Με τις καταθέσεις των πρώτων μαρτύρων ξεκίνησε σήμερα στο Μεικτό Ορκωτό Εφετείο, η εκδίκαση της υπόθεσης για τη δολοφονία του ακτιβιστή Ζακ Κωστόπουλου τον Σεπτέμβριο του 2018 στο κέντρο της Αθήνας.
Στις καταθέσεις τους μεταξύ άλλων τα μέλη της οικογένειας του Ζακ Κωστόπουλου ζήτησαν την τιμωρία των κατηγορούμενων. Υποστήριξαν στο δικαστήριο πως οι δύο κατηγορούμενοι αλλά και καταδικασθέντες σε πρώτο βαθμό για τη δολοφονία του 33χρονου ακτιβιστή της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, δείχνουν να μη έχουν κατανοήσει την βαρύτητα και την αγριότητα της πράξης τους. Τόνισαν δε, πως δεν λογαριάζουν σαν έγκλημα την πράξη τους.
Δολοφονία Ζακ Κωστόπουλου: «Σας εκλιπαρώ για να αποδώσετε δικαιοσύνη»
«Πεντέμισι χρόνια τώρα ζητάμε το αυτονόητο – δικαιοσύνη και τιμωρία. Οι δύο κατηγορούμενοι δεν είδαν αυτό που έκαναν σαν έγκλημα. Τους θεωρώ άκρως επικίνδυνους. Αν κάποιος είναι επικίνδυνος σε αυτή την ιστορία δεν ήταν το παιδί μου. Σας εκλιπαρώ για να αποδώσετε δικαιοσύνη», φέρεται να σημείωσε η μητέρα του Ζακ, Ελένη Κωστοπούλου, η οποία σημείωσε πως οι κατηγορούμενοι δεν της ζήτησαν ποτέ συγγνώμη για την πράξη τους.
Σχετικά με την ημέρα που ο 33χρονος Ζακ Κωστόπουλος, δολοφονήθηκε, η μητέρα του εξέφρασε στο δικαστήριο την άποψη πως ο γιος της είχε μπει στο κοσμηματοπωλείο να προστατευθεί, γιατί ίσως «κάποιος ή κάτι τον φόβισε». Παράλληλα πρόσθεσε, ότι «η αστυνομία δεν έκανε κανέναν έλεγχο και έτσι δεν μάθαμε ποτέ γιατί μπήκε σε δύο μαγαζιά. Αισθάνομαι ότι σε αυτό το έγκλημα, η αστυνομία, επειδή είχε συμμετοχή, δεν έκανε όλα τα απαιτούμενα. Υπήρχαν τόσες κάμερες. Γιατί δεν αξιοποιήθηκαν; Γιατί δεν έγινε έρευνα;»
Κατά τη δική του απολογία ο αδελφός του Ζακ Κοστόπουλου τόνισε χαρακτηριστικά πως, «Τον αδελφό μου τον σκότωσαν στις κλωτσιές. Εδώ και πέντε χρόνια δυστυχώς, αυτοί οι άνθρωποι θεωρούσαν πως ο Ζαχαρίας δεν άξιζε να ζει, και φαίνεται ότι δεν είναι άξιος και για δικαιοσύνη, γιατί βλέπω ότι αυτοί οι άνθρωποι είναι έξω». Ο Νίκος Κωστόπουλος στην κατάθεσή του σημείωσε πως ποτέ δεν επιβεβαιώθηκαν οι ισχυρισμοί των δύο κατηγορουμένων, ότι ο 33χρονος μπήκε στο κοσμηματοπωλείο για να ληστέψει. «Η αστυνομία ενημέρωσε τη θεία μου ότι ο Ζαχαρίας μπήκε να ληστέψει και σκοτώθηκε. Αυτό δεν επιβεβαιώθηκε, γιατί δεν ήταν η αλήθεια. Αν δεν υπήρχαν τα βίντεο, δυστυχώς δεν θα μαθαίναμε την αλήθεια», κατέληξε.
Το τελευταίο πρόσωπο που είχε μιλήσει με το θύμα, στην κατάθεσή της ανέφερε πως εκείνη την ημέρα είχαν επικοινωνήσει τηλεφωνικά και κατάλαβε πως δεν ήταν καλά. «Ενστικτωδώς εγώ κατάλαβα ότι δεν ήταν καλά. Τον ρώτησα πού είναι και μου είπε στην Ομόνοια. Μου είπε ‘μην κλείσεις το τηλέφωνο’. Και εκεί κατάλαβα ότι είχα δίκιο. Τον ρώτησα αν φοβάται ή κινδυνεύει και μου απάντησε “ναι, μην κλείσεις το τηλέφωνο”. Ήξερα ότι λόγω της ομοφυλοφιλίας του είχε δεχθεί πολλές φορές bulling.
»Τον ρώτησα και εγώ τι συμβαίνει, μήπως σε κυνηγάει κάποιος; Με αυτήν την απορία θα πεθάνω και εγώ …Το μόνο που μου είπε, μην κλείσεις το τηλέφωνο και κάποια στιγμή τον άκουσα να λέει ‘συγνώμη κύριε, να σας ρωτήσω κάτι;’. Και πριν ακούσω την απάντηση, έκλεισε το τηλέφωνο. Το μυαλό μου δεν πήγε σε κάτι συγκεκριμένο, αλλά φαντάστηκα ότι κάποιο bulling θα του έκαναν πάλι. Τον Ζακ τον είχα σαν παιδί μου», κατέληξε.
Υπενθυμίζεται ότι η δίκη των δύο κατηγορουμένων σε δεύτερο βαθμό για τη δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου, είχε προγραμματιστεί να ξεκινήσει στις 15 Δεκεμβρίου. Κατηγορούμενοι για τη δολοφονία του 33χρονου ακτιβιστή της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, είναι ο 81χρονος κοσμηματοπώλης και ο 65χρονος μεσίτης, οι οποίοι έχουν καταδικαστεί σε πρώτο βαθμό σε κάθειρξη 10 ετών ο καθένας.
Οι δύο κατηγορούμενοι είναι ελεύθεροι, ωστόσο ο κοσμηματοπώλης βρίσκεται σε κατ’ οίκον περιορισμό λόγω ηλικίας και δεν έδωσε το παρών σήμερα στη δίκη. Ο συγκατηγορούμενός του, που εμφανίστηκε στο δικαστήριο είναι ελεύθερος με αναστολή εκτέλεσης της ποινής του. Είχε οδηγηθεί στην φυλακή μετά την πρωτόδικη απόφαση, ωστόσο μετά από δυο μήνες έκτισης της ποινής του, του δόθηκε αναστολή. Και οι δυο τους δηλώνουν αθώοι και υποστηρίζουν πως δεν ήταν η δράση τους η αιτία θανάτου του Ζακ Κωστόπουλου.
Το χρονικό της δολοφονίας του Ζακ Κωστόπουλου
Ο 33χρονος ακτιβιστής σύμφωνα με το βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών στις 21 Σεπτεμβρίου 2018 και ώρα 2:30 το μεσημέρι «εισήλθε για άγνωστη αιτία» στο κοσμηματοπωλείο του 80χρονου κοσμηματοπώλη επί της οδού Γλάδστωνος του οποίου η πόρτα ήταν ανασφάλιστη από τον ιδιοκτήτη λόγω της ολιγόλεπτης απουσίας του.
Σύμφωνα με τη δικογραφία, ήταν σε υπερδιέγερση και όταν «ασφάλισε» η πόρτα και δεν μπορούσε να βγει, άρχισε να χτυπά με πυροσβεστήρα αρχικά την γυάλινη θύρα και στην συνέχεια το κατώτερο επίπεδο της βιτρίνας που θρυμματίστηκε. Όταν ο Ζακ επιχείρησε να συρθεί για να βγει από εκεί δέχθηκε αλλεπάλληλα σφοδρά χτυπήματα στο κεφάλι και το σώμα από τον κοσμηματοπώλη και τον 63χρονο μεσίτη.
Ο θάνατος του Ζακ Κωστόπουλου που δέχθηκε βάναυσα χτυπήματα καταγράφηκε και προβλήθηκε σε δεκάδες ΜΜΕ προκαλώντας αντιδράσεις σε χιλιάδες πολίτες. Σύμφωνα με την ιατροδικαστική έκθεση τα αλλεπάλληλα σφοδρά χτυπήματα που δέχθηκε ο 33χρονος «συντέλεσαν στην πρόκληση οργανικού στρες, το οποίο με τη σειρά του προκάλεσε τις ισχαιμικού τύπου αλλοιώσεις του μυοκαρδίου που αποτέλεσαν την τελική αιτία θανάτου».
Στο πρωτόδικο δικαστήριο κατηγορούμενοι για την υπόθεση ήταν και τέσσερις αστυνομικοί, που είχαν σπεύσει στο σημείο και είχαν καταγραφεί να επιχειρούν με βίαιες κινήσεις να περάσουν χειροπέδες στον σχεδόν ημιθανή 33χρονο, οι οποίοι αθωώθηκαν κατά πλειοψηφία 4 προς 3.