«Έχουμε τα περιθώρια να μην επιβαρυνθούν περαιτέρω οι συνταξιούχοι. Είμαστε πιο ισχυροί σε πολιτικό και δημοσιονομικό επίπεδο καθώς πλέον αποδεικνύουμε ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε και πιστεύω ότι το κλίμα αλλάζει και στο Βερολίνο», δήλωσε η υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Έφη Αχτσιόγλου.
Ειδικότερα, σε συνέντευξή της στον Real FM, η κα Αχτσιόγλου είπε ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού είναι βασικό μέλημα της κυβέρνησης, ενώ τόνισε ότι το μέτρο της απομείωσης της προσωπικής διαφοράς δεν είναι αναγκαίο, ούτε δημοσιονομικά ούτε διαρθρωτικά.
«Ο ερχομός των τεχνικών κλιμακίων στην Ελλάδα δεν έχει πλέον καμία σχέση με αυτά που συνέβαιναν εντός των μνημονίων και των αξιολογήσεων που έλαβαν χώρα. Πλέον ο έλεγχος θα αφορά μόνο στην επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, τα μέσα επίτευξης αφήνονται στην πολιτική ελευθερία της κυβέρνησης υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα επέλθουν μεγάλες ανατροπές στις μεταρρυθμίσεις», ανέφερε.
«Η εποπτεία μοιάζει με την εποπτεία που υπάρχει σε άλλες χώρες που εξήλθαν από τα μνημόνια. Ναι μεν είναι συχνές οι επαφές, αλλά ο χαρακτήρας της ίδιος. Τα κλιμάκια θα κάνουν συστάσεις αλλά οι συστάσεις δεν έχουν χαρακτήρα δεσμευτικότητας και υποχρεωτικότητας», πρόσθεσε.
Όσον αφορά στο μέτρο περικοπής των συντάξεων η κ. Αχτσιόγλου είπε ότι «δεν είναι αναγκαίο δημοσιονομικά ούτε και διαρθρωτικά. Η συνταξιοδοτική δαπάνη της χώρας είναι πολύ κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο συν ότι υπεραποδίδουμε στους δημοσιονομικούς στόχους. Θεωρώ ότι έχει διαμορφωθεί η πολιτική στήριξη σε ευρωπαϊκό επίπεδο, προκειμένου να αποφύγουμε τις περαιτέρω επιβαρύνσεις των συνταξιούχων. Αποδεικνύουμε ότι ισχύουν και τα δύο επιχειρήματά μας, καθώς και το πλεόνασμα του ΕΦΚΑ είναι ισχυρό και υπεραποδίδουμε στους στόχους του 3,5%».
Όπως υποστήριξε, βασικό μέλημα της κυβέρνησης είναι η αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων μέσω των συλλογικών συμβάσεων και την αύξηση του κατώτατου μισθού. «Προς το τέλος του έτους, αρχή του επόμενου εκτιμώ ότι θα έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία για την αύξηση του κατώτατου μισθού» ανέφερε.
«Έχουμε αποδείξει ότι αυτή η κυβέρνηση κάνει, ειλικρινά, ό,τι περνά από το χέρι της για την υποστήριξη των συνταξιούχων, όπως με την επιστροφή των παρανόμως παρακρατηθεισών εισφορών υγείας στα τέλη του 2017 και τη διανομή μερίσματος σε χαμηλοσυνταξιούχους» υπογράμμισε η κ. Αχτσιόγλου.
Αυτό θα γίνει με δύο τρόπους, όπως ανέφερε: ο ένας είναι η αύξηση του κατώτατου μισθού, για να αυξηθεί άμεσα το εισόδημα όσων αμείβονται με τον κατώτατο.
«Η διαδικασία που υπάρχει και την οποία θα τηρήσουμε, απαιτεί μία σειρά από εκθέσεις που θα δοθούν από συγκεκριμένους επιστημονικούς φορείς, διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους και στο τέλος την απόφαση του Υπουργού Εργασίας για την αύξηση. Θα ξεκινήσουμε τη διαδικασία άμεσα».
Ο δεύτερος τρόπος υπογράμμισε η κ. Αχτσιόγλου είναι οι συλλογικές συμβάσεις, που επιτρέπουν να αυξάνονται οι μισθοί σε όλα τα μισθολογικά επίπεδα. «Αυτό το έχουμε ήδη νομοθετήσει και εξετάζουμε πια την επέκταση κλαδικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας».
Για την πορεία των εκκρεμών αιτήσεων συνταξιοδότησης η υπουργός δήλωσε ότι γίνεται εντατική δουλειά για την εκκαθάρισή τους, παρά την ακραία κατάσταση που παρελήφθη, όπως σημείωσε.
«Στις αρχές του 2015 παραλάβαμε 400.000 απλήρωτες συντάξεις στα συρτάρια μας. Σε αυτό να έχουμε υπόψη ότι κάθε μήνα προστίθενται και νέες. Αυτή τη στιγμή οι εκκρεμείς κύριες συντάξεις είναι 47.000 και τα εκκρεμή εφάπαξ είναι περίπου 27.000. Άρα καταλαβαίνετε ότι πάμε πολύ καλά και μέχρι τέλος του χρόνου θα τις έχουμε εκκαθαρίσει. Είναι θετικό το γεγονός ότι με το νέο σύστημα οι συντάξεις βγαίνουν αρκετά γρήγορα. Δηλαδή, εντός του 2017 από τις αιτήσεις που υποβλήθηκαν περίπου το 70% εκκαθαρίστηκε εντός του ίδιου έτους» πρόσθεσε.
Για τις ασφαλιστικές εισφορές των μη μισθωτών υπογράμμισε ότι, με βάση τα ειδοποιητήρια που στέλνονται στους ελεύθερους επαγγελματίες, το 88% πληρώνει λιγότερα σε σχέση με το παλαιότερο σύστημα και ότι η συντριπτική πλειονότητα πληρώνει κάτω από 200 ευρώ το μήνα.
Σημείωσε μάλιστα ότι «για το 2019 έχουμε διαθέσιμο δημοσιονομικό χώρο άνω των 750 εκατ. ευρώ, με δεδομένη την επίτευξη του στόχου για πλεόνασμα 3,5%. Αυτά τα 750 εκατ. ευρώ θα διατεθούν σε φοροελαφρύνσεις, εισφοροελαφρύνσεις και κοινωνικές παροχές».
Τέλος, αναφερόμενη στο γεγονός της εξόδου της χώρας από τα μνημόνια τόνισε πως η δανειακή συνθήκη και τα μνημόνια «όπως τα γνωρίσαμε έχουν λάβει τέλος, είτε αρέσει είτε δεν αρέσει στην αξιωματική αντιπολίτευση».