Ο «θείος», το «κολέγιο», η «βόλτα», το «ζαμπόν», ο «κλέφτης»: αυτές είναι μόνο μερικές από τις λέξεις που χρησιμοποιεί ο καθένας στην καθημερινότητά του, αλλά εντός της φυλακής αποκτούν μία διαφορετική έννοια.
Ο «θείος» είναι πλέον ο αστυφύλακας, το «κολέγιο» η ίδια η φυλακή, «βόλτα» σημαίνει παραπλάνηση, «ζαμπόν» είναι τα ναρκωτικά, ενώ «κλέφτης» είναι το αποστακτήριο που χρησιμοποιούν οι έγκλειστοι για να φτιάχνουν τσίπουρο.
Όπως μαθαίνουν τους διάφορους κανόνες της φυλακής, οι κρατούμενοι υιοθετούν και τον νέο αυτό γλωσσικό κώδικα επικοινωνίας.
«Η γλώσσα των εγκλείστων είναι ένα αναπόσπαστο κομμάτι της δομής των φυλακών, στην οποία θεμελιώνονται οι αξίες του -χαρακτηριζόμενου από την εγκληματολογική έρευνα- "υποπολιτισμού" της φυλακής (ο όρος δεν χρησιμοποιείται με αξιακό περιεχόμενο ως κάτι το υποδεέστερο)», τονίζει η Αγγελική Καρδαρά, η οποία μελέτησε την αργκό των κρατουμένων στο πλαίσιο της διδακτορικής διατριβής της με τίτλο «Φυλακή και Γλώσσα».
Η αργκό αυτή είναι το μέσο για να επιδείξει την ισχύ του, από φόβο μήπως δώσει την εντύπωση του αδύναμου και πέσει θύμα εκμετάλλευσης ή και χλευασμού των υπολοίπων.
«Η αργκό της φυλακής δεν είναι απλά και μόνο ένα μέσο, αλλά ένα σύμβολο, εφόσον πέρα από τη γλωσσική επικοινωνία που προσφέρει, θεωρείται το πιο ισχυρό "όπλο" για να προσαρμοστούν οι έγκλειστοι στο άτεγκτο περιβάλλον της φυλακής και να επιβιώσουν, που είναι και το κύριο ζητούμενο όλων. Επομένως, αυτή η γλώσσα μπορούμε να πούμε ότι είναι φορέας ιδεών, πεποιθήσεων, βιωμάτων και γενικότερα ενός ολόκληρου αξιακού συστήματος, που αντανακλά τον τρόπο ζωής, σκέψης και συμπεριφοράς εντός και εκτός φυλακής. Δεν είναι ένα τυχαίο άνευ ιδιαίτερης σημασίας φαινόμενο, αλλά μία αναγκαιότητα», προσθέτει.
Η έρευνα τής Αγγελικής Καρδαρά είναι η πρώτη που μελετά σε τέτοιο βαθμό την αργκό των φυλακισμένων στην Ελλάδα. Το 2005, διεξήγαγε προσωπικές συνεντεύξεις με άνδρες κρατούμενους στις Φυλακές Κορυδαλλού, αλλά και έρευνα μέσω ερωτηματολογίων σε γυναίκες των Φυλακών Κορυδαλλού και ανήλικους κρατούμενους στο Ειδικό Κατάστημα Κράτησης Νέων Αυλώνα, καθώς δεν της δόθηκε άδεια για συνεντεύξεις.
Η ίδια εξηγεί ότι «ένα θεμελιακό συμπέρασμα που εξάγεται από την ανάλυση των δεδομένων συνίσταται στο ότι η γλώσσα της φυλακής, ή "φυλακίστικη διάλεκτος" ή "φυλακίστικες λέξεις", όπως οι ίδιοι οι κρατούμενοι τις χαρακτηρίζουν, είναι μία πολύ σύνθετη έννοια. Απαρτίζεται από ένα σύνολο λέξεων και φράσεων, εκ των οποίων άλλες δημιουργούν οι ίδιοι οι έγκλειστοι και άλλες δανείζονται από διαφορετικούς γλωσσικούς κώδικες, κυρίως από την αργκό των νέων και την αργκό του στρατού, καθώς και από ξένες γλώσσες - κατά κύριο λόγο δύσκολες, όπως αραβικά, για να μην τις καταλαβαίνουν οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι.
»Η αργκό αυτή αποτελεί το απαραίτητο μέσο ώστε να ενταχθεί ο κάθε τρόφιμος, τόσο στη μεγάλη ομάδα των κρατουμένων, όσο και στις υποομάδες των οποίων είναι μέλος. Ταυτόχρονα, είναι το μέσο για να επιδείξει την ισχύ του, από φόβο μήπως δώσει την εντύπωση του αδύναμου και πέσει θύμα εκμετάλλευσης ή και χλευασμού των υπολοίπων.
»Και σε ένα δεύτερο, αλλά εξίσου σημαντικό επίπεδο, του παρέχει τη δυνατότητα να αποκτήσει μία συγκεκριμένη ταυτότητα, ώστε να επαναπροσδιορίσει την ύπαρξή του και να ανακτήσει την αξιοπρέπεια του, η οποία έχει καταρρακωθεί. Εάν μάλιστα λάβουμε υπόψη μας ότι με την είσοδό του στο σωφρονιστικό κατάστημα, κάθε άτομο υποχρεούται να εγκαταλείψει τους δεσμούς που είχε στην ελεύθερη κοινωνία, τις δραστηριότητες του, και να αποδεχτεί τον ρόλο του κατώτερου στην ιεραρχία της φυλακής, αντιλαμβανόμαστε τη βαρύνουσα σημασία της γλώσσας ως προς τη διαμόρφωση της λεγόμενης ψυχολογίας των εγκλείστων».
Η αργκό δεν είναι στατική, αλλά ανανεώνεται και εμπλουτίζεται συνεχώς με καινούριες λέξεις και φράσεις. «Για παράδειγμα», όπως σημειώνει η ερευνήτρια, «όταν έκανα εγώ την έρευνα είδαμε σημαντικές διαφορές σε σχέση με την αντίστοιχη αργκό παρελθουσών εποχών. Ένα ενδεικτικό παράδειγμα είναι οι λέξεις "μπουζού", "μπουζουριάζω" και "ψειρού", που χρησιμοποιούνταν παλαιότερα για να περιγράψουν τη φυλακή, ενώ όταν έκανα εγώ την έρευνα η λέξη που χρησιμοποιούσαν ήταν το "κολέγιο", "το κολέγιο του εγκλήματος", με έντονη ειρωνική διάθεση».
«Επιπλέον, δεν γίνεται χρήση των φράσεων που χρησιμοποιούσαν παλαιότερα ευρέως οι λεγόμενοι "μάγκες" της παραδοσιακής κοινωνίας και αποτύπωναν γλαφυρά το πνεύμα της εποχής. Ούτε χρησιμοποιούνται πλέον πολλές λέξεις για την κλοπή, που πιο παλιά ήταν το πιο διαδεδομένο αδίκημα. Όπως η λέξη "μανιτάρι" για κλοπή με ειδικό τρόπο τρόπο, γνωστή και στην αστυνομία ως "μέθοδος του μανιταριού"», αναφέρει και προσθέτει:
«Αυτό που κατέγραψα εγώ ήταν ένα πολύ πλούσιο λεξιλόγιο όσον αφορά στα ναρκωτικά. Ειδικά στον Κορυδαλλό που πολλοί βρίσκονται εκεί για αδικήματα του νόμου περί ναρκωτικών, καθώς και άλλοι που μπορεί να έχουν μπει για διαφορετικό αδίκημα αλλά έκαναν χρήση ναρκωτικών».
Σύμφωνα με την Α. Καρδαρά, στις ελληνικές φυλακές επικρατούν νέες συνθήκες, οι οποίες επιδρούν καταλυτικά στη διαμόρφωση της αργκό. «Οι συνθήκες αυτές αφορούν τη συνύπαρξη διαφορετικών εθνικοτήτων, συνεπώς φορέων διαφορετικών πολιτισμών και διαφορετικών γλωσσών, θρησκειών, ιδεολογιών και βιωμάτων. Δηλαδή βλέπουμε πλέον ότι στην αργκό της φυλακής μπαίνουν λέξεις και φράσεις από τις γλώσσες άλλων λαών, όπως από τα αλβανικά ή από τα ρουμανικά.
»Παράλληλα, ένας πολύ σημαντικός παράγοντας που επιδρά στη χρήση της αργκό είναι ο χρόνος παραμονής στο σωφρονιστικό κατάστημα. Συγκεκριμένα αποδείχθηκε ότι όσοι συνεντευξιαζόμενοι ήταν υπότροποι, είχαν μπει δηλαδή για δεύτερη ή τρίτη φορά στη φυλακή, χρησιμοποιούσαν ένα πιο διευρυμένο αργκοτικό λεξιλόγιο. Ενώ οι νέοι, οι οποίοι και στην ελεύθερη κοινωνία δημιουργούν τους δικούς τους γλωσσικούς κώδικες, έτσι και και μέσα στη φυλακή διαδραματίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στη διάδοση της αργκό».
Οι κανόνες
Η γλώσσα της φυλακής διέπεται και αυτή από κανόνες και δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε κάθε περίσταση.
«Οι κρατούμενοι γνωρίζουν σε ποιες περιστάσεις και με ποια πρόσωπα "επιτρέπεται" να μιλήσουν την αργκό, υπό τους άτυπους νόμους επικοινωνίας. Πιο συγκεκριμένα, ισχυρίζονται ότι τη χρησιμοποιούν μεν σε καθημερινή βάση, αλλά σε μεγαλύτερο βαθμό με τα άτομα που κάνουν περισσότερη παρέα στον χώρο της φυλακής ή με τα άτομα, όπως λένε χαρακτηριστικά, με τα οποία κάνουν "δουλειά". "Δουλειά" είναι οι παράνομες δραστηριότητες.
»Είναι ενδεικτική και η φράση ενός έγκλειστου που είχα καταγράψει: ότι τη χρησιμοποιούν με όσους νιώθουν κάποια "συναισθηματική αλληλοκάλυψη". Και μάλιστα, κατά την ανάλυση των σχέσεων των κρατουμένων με τους συγκρατούμενούς τους, αυτό που υπογράμμισα μέσα από τη μελέτη και στηριζόμενη στη διεθνή βιβλιογραφία, είναι ότι δεν μπορούμε να κάνουμε λόγο για πραγματική φιλία, αλλά περισσότερο για συμπράξεις και συναναστροφές που εξασφαλίζουν στον τρόφιμο μία πιο αρμονική διαβίωση στο συγκεκριμένο περιβάλλον.
»Αυτό το στοιχείο αποδεικνύει και τον πολυδιάστατο ρόλο του γλωσσικού τους κώδικα, ο οποίος τους προσφέρει τη δυνατότητα όχι μόνο να επικοινωνούν, αλλά και να εκφράσουν και την οικειότητα προς τους συνομιλητές με τους οποίους αισθάνονται πιο κοντά, και αντίστοιχα να εκφράσουν την εχθρότητα προς όσους έχουν αρνητικά συναισθήματα, όπως πχ σε σωφρονιστικούς υπαλλήλους, αστυνομικούς κλπ», επισημαίνει η Αγγελική Καρδαρά.
Οι λόγοι χρήσης της συγκεκριμένης γλώσσας
Από την έρευνα προκύπτει πως οι κρατούμενοι χρησιμοποιούν την αργκό κυρίως για τρεις λόγους.
1. «Βασικότερος είναι ο μιμητισμός, δηλαδή ότι τη χρησιμοποιούν οι υπόλοιποι συγκρατούμενοι.
2. »Ο δεύτερος λόγος είναι η πλάκα, δηλαδή για να ξεφύγουν από τη ρουτίνα της καθημερινότητας, να περάσουν όσο πιο ανώδυνα γίνεται τον χρόνο έκτισης της ποινής τους, και αυτό οφείλεται ακριβώς στο γεγονός ότι ο χρόνος σε κάθε σωφρονιστικό κατάστημα αποκτά διαφορετικές διαστάσεις σε σχέση με τον χρόνο στην ελεύθερη κοινωνία. Υπό αυτό το πρίσμα μπορούμε να πούμε ότι η γλώσσα ψυχαγωγεί.
3. »Ο τρίτος λόγος εξυπηρετεί καθαρά έναν πρακτικό σκοπό. Με έκπληξη παρατηρήσαμε ότι πολλές υβριστικές λέξεις και φράσεις που χρησιμοποιούνται εκτενώς στην ελεύθερη κοινωνία, ακόμα και από ανθρώπους που μπορούν να κατέχουν υψηλές κοινωνικές θέσεις, στη φυλακή αντικαθίστανται από εκφράσεις της αργκό. Αυτή η αντικατάσταση αποβλέπει σε ένα πολύ σημαντικό γεγονός: στην αποφυγή παρεξηγήσεων. Όπως μας εξήγησαν οι ίδιοι οι κρατούμενοι, είναι άγραφος νόμος μεταξύ τους να μη χρησιμοποιούνται οι γνωστές σε όλους μας βωμολοχίες γιατί μπορεί να οδηγήσουν σε σοβαρούς καβγάδες και άλλες έκρυθμες καταστάσεις».
Αξίζει να σημειωθεί ότι η πλειοψηφία των κρατουμένων δήλωσε πως δεν χρησιμοποιεί την αργκό με άτομα εκτός φυλακής, κυρίως με μέλη της οικογένειας και φίλους, παρά μόνο με όσους κάνουν "δουλειά".
Γλωσσάριο
Ακολουθούν μερικά παραδείγματα λέξεων και φράσεων που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο των ελληνικών φυλακών.
«Ήρθε ο Παρ' Αρείω Πάγω να μας βγάλει»: ήρθε ο δικηγόρος στη φυλακή. Πρόκειται για μία ειρωνική έκφραση για τους δικηγόρους, ακόμα και για αυτούς που τους υπερασπίζονται, καθώς δεν παύουν να συμβολίζουν για τους κρατούμενους την εξουσία.
«Αρσενικός»: ο «σωστός», ο «πραγματικός» άντρας, όπως τον χαρακτηρίζουν οι συνεντευξιαζόμενοι. Η Α. Καρδαρά εξηγεί πως αυτή η λέξη χρησιμοποιείται σχεδόν από όλους τους κρατούμενους σε εκφράσεις όπως «ήταν αρσενικός, πήγε και τους μαχαίρωσε όλους».
«Αστερίας»: ειρωνικά ο πολύ έξυπνος, το «αστέρι». Στην πραγματικότητα εννοούν τον χαζό και πρόκειται για χαρακτηρισμό που αποδίδουν οι κρατούμενοι κυρίως σε σωφρονιστικούς υπαλλήλους.
«Βέρι»: το νταλαβέρι η συναλλαγή.
«Με πας βόλτα», «με πας ταξίδι»: μιλάς παραπλανητικά.
«Βρέχει»: παράνομη είσοδος ναρκωτικών στη φυλακή.
«Γέλιο», «να σου κοπεί το γέλιο»: Το γέλιο στον χώρο της φυλακής είναι σπάνιο εξαιτίας των σκληρών συνθηκών διαβίωσης. Η φράση «να σου κοπεί το γέλιο» σημαίνει να μην μιλάς και να μη χαζογελάς μέχρι να γίνει το δικαστήριο σου και να δεις ποια ποινή θα σου επιβληθεί. Αυτή η φράση απευθύνεται συνήθως στους υπόδικους κρατουμένους που δεν έχουν συνειδητοποιήσει, όπως ανέφεραν άλλοι έγκλειστοι, «τι εστί φυλακή».
«Γκοτζίλα»: το κρέας. Η λέξη είναι δανεισμένη από την αργκό του στρατού.
«Δαγκώνω»: αποσπώ με ύπουλα μέσα πράγματα από συγκρατούμενους, όπως τσιγάρα και τηλεκάρτες.
«Με δώσανε»: με συνέλαβαν.
«13άρης»: ο τοξικοεξαρτημένος.
«12αρι»: ο περιστασιακός χρήστης ναρκωτικών.
«Δουλειά»: οι παράνομες δραστηριότητες.
«Ζαμπόν»: η πρέζα, τα ναρκωτικά. Η λέξη προέρχεται από την αργκό των τοξικοεξαρτημένων.
«Ζαπρέ»: η πρέζα. Η λέξη έχει προκύψει από αναγραμματισμό.
«Θείος»: ο αστυφύλακας.
«Καμένος»: ο κρατούμενος που του έχει επιβληθεί μία πολύ μεγάλη ποινή. Επίσης χρησιμοποιείται για τους ανόητους.
«Γερή καμπάνα»: μεγάλη ποινή.
«Καντίνα»: τα χρήματα που γράφονται στην καρτέλα κάθε κρατούμενου. «Γράφω καντίνα» σημαίνει ότι παραγγέλνω από το κυλικείο της φυλακής, «δεν έχω καντίνα» σημαίνει ότι δεν έχω χρήματα στην καρτέλα μου.
«Καπάκι»: μονάδα μέτρησης πρέζας που χρησιμοποιείται στη φυλακή. Συνήθως με στυλό, φτιάχνεται ελλείψει άλλων μέσων.
«Κάρτα», «ανοίγω κάρτα»: πρόκληση προβλημάτων και αναταραχών.
«Κέρατα»: οι αστυνομικοί, «κερατιά» είναι το περιπολικό. Η συγκεκριμένη λέξη έχει προκύψει από το λεγόμενο «καρούμπαλο» ή «κέρατο» των περιπολικών.
«Πήγε στο κιούπι και έγινε κομοδίνο»: Πήγε στην απομόνωση και από τα ηρεμιστικά χάπια που του έδωσαν έγινε σαν το κομοδίνο, δηλαδή δεν κουνιέται και δεν μιλάει.
«Κλέφτης»: το αποστακτήριο, το οποίο χρησιμοποιούν οι έγκλειστοι για να φτιάχνουν τσίπουρο.
«Κοινωνία»: είναι η ελεύθερη κοινωνία, η ζωή εκτός φυλακής. Όταν κάποιος έρχεται απ' έξω του λένε «μυρίζεις κοινωνία».
«Το κολέγιο», το «κολέγιο του εγκλήματος»: η φυλακή.
«Λοστρέ»: ο τρελός.
«Το λεγκένι», «ο λεγκένης»: ο κρατούμενος που στον χώρο των φυλακών κάνει δουλειά σε κάποιον άλλον, κάνει αγγαρείες.
«Το λαρύγγι»: ο κρατούμενος που καρφώνει τους συγκρατούμενούς του.
«Μπαλάκι»: τα ναρκωτικά.
«Τα στρουμφάκια»: οι αστυνομικοί. Η λέξη προκύπτει από τη μπλε στολή τους.
«Ντεκαρισμένος», «σουσταρισμένος», «πυροβολημένος»: το άτομο που έχει πάρει αναβολικά.
«Στρατηγός»: ο αρχιρουφιάνος στη φυλακή.
«Συνοικέσια», «παντρέματα», «κονέ», «μερτικά»: τα ναρκωτικά.
«Τελειωμένος»: στο πλαίσιο της άτυπης ιεραρχίας που υπάρχει στη φυλακή, οι κρατούμενοι που βρίσκονται εκεί για αδικήματα που δεν σχετίζονται με ναρκωτικά, όπως ανθρωποκτονίας, ληστείες κ.α., συνηθίζουν να αποκαλούν «τελειωμένους» τους τοξικοεξαρτημένους συγκρατούμενούς τους.
Όσον αφορά στην ιεραρχία της φυλακής, την περίοδο που έγινε η έρευνα, στην ανώτερη βαθμίδα βρίσκονταν, σύμφωνα με τους έγκλειστους, οι οικονομικοί εγκληματίες. Αυτοί ήταν οι λεγόμενοι «σοβαροί κρατούμενοι». «Αυτός είναι μέσα για οικονομικό έγκλημα, είναι σοβαρός». Οι τοξικοεξαρτημένοι βρίσκονταν στην κατώτερη βαθμίδα.
Τέλος, η ερευνήτρια τονίζει πως χρειάζεται προσοχή σε μερικές λέξεις, όταν μιλάει κάποιος σε έναν κρατούμενο. «Για παράδειγμα δεν θα πεις σε έναν κρατούμενο "χρόνια πολλά", ακόμα και αν έχει τα γενέθλιά του. Θα του πεις "χρόνια καλά" γιατί θα δημιουργηθεί η παρεξήγηση ότι το χρόνια πολλά αφορά στη φυλακή. Όπως επίσης, δεν θα χρησιμοποιήσεις κάποια έκφραση του τύπου "σιδεροκέφαλος"».
***
Η διατριβή της Αγγελικής Καρδαρά εκπονήθηκε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, στο τμήμα Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, με ακαδημαϊκό υπεύθυνο τον καθηγητή εγκληματολογίας Γιάννη Πανούση. Το 2014 εκδόθηκε σε βιβλίο από τις εκδόσεις νομικών βιβλίων Αντωνίου Σάκκουλα, υπό τον τίτλο «Φυλακή και γλώσσα».
Η Α. Καρδαρά είναι διδάκτωρ, φιλόλογος, συγγραφέας, συνεργάτιδα του Πανεπιστημίου Αθηνών στο πλαίσιο e-learning προγραμμάτων καθώς και συνεργάτιδα του Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος ως εισηγήτρια σεμιναριακών μαθημάτων.
Σημειώνεται πως θα είναι επίσης εισηγήτρια στο σεμινάριο με θέμα «Φυλακές: Έρευνα και Γλωσσικά Ζητήματα», του Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος, το οποίο ξεκινά στις 9 Φεβρουαρίου. Περισσότερες πληροφορίες εδώ.