Από τις αυτοδιοικητικές εκλογές μας χωρίζουν περίπου 6 εβδομάδες. Ποιος νοιάζεται για κάτι τέτοιο τώρα που καίγεται η χώρα απ’ άκρη σ’ άκρη και θάβει ανθρώπους που προσπαθούσαν μόνοι να τη σβήσουν;
Λογικά, περιπτώσεις σαν τον Γιώργο Πατούλη νοιάζονται γι’ αυτό. Διότι ως γνήσια πολιτικά ζώα γνωρίζουν εκ πείρας ότι οι 6 εβδομάδες είναι χρόνος αρκετός για να ξεχαστούν τα πάντα – η κοντή μνήμη είναι η μοίρα μας στην Ελλάδα, κι ας μας αφανίζει σιγά – σιγά. Πότε στο Μάτι, πότε στα Τέμπη, πότε πάνω από την Κάρυστο.
Η κοντή μνήμη (για την Ελλάδα μιλάμε πάντα) είναι αυτή που δεν αφήνει να συμβεί και κανένα πραγματικό cancel. Αυτή που επιτρέπει σε γραφικότητες, γελοιότητες και εξωφρενικά πράγματα να ξεχαστούν, αυτή που εξισώνει τον επιστήμονα με τον γυρολόγο, αυτή που κάτω από τον οδοστρωτήρα της εννοεί να ξεχαστούν ρεζιλίκια και φαιδρότητες, αυτή που πολτοποιεί τα σοβαρά με τα καταγέλαστα και στο τέλος μας στέλνει στην κάλπη, αλαφρούς και δροσισμένους σαν πουλάκια στην πηγή.
Με την πρώτη υποχώρηση της κολασμένης ζέστης, με το πρώτο μνημόσυνο των παιδιών που πήγαν άκλαφτα –και η ηγεσία του υπουργείου Αμύνης απόκλαιγε σε ζωντανή σύνδεση- και τα πρώτα σηκωμένα (αιωνίως) πολιτικά μανίκια, θα ξεχαστούν και τα megafires και τα καμένα ζώα και οι εικόνες ντροπής των τουριστών πάνω σε καρότσες να απομακρύνονται αλλόφρονες από τη γη μας για να σωθούν.
Κι αν ξεχάστηκαν αυτά, τα σοβαρά, τα σκοτεινά, τα ανυπέρβλητα, δεν θα ξεχνιόταν ο βίος και η πολιτεία των χρυσών σαλονιών και των ξεφωνημένων διαζυγίων; Δεν θα ξεχνιούνταν οι τηλενουβέλες για το «ποια καινούρια σύντροφος μπήκε στη ζωή του ιατρού και πολιτικού»; Τα γλιτσιασμένα πάνελ της κακιάς ώρας; Αλίμονο.
Κι αν η μνήμη η δική μας είναι κοντή, η μνήμη της Google είναι ελεφαντίσια. Αν πληκτρολογήσεις «Γιώργος Πατούλης» πρώτο πρώτο θα σου πετάξει ένα γλειφτικό άρθρο για τα δύσκολα παιδικά χρόνια –του «ιατρού και πολιτικού»- με την δραστήρια ακαδημαϊκή (!) ζωή, το “good looking” παρά τα εξηντατόσα χρόνια, και τις επιτυχίες στο άλλο φύλο. Είναι να τρελαίνεσαι κάπως, αλλά τι να γίνει; Φάρμακο για τη βλακεία και για τις γερές χορηγούμενες στο διαδίκτυο της καλογυαλισμένης λινάτσας (λέγε με SEO) δεν υπάρχει ακόμη.
Φυσικά, όταν τον Μάιο χτυπούσαν τα τέλια για ταμειακό έλλειμμα της τάξης των 162 εκ. ευρώ στην Περιφέρεια, κανείς –ούτε οι δημοσιογράφοι- δεν προλάβαινε να συγκινηθεί (αλήθεια, με αυτό το υπόμνημα προς το Ελεγκτικό Συνέδριο τι ψάρια πιάσαμε;).
Είχαμε εκλογές μπροστά να περιμένουν και ίσως να έπαιξε ρόλο και το γεγονός ότι η καταγγελία έγινε από την παράταξη της Ρένας Δούρου, που, ομοίως δεν είχε να καμαρώνει και πολύ για τις δικές της «βάρδιες» στην Περιφέρεια, ειδικά εκείνες που καθόλου ηρωικά προσπάθησε να σπρώξει μακριά από το κατώφλι της. Τι κακό αυτή την τελαμώνα να μη θέλει κανείς να την κουβαλήσει μαζί με τις ευθύνες της...
Κάτι μικροκρωξιμάτα και λίγα ξέπνοα νιαουρίσματα ακούστηκαν τη μέρα που πλάνταξε η Αθήνα από τον καύσωνα και ο πολύς τοπικός πανάρχων έκλεισε τα πάρκα (για μην καούν!), κάτι memes και αστεϊσμοί των γλουτιαίων παίξανε τη μέρα που στα Μέσα κυκλοφόρησαν φωτογραφίες του με γένια τριών ημερών και κάπου θολωμένο ίδρωνε το ρολόι του και μέχρι εκεί. Τώρα φωνάζουμε για το ζεϊμπέκικο στο Ζάππειο και τις χορευτικές φιγούρες την ώρα που στην Αγχίαλο ζουν από καθαρή τύχη και στην Κάρυστο ο τόπος βαστεί γιατί τον ταϊσαμε με αίμα...
Τώρα, φυσικά είναι αργά. Καθόμαστε και παρακολουθούμε τον εμπαιγμό μίας συγνώμης, την ώρα που ένας κάπου λιάζεται και ο άλλος κάπου ράθυμα ξεμπουκώνει τα πολιτικά του άγχη, ακούγοντας μπράβο για τα αετιλίκια του την ώρα του χορού. Ακούμε για δυσφορία, για «όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά», ενώ θα έπρεπε να έχουν κοπεί γλουτιαίοι και ποδάρια χωρίς περιθώριο για μισό κιχ. (Και βέβαια, να το πούμε κι αυτό, ωραίο το γλεντάκι στο Ζάππειο, τρομερό το ζεϊμπέκικο, όμως και οι συνγλεντώντες που βαρούσαν παλαμάκια στον Περιφερειάρχη, τρομεροί κι αυτοί, γεμάτοι νοιάξιμο και ενσυναίσθηση).
Κατά τα λοιπά κανείς δεν θυμάται πώς πέρασαν ανέμελα τα χρόνια στο Μαρούσι με τον ποδηλατόδρομο (τρε σικ ετ Ιροπέν), τις λευκές νύχτες και την αποχή από τον μισθό του Δημάρχου για ένα μήνα (touché), ξεχνάμε με φόρα τα πάντα και θυμόμαστε μόνο να πέσουμε από τα σύννεφα, όταν μας καταπιεί το ρέμα, μας κάψει η φωτιά, μας πέσει ένα μπαλκόνι στο κεφάλι. Δεν λέμε και πολλά για το έχειν και το κατέχειν του άλλου, του οποιουδήποτε άλλου, μη μας πουν και πεινασμένους και ότι γλωσσοφάγαμε τους πάρα πολύ μορφωμένους, τους "ακαδημαϊκούς" που το γύρισαν στην πολιτική γιατί...είχαν να δώσουν.
Το πιο απογοητευτικό όλων, όμως, είναι ότι υπήρξαν άνθρωποι –και αυτοί που βγαίνουν από την κάλπη και αυτοί που τη γεμίζουν- που πίστεψαν ότι ο Πατούλης της παλιάς χρυσής σαλονίλας, της ανυπόφορης έπαρσης και του αγονάτιστου κιτς, θα μπορούσε να μεταλλαχθεί σε κάτι άξιο να εκπροσωπεί αυτή τη γεωγραφική ταλαιπωρία που ονομάζεται Περιφέρεια Αττικής.
Που οι περγαμηνές σε άλλους προεδρικούς θώκους –βλέπε Ιατρικό Σύλλογο Αθηνών και Κεντρική Ένωση Δήμων Ελλάδος-, αλλά και η επί σειρά ετών δημαρχία στο Μαρούσι πολλές φορές «στραβώνουν» ως προς το ποιόν του πολιτικού. Γιατί του ανδρός κανέναν δεν νοιάζει πια.