κακοποιητική συμπεριφορά σε βάρος της αδελφής του, υπογράμμισε η υφυπουργός Εργασίας, αρμόδια για θέματα Πρόνοιας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
Ήδη, το «Χαμόγελο του Παιδιού» έχει καταγγείλει τα κενά που υπάρχουν στα κενά στο σύστημα, υπογραμμίζοντας ότι το παιδί θα μπορούσε να είχε σωθεί.
«Από την στιγμή που υπήρχε η εισαγγελική απόφαση η οποία μετέφερε το παιδί, την αδερφή του, από την βιολογική της οικογένεια σε έναν φορέα παιδικής προστασίας και μετά σε μια ανάδοχη οικογένεια, αυτό που περιμέναμε τόσο από την εισαγγελία όσο και από τις κοινωνικές υπηρεσίες του δήμου είναι να γίνει το ίδιο ή να ψάξουν το τι θα γίνει για τον αδερφό του κοριτσιού», δήλωσε η Δόμνα Μιχαηλίδου μιλώντας στο «Πρώτο Πρόγραμμα».
«Ναι όντως, υπάρχει ευθύνη, από τη στιγμή που οι αρμόδιες αρχές, η εισαγγελία και οι κοινωνικές υπηρεσίες του δήμου, γνώριζαν ότι υπήρχε κακοποιητική συμπεριφορά εις βάρος του ενός παιδιού- και άρα υπήρχε υποψία ότι αυτή η κακοποιητική συμπεριφορά θα υπάρχει και εις βάρος του άλλου παιδιού- να ψάξουν πού είναι το άλλο παιδί και να το μεταφέρουν μακριά από τη βιολογική οικογένεια», συμπλήρωσε η υφυπουργός.
«Καθήκον και της εισαγγελίας και των κοινωνικών υπηρεσιών του δήμου ήταν να αναζητήσουν τι γινόταν με το άλλο παιδί. Τώρα το τι έγινε, το κατά πόσο η δικαιολογία των γονιών ότι το παιδί είναι στην Πολωνία είναι κάτι που έψαξαν οι κοινωνικές υπηρεσίες του δήμου και δεν κατάφεραν να βρουν οποιοδήποτε τεκμήριο ότι το παιδί δεν είναι στην Αθήνα και είναι στην Πολωνία, είναι κάτι που δεν το γνωρίζω», πρόσθεσε.
«Η παιδική προστασία στην χώρα μας είναι ένας χώρος που έχει κενά και προβλήματα. Έχει όμως και πολύ καθαρές ευθύνες και σε αυτό έχουμε όλοι τον ρόλο μας», υπογράμμισε η κ. Μιχαηλίδου. Σημείωσε ότι η πολιτεία ρυθμίζει, η τοπική αυτοδιοίκηση είναι πάνω από τον πολίτη, είτε ο κοινωνικός σύμβουλος των περιφερειών που είναι πάνω από δομές.
«Οι πολίτες έχουμε όλοι τις ευθύνες μας ώστε να μεταφέρουμε την πληροφορία εκεί που χρειάζεται», πρόσθεσε και υπενθύμισε ότι η γραμμή παιδικής προστασίας 1107 είναι ανοιχτή όλο το 24ωρο, επτά ημέρες την εβδομάδα.
«Στο κομμάτι των κοινωνικών υπηρεσιών του δήμου υπάρχει η μεταπαρακολούθηση αλλά και η παρακολούθηση των κακοποιητικών συμπεριφορών των πολιτών. Αυτό είναι ένα κομμάτι στο οποίο ο δήμος μπορεί ή δεν μπορεί να έχει απόλυτη εικόνα. Η πολιτεία έχει πάρει την απόφαση να είναι αποκεντρωμένος ο έλεγχος και η παρακολούθηση των πλέον ευάλωτων στους δήμους, οι οποίοι είναι πιο κοντά στον πολίτη» επεσήμανε και πρόσθεσε ότι ένα υπουργείο δεν μπορεί να έχει σαφή εικόνα για το τι γίνεται σε μια πόλη.
«Όταν υπάρχουν κακοποιητικές συμπεριφορές από μια οικογένεια εις βάρος ενός παιδιού και υπάρχει η γνώση ότι υπάρχει και άλλο παιδί στην οικογένεια, είναι υπεύθυνοι να βλέπουν τι γίνεται στο άλλο παιδί, στην περίπτωση που ο εισαγγελέας δεν έχει διατάξει την απομάκρυνση του άλλου παιδιού. Η δικαιοσύνη είναι ο κριτής και μόνο αυτή μπορεί να διατάξει την απομάκρυνση ενός παιδιού», επεσήμανε.
Μιλώντας για τα κενά στην παιδική προστασία, ανέφερε ότι έως τον Νοέμβριο «μου έλεγαν ότι δεν μπορούν να μπουν μέσα σε ιδρύματα και να μετρήσουν πόσα είναι τα παιδιά, άρα να δούμε αν έχει χαθεί κάποιο, γιατί δεν ήταν μέσα στο καθηκοντολόγιο του κοινωνικού συμβούλου να μετράει τα παιδιά στα ιδρύματα».
Αυτό, συμπλήρωσε, δεν ήταν σαφές στον νόμο, κάτι που άλλαξε «έτσι ώστε κανείς να μην μπορεί να κρύβεται πίσω από τις ευθύνες του». Επίσης, ανέφερε ως παράδειγμα ότι έως τον Νοέμβριο μπορούσε να δουλέψει σε βρεφονηπιακό σταθμό κάποιος που έχει καταγγελθεί ή καταδικαστεί στο παρελθόν για παιδεραστία ή για βιασμό.