Το κρίκετ είναι ομαδικό άθλημα που διεξάγεται μεταξύ δύο ομάδων με έντεκα παίκτες σε υπαίθριο αγωνιστικό χώρο, ο οποίος υπό κανονικές συνθήκες έχει χορτάρι και σχήμα οβάλ. Το κέντρο οριοθετείται από έναν ορθογώνιο χώρο, ο οποίος αποτελεί το επίκεντρο της δράσης. Χρησιμοποιούνται ρόπαλα, μπαλάκια και φράχτες.
Κάθε ομάδα προσπαθεί να σκοράρει όσο το δυνατόν περισσότερους πόντους ή τρεξίματα, ενώ η αντίπαλη ομάδα κυλά το μπαλάκι, προσπαθώντας να εμποδίσει τους ροπαλοφόρους και να περιορίσει το σύνολο τρεξιμάτων της ομάδας τους. Κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού, οι ρόλοι φυσικά αντιστρέφονται.
Το κρίκετ εμφανίστηκε στην Αγγλία τον 16ο αιώνα και μέχρι τα τέλη του 18ου αποτελούσε ένα από τα πιο δημοφιλή σπορ σε όλη τη χώρα. Στα μέσα του 19ου αιώνα η επέκταση της Βρετανικής Αυτοκρατορίας σε ολόκληρο τον κόσμο εισήγαγε το κρίκετ σε περιοχές όπως η Αυστραλία, η Ινδία και οι Δυτικές Ινδίες, φτάνοντας μέχρι τη Νότια Αφρική.
Κυριακή απόγευμα και βρισκόμαστε στο ΟΑΚΑ, όπου περισσότεροι από 40 Πακιστανοί, χωρισμένοι σε τουλάχιστον 4 ομάδες, παίζουν και παθιάζονται, τρέχουν και φωνάζουν, περίπου όπως συνέβαινε παλιότερα στις αλάνες, όταν αγόρια έπαιζαν ερασιτεχνικά ποδόσφαιρο.
Ως εκ τούτου, στις χώρες που προέκυψαν τον 20ό αιώνα το κρίκετ παραμένει ιδιαίτερα αγαπητό άθλημα, ενώ στο Πακιστάν θεωρείται εθνικό σπορ με μεγάλες επιδόσεις σε παγκόσμιο επίπεδο.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το 1935 οργανώθηκαν διεθνείς αγώνες στο Καράτσι, στους οποίους συμμετείχαν ομάδες από την Αυστραλία εναντίον ομάδων Σίντι. Τους αγώνες παρακολούθησαν περί τους 5.000 θεατές.
Οι Πακιστανοί που ζουν στην Ελλάδα δεν θα μπορούσαν να εγκαταλείψουν το αγαπημένο τους άθλημα. Θα ήταν σαν να ζητούσες από Έλληνες να πάψουν να αγαπούν το ποδόσφαιρο.
Σχεδόν καθημερινά παρέες Πακιστανών συναντιούνται σε μεγάλους ανοιχτούς χώρους όπου παίζουν και προπονούνται στο κρίκετ μπροστά στα έκπληκτα μάτια των περαστικών, που βλέπουν νέους άντρες να τρέχουν πέρα δώθε με τα ρόπαλα και τις μπάλες τους, χωρίς να βγάζουν νόημα, αφού πρόκειται για ένα παιχνίδι παντελώς άγνωστο στην Ελλάδα.
Κυριακή απόγευμα και βρισκόμαστε στο ΟΑΚΑ, όπου περισσότεροι από 40 Πακιστανοί, χωρισμένοι σε τουλάχιστον 4 ομάδες, παίζουν και παθιάζονται, τρέχουν και φωνάζουν, περίπου όπως συνέβαινε παλιότερα στις αλάνες, όταν αγόρια έπαιζαν ερασιτεχνικά ποδόσφαιρο.
Ζητάω από κάποιον θεατή να μιλήσω με τον αρχηγό της ομάδας. Με ρωτάει: «Τι είναι αυτό;». Προφανώς, δεν ήξερε τη λέξη «αρχηγός». Του απαντάω το «αφεντικό» και μου λέει γελώντας «εδώ δεν έχει αφεντικό, όλοι είναι αφεντικά».
Επιμένω αν υπάρχει κάποιος που να ξέρει καλά ελληνικά και φωνάζουν τον Πίκε, που μάλλον εκτελεί χρέη προπονητή. Ο Πίκε είναι ένας χαμογελαστός τύπος με μούσι, μεσαίου ύψους μεταξύ 25 και 30. Φοράει ροζ μπλούζα, κίτρινο κολλητό παντελόνι που μοιάζει με φόρμα και ενώ δέχεται να μου εξηγήσει πώς παίζεται το κρίκετ, τον φωνάζουν πίσω στον αγωνιστικό χώρο.
Μου λέει «μετά το παιχνίδι» και μου δείχνει τον Βάτζιντ, ο οποίος δεν φαίνεται να συμμετέχει στον αγώνα. Ο Βάτζιντ μιλάει ακόμα καλύτερα ελληνικά, έχει το προφίλ του «σοβαρού» νέου, ίσως να είναι πολιτικοποιημένος, έχει δουλέψει και στους «Γιατρούς χωρίς σύνορα», όπως με πληροφόρησε. Βρίσκεται στην Αθήνα μόλις μερικούς μήνες, αλλά στην Ελλάδα πάνω από 7 χρόνια, καθώς ζούσε στα Ανώγεια, στην Κρήτη.
«Έχουμε κι εκεί 5-6 ομάδες, στο Ρέθυμνο, στα Χανιά, στον Άγιο Νικόλαο, στο Ηράκλειο, στα Ανώγεια και στις Μοίρες, στις οποίες δεν παίζουν μόνο Πακιστανοί αλλά και Αφγανοί ή Ινδοί. Εδώ στην Αθήνα οι ομάδες είναι γύρω στις 20 στις συνοικίες όπου ζουν Πακιστανοί.
Οι ομάδες που βρίσκονται εδώ είναι όλες από τη Νέα Ιωνία και κάθε Κυριακή συναντιούνται και παίζουν. Αν και μερικοί έρχονται και παίζουν κάθε μέρα» μου εξηγεί.
«Δεν έχετε αντιπάλους από άλλες περιοχές;» ρωτάω. «Ναι, καμιά φορά συναντιόμαστε και παίζουμε εναντίον της Νίκαιας ή του Πειραιά. Αλλά κάθε χρόνο, τον Αύγουστο, που οι περισσότεροι έχουν άδεια, γίνεται και ένα τουρνουά στο στάδιο του Αιγάλεω, όπου συμμετέχουν όλες οι ομάδες της Αθήνας. Παίρνουμε κανονικά άδεια από τον Δήμο και κρατάει μία εβδομάδα».
Όση ώρα παίρνω συνέντευξη από τον Βάτζιντ μας έχουν περικυκλώσει αρκετοί που προσπαθούν να ακούσουν και να καταλάβουν τι λέμε. Καθώς οι φωνές από το παιχνίδι πυκνώνουν, τον παίρνω παραπέρα για να μπορεί να καταγράψει το μαγνητοφωνάκι όσα λέμε.
Δεν το είχε προσέξει και κάπως ενοχλείται. «Μα, δεν λέμε κάτι επικίνδυνο» του λέω. «Να, δεν μου το είπες, δεν το κατάλαβα» μου λέει. Πρέπει να ξανακερδίσω την εμπιστοσύνη του. «Είχατε καμιά φορά επίθεση ρατσιστών σε ώρα προπόνησης;» τον ρωτάω.
«Σε κρίκετ δεν έχω ακούσει, αλλά θα σου πω κάτι που μου συνέβη πριν από λίγο καιρό εδώ στη Νέα Ιωνία, στο Δημοτικό Στάδιο. Έπαιζα ποδόσφαιρο με μερικούς φίλους και ήρθε μια ομάδα περί τα 30 άτομα, από 16 έως 20 χρονών. Άρχισαν να μας βρίζουν και να μας λένε να φύγουμε από την Ελλάδα, να επιστρέψουμε στην πατρίδα μας και τέτοια...».
Είμαι περίεργος αν ενδιαφέρθηκε ποτέ κάποιο ελληνόπουλο να παίξει κρίκετ σε μία από αυτές τις ομάδες. Γελάει και μου λέει: «Μας ρωτάνε καμιά φορά πώς παίζεται, τους δείχνουμε, αλλά φοβούνται να έρθουν να παίξουν».
Η ώρα περνούσε, άρχισε να σκοτεινιάζει, τα μαύρα σύννεφα προμήνυαν βροχή έτσι κι αλλιώς. Ευτυχώς δεν έβρεξε και τα παιδιά έκαναν την προπόνησή τους κανονικά. Ο Φίλιππος που είχε έρθει μαζί μου να τραβήξει φωτογραφίες πρόλαβε να πάρει αρκετές λήψεις, αν και γκρίνιαζε ότι ήθελε περισσότερες!
Καθώς ετοιμαζόμασταν να φύγουμε του ζητάνε να φωτογραφίσει την ομάδα. Αν και το φως έχει πέσει, το κάνει. Βλέπουν το αποτέλεσμα και ακολουθούν γέλια, χαρές. «Να έρθετε στο τουρνουά» μας λένε καθώς φεύγουμε.
σχόλια