Έλληνες Ρομά: Μια άτυπη μειονότητα κάπου 300.000 ψυχών, με πολλές φυλετικές, κοινωνικές και πολιτισμικές διαφοροποιήσεις στο εσωτερικό της, με την οποία οι «μπαλαμέ» (οι μη Τσιγγάνοι) έχουμε αναπτύξει μια σχέση σχιζοειδή. Αφενός στιγματίζοντας, καταπιέζοντας και δαιμονοποιώντας την κι αφετέρου μακαρίζοντας (μέσα από τραγούδια, ταινίες, σίριαλ κ.λπ.) την ανεξαρτησία, την ελευθεριότητα αλλά και την «έμφυτη λαγνεία» που φαντασιωνόμαστε ότι τη χαρακτηρίζει. Δημιουργήθηκαν, έτσι, μια σειρά στερεότυπα που θέλουν τους/τις Ρομά να επιδίδονται συστηματικά στο λαθρεμπόριο, στην κλοπή (υλικών αντικειμένων αλλά και... παιδιών, όπως θυμόμαστε από το περσινό φιάσκο της δήθεν απαγμένης «μικρής Μαρίας» και το ρατσιστικό παραλήρημα που προκάλεσε), στην απατεωνιά, στη μαγγανεία, να είναι οκνηροί, αναξιόπιστοι, έκφυλοι, «μαφιόζοι» κ.λπ., δίχως να αναρωτιόμαστε πόσο πραγματικά ισχύουν, ποιοι κοινωνικοί αποκλεισμοί και διώξεις ευνοούν παραβατικές συμπεριφορές όπου εμφανίζονται και πόσο, αλήθεια, «Παναγίες» είμαστε συγκριτικά εμείς οι προνομιούχοι και εκ του ασφαλούς κρίνοντες.
Ζούμε από τις αρχές της δεκαετίας του '70 εδώ, δεν είμαστε ξένοι... οι περισσότεροι γεννηθήκαμε Χαλανδριώτες (...)Ο παππούς μου πολέμησε στο αλβανικό μέτωπο.
Είναι, βέβαια, γεγονός ότι ο «αντι-τσιγγανισμός», που προκάλεσε πολλούς διωγμούς στο παρελθόν –με αποκορύφωμα τον αφανισμό εκατοντάδων χιλιάδων Ρομά στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης–, παρουσιάζει έξαρση τα τελευταία χρόνια στην Ευρώπη (Γαλλία, Ουγγαρία, Ρουμανία, Ιταλία κ.α.). Το επιβεβαιώνουν εκθέσεις της Διεθνούς Αμνηστίας, του ΟΗΕ, του ΕΔΔΑ και άλλων διεθνών οργανισμών, στις οποίες κιόλας η Ελλάδα έχει την τιμητική της – περσινή έρευνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις Μειονότητες και τις Διακρίσεις (EU-MIDIS) μας έφερνε πρώτους στο «σπορ» όσον αφορά τους Τσιγγάνους: πάνω από τους μισούς ερωτηθέντες δήλωναν ότι αντιμετώπισαν διακρίσεις στην παροχή υπηρεσιών, στην αναζήτηση ή στον χώρο εργασίας εξαιτίας της καταγωγής τους, ενώ το 56% είχε παρενοχληθεί από την αστυνομία τουλάχιστον μία φορά μέσα στο 2011. Μια ιστορική εκδοχή αναφέρει ότι οι μακρινοί πρόγονοι των Ρομά εγκατέλειψαν τη βόρεια Ινδία τη 2η χιλιετία π.Χ. ύστερα από την εισβολή των προερχόμενων από την Ευρώπη Αρίων κι έγιναν έκτοτε περιπλανώμενοι νομάδες – να, όμως, που οι λογιζόμενοι ως σύγχρονοι «Άριοι» εξακολουθούμε να τους κατατρέχουμε! Δεν είναι μόνο η καταφρόνια και οι προκαταλήψεις – Νέα Κίος, Εξαμίλια, Ασπρόπυργος (όπου πυρπολήθηκε σχολείο τσιγγανόπαιδων), Αιτωλικό, Λακωνία, είναι μερικές από τις περιοχές όπου τα τελευταία χρόνια σημειώθηκαν επεισόδια από οργανωμένο όχλο εναντίον Ρομά με τραυματισμούς και... μονομερείς συλλήψεις καθώς και επιδείξεις αστυνομικής βαρβαρότητας, ενώ το Ζεφύρι θεωρείται «άβατο», κυρίως επειδή εμείς οι ίδιοι συντηρούμε αυτήν τη μυθολογία. Όμως και οι υφιστάμενοι οικισμοί συχνά στερούνται τα στοιχειώδη από πλευράς συνθηκών διαβίωσης, ενώ υπάρχουν περιοχές όπου οι ίδιοι οι γονείς των ελληνόπαιδων επαναστατούν στην ιδέα ότι τα βλαστάρια τους θα συναναστραφούν «γυφτάκια».
Οι ακρότητες στην περίπτωση των υπό έξωση Ρομά στο Χαλάνδρι υπήρξαν ως τώρα κυρίως λεκτικές, όπως η εμπρηστική δήλωση «γύρω από τους Ρομά μένουν άνθρωποι» (!) της κυβερνητικής εκπροσώπου και κάποια αντίστοιχου ήθους δημοσιεύματα – ήταν, όμως, άλλο ένα δείγμα του «στενού μαρκαρίσματος» που υφίστανται. Εδώ ήταν η Πολιτεία που διά της Αποκεντρωμένης Διοίκησης πήρε την πρωτοβουλία της εκτόπισης με πρόσχημα το αυθαίρετο των κατασκευών (εν τέλει, μετά από κοινή συναίνεση κατεδαφίστηκαν μόνο πέντε ακατοίκητα παραπήγματα). Κρατάει, βέβαια, χρόνια αυτή η ιστορία – φαίνεται πως οι Ρομά θεωρήθηκαν εύκολος στόχος, γιατί με τους μεγαλόσχημους παρανομούντες ποιος τα βάζει, εξάλλου πολλοί ορέγονται το οικιστικό «φιλέτο» πίσω από το Νομισματοκοπείο.
Επισκεφθήκαμε προ ημερών τον επίμαχο καταυλισμό, όπου ακόμα ο αέρας μύριζε καμένο λάστιχο από τα οδοφράγματα της προηγούμενης εβδομάδας. Σπιτάκια αυτοσχέδια από τσιμεντόλιθους, ξύλινες τάβλες, πλαστικό κι ελενίτ, άλλα σε καλή κατάσταση, άλλα σε χειρότερη, όλα τους όμως νοικοκυρεμένα, με χαρούμενα χρώματα, περιποιημένα κηπάκια, πέργκολες και σκυλάκους στην αυλή, κάποια και με πιάτα δορυφορικά, παρά τις ελλείψεις βασικών υποδομών, τα μπάζα και τα βρομόνερα ένα γύρω (η σκουπιδιάρα δεν περνά από δω, εννοείται). Ο χειμώνας πλησιάζει, κάποιοι επιδιόρθωναν ξυλόσομπες, άλλοι συγκέντρωναν ξύλα ή ξεδιάλεγαν παλιατζούρες. Οι άπραγοι έκαναν ό,τι όλοι οι απανταχού άπραγοι: άπειρο καφέ, άπειρα τσιγάρα. Οι γυναίκες πάλευαν να διαφεντέψουν το παιδομάνι (κάτι που κάνουν και οι άντρες, όταν ευκαιρούν) ή ασχολούνταν με τα του σπιτιού – η Ρομά οικογένεια παραμένει σε μεγάλο βαθμό παραδοσιακή, ακούμε ωστόσο ότι οι Τσιγγάνες αποκτούν ολοένα περισσότερο «λόγο».
«Ζούμε από τις αρχές της δεκαετίας του '70 εδώ, δεν είμαστε ξένοι... οι περισσότεροι γεννηθήκαμε Χαλανδριώτες» μας λέει ο 53χρονος Στέλιος Καλαμιώτης, πρόεδρος του Συλλόγου Ελπίδα. Με πέντε παιδιά και δεκάξι εγγόνια, υπήρξε, νεότερος, ταλαντούχος ποδοσφαιριστής του Απόλλωνα Χαλανδρίου («με ζήταγε η Εθνική Νέων, αλλά είχα οικογένεια να ζήσω, πού μυαλά και καιρός» μας λέει), ενώ έχει δουλέψει πολλά χρόνια σε λαϊκές, βενζινάδικα καθώς κι εργάτης σε εταιρείες εμφιάλωσης. Παρότι δεν έχει βγάλει ούτε το Δημοτικό, διαθέτει λέγειν, τσαγανό και ευστροφία. «Είμαστε τόσο Έλληνες όσο εσείς, με τα χαρτιά και τα όλα μας», θα πει, συμπληρώνοντας πως οι ομόφυλοί τους τούς αποκαλούν «Μπαλαμανί Ρομά», μια και δεν μιλούν καν τα τσιγγάνικα. «Ο παππούς μου πολέμησε στο αλβανικό μέτωπο, ο Βασίλης Μήτρου, καπετάνιος του ΕΛΑΣ που τον τιμούν ως ήρωα στο Αλιβέρι, ήταν θειος μου» περηφανεύεται. Ο ίδιος αναγκάστηκε, λέει, να έρθει στον καταυλισμό γιατί δεν έβρισκε σπίτι να νοικιάσει («αφότου γέμισε ο τόπος πολυκατοικίες, πήραν και τα νοίκια τον ανήφορο, άσε που δεν δέχονται πολύτεκνους»). Ισχυρίζεται, μάλιστα, ότι ακόμα και οι σημερινοί φερόμενοι ως ιδιοκτήτες οικοπέδων στον χώρο, από τους οποίους θέλει να τα αγοράσει προς αξιοποίηση το ΤΑΙΠΕΔ, τα απέκτησαν τη δεκαετία του '60 «τσάμπα» ουσιαστικά μέσα από συλλόγους, σωματεία κ.λπ., «πράγματα που εμείς δεν γνωρίζαμε να κάνουμε». Στέλνει να φωνάξουν τον γραμματέα να μας μιλήσει κι αυτός, όμως κοιμάται, είναι ξενύχτης – έπαιζε κάπου μουσική χτες βράδυ. Η μουσική, ο χορός και το τραγούδι είναι σύμφυτα με τη ζωή των Ρομά, εξασκούνται σε αυτά από παιδάκια – τούτο το στερεότυπο, ναι, ισχύει!
Οι «τριακόσιοι του Χαλανδρίου» (συγγενείς μεταξύ τους οι περισσότεροι) είναι όλοι τους εγγεγραμμένοι δημότες, μάλιστα 54 παιδιά του καταυλισμού φοιτούν σε δύο δημοτικά της περιοχής, χωρίς, καθώς μας λένε, να αντιμετωπίζουν κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα (πρόβλημα υπήρξε αρχικά στο ένα με κάποιους «μπαλαμέ» γονείς, αλλά διευθετήθηκε με διάλογο, μας ενημερώνουν). «Ξεσηκωθήκαμε όχι γιατί αρνούμαστε να πάμε κάπου καλύτερα, πράγμα που κι εμείς επιθυμούμε, επειδή παραμένοντας σε τέτοιες συνθήκες πας πίσω, αλλά γιατί αυτό μεθοδεύτηκε εντελώς λάθος... Ζητάμε κανονικά σπίτια, με ανθρώπινες συνθήκες, εκείνοι όμως θέλανε να μας στείλουν εξορία!». Δεν έχει άδικο – ο οικισμός στο όρος Πατέρα που τους προτάθηκε, εκτός του ότι είναι στη «μέση του πουθενά», έχει σοβαρές ελλείψεις σε υποδομές και ποιότητα κατασκευών. «Πήγαμε κι είδαμε σπασμένα τζάμια, πόρτες ξεχαρβαλωμένες, ανύπαρκτη αποχέτευση... ούτε για ζώα». Οι κλιματικές συνθήκες είναι σκληρές και η κοντινότερη επαφή με τον πολιτισμό, αρκετά χιλιόμετρα μακριά – να σημειωθεί, βέβαια, ότι ούτε οι γειτονικοί δήμοι τούς θέλουν στην «αυλή» τους, κάτι σύνηθες, βέβαια. Επιπλέον, παλιότερη υπουργική απόφαση υποχρεώνει τους δήμους να μη μεταστεγάζουν Ρομά εκτός των ορίων τους, συμπληρώνει ο συνομιλητής μας. Στην παρέα προστίθενται συγγενείς, φίλοι και γείτονες, άνθρωποι ταπεινοί, αλλά με περηφάνια κι αξιοπρέπεια στο βλέμμα. Ευχαριστούν τους αλληλέγγυους που τους στήριξαν, τονίζοντας πως ο αγώνας συνεχίζεται – οι διαπραγματεύσεις με τον δήμο (η νέα Αρχή του οποίου στάθηκε στο πλευρό τους) και την Αποκεντρωμένη Διοίκηση κατέληξαν σε δίμηνη αναστολή των κατεδαφίσεων ώσπου να βρεθεί καταλληλότερος για τη μεταστέγασή τους χώρος, ενώ σε ισχύ βρίσκονται και ασφαλιστικά μέτρα του ΟΗΕ μετά από προσφυγή που κατέθεσαν με τη συνδρομή του ΕΠΣΕ που, μαζί με τη ΜΚΟ Πλειάδες, στηρίζει νομικά και διαπραγματευτικά τους Ρομά της περιοχής. «Απορροφούνται ευρωπαϊκά κονδύλια δίχως αντίκρισμα, δίχως μια ολοκληρωμένη προσέγγιση στα ζητήματά τους, ώστε να μπορέσουν μόνοι να υποστηρίξουν εαυτούς» λέει σχετικά η δικηγόρος Ηλέκτρα-Λήδα Κούτρα της ΜΚΟ Πλειάδες, που εκπαιδεύει ένα δίκτυο εθελοντών δικηγόρων ώστε να παρίστανται νομικά σε τέτοια περιστατικά.
Ο λόγος καταρχάς για το σκάνδαλο με το ευρωπαϊκό κονδύλι των 900.000 ευρώ που είχε δοθεί προ ετών στον δήμο Χαλανδρίου για τη βελτίωση των υποδομών του καταυλισμού και την κατασκευή δικτύου αποχέτευσης και απορρόφησης όμβριων υδάτων – τα χρήματα «φαγώθηκαν» αλλού, υπήρξε μάλιστα καταδίκη του τότε δημάρχου από το σώμα ελεγκτών επιθεωρητών. «Τι τα θες, μας εκμεταλλεύονται γιατί δεν ξέρουμε γράμματα... αν ξέραμε, θα γράφαμε και την ιστορία μας, να τη θυμόμαστε!» μας λέει ο παππούς Καλαμιώτης. Ρεύμα αναγκάζονται να κλέβουν γιατί η ΔΕΗ δεν τους τροφοδοτεί (είχαν δικαστεί και αθωωθεί 16 άτομα σχετικά τον περασμένο Οκτώβρη με το σκεπτικό ότι «η κατάσταση ανάγκης αίρει το άδικο της πράξης», ενώ εκκρεμούν άλλες δύο ομαδικές διώξεις, όπως μας πληροφορεί η συνήγορός τους κ. Κούτρα). Δεν είναι μόνο το φως, η συντήρηση τροφίμων και φαρμάκων ή το μαγείρεμα, υπάρχουν μωρά, ηλικιωμένοι: «Να, εδώ δίπλα είναι μια γιαγιά με οξυγόνο, πώς θα ζήσει χωρίς ηλεκτρικό;». Όταν, βέβαια, έχεις τέτοιες ελλείψεις, άντε να μιλήσεις για υγεία και πρόληψη... Σαν να μην έφταναν αυτά, πληροφορούμαστε εκ των υστέρων πως από τη Δευτέρα διακόπηκε η ηλεκτροδότηση στον δρόμο δίπλα στον καταυλισμό, ο οποίος βρίσκεται ξανά σε αναταραχή, εφόσον από εκεί προμηθεύονταν το απαραίτητο ρεύμα.
Κάποια δημοσιεύματα ανέφεραν ότι ενοχλούν, λέει, τους γείτονες, κάνουν φασαρία τα βράδια, κυκλοφορούν με ακριβά τζιπ. Μόνο κάτι Datsun και μηχανάκια είδαμε –λείπανε, βέβαια, αρκετοί για δουλειές, αλλά δεν φαντάζομαι να πήγαν με τις BMW τους–, ενώ η μεγαλύτερη ενόχληση που διαπιστώσαμε ήταν στην (αραιή) κυκλοφορία των αυτοκινήτων στη δημοσιά που διασχίζει τον καταυλισμό και βγαίνει στη Μεσογείων: κόντρες με πατίνια και ποδήλατα, με τις μανάδες από πίσω να τα κυνηγούν (ναι, εκεί είδαμε και ακριβά τζιπ, ανήκαν όμως σε διερχόμενους). Θυμάμαι άρθρο σοβαρής, υποτίθεται, εφημερίδας που ανέφερε πως «πετάνε επίτηδες» –δεν το είχε διαπιστώσει ο ίδιος ο υπογράφων, «του το μετέφεραν περίοικοι»– τα παιδιά τους στον δρόμο, μήπως πάρουν αποζημίωση από τυχόν ατύχημα. Κάποιοι άλλοι προσάπτουν στους Ρομά ότι «πήραν οικιστικά δάνεια και τα τρώνε» – μόνο 15 άτομα πήρανε, μας λένε, τέτοια δάνεια στο Χαλάνδρι, τα οποία και αποπληρώνουν κανονικά, οι πέντε μάλιστα απέκτησαν δικά τους οικόπεδα (σε πανελλαδικό επίπεδο, από τα 9.000 τέτοια δάνεια εγκρίθηκαν λίγο περισσότερα από τα μισά –όχι πάντα σύμφωνα με τις κατά τόπους ανάγκες, καθώς ακούγεται– και εκταμιεύθηκαν 4.837).
Καθώς προχωρά η κουβέντα, ανοίγονται περισσότερο, μη διστάζοντας να κάνουν και κάποια αυτοκριτική. Για τα σχολεία που δεν τελείωσαν ποτέ, «ένεκα η ανάγκη», για τα κόμματα «που τους εκμεταλλεύονται ψηφοθηρικά», την αδράνεια των συλλογικών οργάνων τους και την πολυδιάσπαση που επικρατεί («μας συμπαραστάθηκαν φίλοι μπαλαμέ, αλλά όχι τα αδέρφια μας!»), τις δυσκολίες μιας ζωής σε διαρκή μετακίνηση, αφού η πλειονότητα ασκεί πλανόδια επαγγέλματα, τις παντρειές από τρυφερές ηλικίες, «κάτι που όμως έχει αρχίσει να αλλάζει, δεν λέει να παντρεύεσαι τόσο μικρός». Κάποιοι νεότεροι μας λένε για τα προβλήματα αλκοολισμού κι εξάρτησης από ουσίες που «φυσικά υπάρχουν σε δικές μας, όπως και σε δικές σας κοινότητες», για τις προσπάθειες να διευρύνουν τους ορίζοντές τους, να ξεκολλήσουν από τα «γκέτο» των καταυλισμών που δεν παύουν να είναι κλειστές μικροκοινωνίες, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Επικρίνουν, αλλά ταυτόχρονα κατανοούν τους ομοφύλους τους, ντόπιους και μετανάστες που η ανέχεια στρέφει σε «λαθραίους» τρόπους επιβίωσης – «τι θα έκανες εσύ, αν δεν είχες να ταΐσεις το παιδί σου, αν δεν σου δινόταν καν μια ευκαιρία;».
Να σημειωθεί εδώ ότι, παρά τα περί του αντιθέτου θρυλούμενα, στους Ρομά γενικά δεν καταγράφονται ούτε υψηλότερα, ούτε σοβαρότερα ποσοστά παραβατικότητας απ' ό,τι στον υπόλοιπο πληθυσμό: Διαβάζω ότι, σύμφωνα με στοιχεία που κρατά ξεχωριστά γι' αυτούς (γιατί άραγε;) η ΕΛ.ΑΣ., από τους 52.431 Ρομά που ελέγχθηκαν μέσα στο 2013 (σχεδόν ένας στους έξι!) προσήχθησαν οι 19.067 και συνελήφθησαν για διάφορα αδικήματα ή εκκρεμείς υποθέσεις οι 1.305, ποσοστό ελάχιστο αναλογικά με το εύρος των ελέγχων και των προσαγωγών, όχι; Πολλές είναι οι καταγγελίες αδικαιολόγητης αστυνομικής βίας εναντίον τους, ενώ και η Δικαιοσύνη φέρεται συχνά να μεροληπτεί, αφού στα μάτια της πλειονότητας ένας Τσιγγάνος είναι καταρχάς ένοχος επειδή και μόνο είναι τέτοιος. Άσχετα που στη συντριπτική τους πλειονότητα διαθέτουν ταυτότητα, κάνουν φορολογική δήλωση, πληρώνουν ασφαλιστικές εισφορές, στρατεύονται και είναι από τις κοινωνικές ομάδες που έπληξε περισσότερο η κρίση. Στην οποία κάποιοι τους υπέδειξαν ως συνυπεύθυνους γιατί ζουν «ροκανίζοντας», λέει, τα κοινωνικά επιδόματα – μήπως να ποινικοποιήσουμε και τη φτώχεια να ξεμπερδεύουμε; Σίγουρα, πάντως, δεν ήτανε οι «Γύφτοι» που φέρανε την κοινωνία στα όριά της!
«Μελετώντας μια τσιγγάνικη ομάδα, ο ερευνητής διαπιστώνει ότι πολλά χαρακτηριστικά της ζωής των Ρομά συναντώνται και σε μη Τσιγγάνους... Η αργοπορημένη αστικοποίηση είχε επιπτώσεις στη ζωή τους, που εξακολουθεί να είναι δύσκολη και στερημένη από στοιχειώδεις ανέσεις. Αυτό τους τοποθέτησε στη θέση του διαφορετικού, ως η διαφορετικότητα αυτή να ήταν ένα εγγενές και αναλλοίωτο χαρακτηριστικό» γράφει σχετικά η Άννα Λυδάκη στο βιβλίο της Ρομά: Πρόσωπα πίσω από τα στερεότυπα (εκδ. Αλεξάνδρεια), ένα από τα ελάχιστα που έχουν γραφτεί σχετικά. Είναι η εκπαίδευση εισιτήριο για ένα πιο αισιόδοξο αύριο; Τριάντα από τα παιδιά του καταυλισμού παρακολουθούν το πρόγραμμα του Πανεπιστημίου Αθηνών «Εκπαιδεύοντας τους Ρομά», υπεύθυνος του οποίου είναι ο λέκτορας Χρήστος Παρθένης. Σε αυτό «συμμετέχουν εθελοντικά όσα σχολεία επιθυμούν, δίχως βέβαια να καλύπτονται όλες οι περιοχές όπου διαμένουν Ρομά» μας λέει ο Κώστας Παϊτέρης, συντονιστής, συνεργάτης και διαμεσολαβητής για τον Νομό Αττικής.
Στόχος του προγράμματος, στο οποίο συμμετέχουν παιδαγωγοί και ψυχολόγοι, είναι να άρει τα εμπόδια, όπου παρουσιάζονται, αλλά και να πείσει τους ίδιους τους Ρομά για τα οφέλη της εκπαίδευσης, ενισχύοντας παράλληλα την αυτοπεποίθησή τους. Χρειάζεται, σημειώνει, διαφορετική προσέγγιση ανά περιοχή και πληθυσμιακή ομάδα, γιατί και οι Ρομά διαφέρουν ανά τόπο – ο ίδιος κατοικεί στην Αγία Βαρβάρα, όπου οι Ρομά είναι πολλοί, είναι «πλήρως ενσωματωμένοι» και δεν αντιμετωπίζουν τα προβλήματα που έχουν αλλού. «Πανελλαδικά στοιχεία για την εκπαίδευσή μας δεν υπάρχουν. Πολλοί μετακινούνται, άλλοι πάλι κρύβουν την ταυτότητά τους... Στον δικό μας δήμο, δημοτικό τελειώνουν όλα σχεδόν τα τσιγγανόπουλα, γυμνάσιο ένα 70%, λύκειο ούτε τα μισά, ενώ μόνο ένα 10% περνά σε κάποια πανεπιστημιακή σχολή. Τα ποσοστά έχουν, βέβαια, αυξηθεί σε σχέση με το παρελθόν, όμως η παιδεία παραμένει ζητούμενο, ειδικά σε πιο "προβληματικές" περιοχές. Δεν λείπει η θέληση, ούτε η ικανότητα, όμως είναι δύσκολο για έναν Ρομά γονιό να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της σύγχρονης εκπαίδευσης. Πολλοί καταυλισμοί στερούνται τα στοιχειώδη ή βρίσκονται σε εντελώς υποβαθμισμένες περιοχές. Υπάρχει μεγάλη ανεργία, όσοι έχουν κάποια απασχόληση συνήθως είναι μετακινούμενη, ενώ τρώνε άγριο κυνήγι – μια απόδειξη που κόπηκε π.χ. επιφέρει δυσβάσταχτα πρόστιμα, αφού συνήθως εξαντλούν πάνω μας τα περιθώρια του νόμου» θα μας πει.
Παρόμοια πράγματα διάβαζα, θυμάμαι, στο εφημεριδάκι «Η Φωνή των Τσιγγάνων» που εξέδιδε αρχές δεκαετίας του '80 μια τετραπέρατη, γλυκύτατη Ρομά, η Σοφία Σταύρου, και το διένειμε μόνη της στα Εξάρχεια και άλλα κεντρικά σημεία της πόλης. Πολλά άλλαξαν έκτοτε, κάποια όμως βασικά θέματα παραμένουν ίδια. Το στοίχημα για τους Ρομά είναι η ενσωμάτωση με την έννοια της κατοχύρωσης ίσων δικαιωμάτων, ευκαιριών και δυνατοτήτων (ας διασφαλιστούν αυτά και ύστερα συζητάμε για ίσες υποχρεώσεις), η διατήρηση αλλά κι ο εκσυγχρονισμός, ταυτόχρονα, της κουλτούρας τους. Το δικό μας στοίχημα ως κοινωνίας «μπαλαμών» είναι –για άλλη μια φορά– πόσο «περιεκτική» δημοκρατία έχουμε και πόση διαφορετικότητα αντέχει.
σχόλια