Το να είσαι πρόσφυγας δε σημαίνει ότι είσαι ανήμπορος, τονίζει σε συνέντευξή του ο δρομέας Γιετς Πουρ Μπιλ που έφυγε ανήλικος πρόσφυγας από το Σουδάν και, όχι μόνο βγήκε ζωντανός από τον εμφύλιο πόλεμο αλλά κατάφερε να τρέξει και στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ριο, το 2016.
Ο Μπιλ ήταν δέκα χρονών όταν η καλύβα που έμενε με την οικογένειά του έγινε στάχτη. Έμαθε να προστατεύει τον εαυτό του και επιβίωσε μόνος του, τρώγοντας φύλλα και φρούτα, ώσπου έφτασε εξαντλημένος σε ένα κέντρο προσφύγων στην Κένυα, εκεί όπου έμαθε αργότερα να τρέχε.
Δέκα χρόνια μετά, ο 21χρονος πλέον αθλητής έτρεξε σε αγώνα ταχύτητας 800 μέτρων στο Ρίο - όντας ένας από τους δέκα αθλητές της πρώτης ολυμπιακής ομάδας προσφύγων.
Μαζί του ήταν δύο Σύριοι κολυμβητές, δύο αθλητές του τζούντο από το Κογκό, ένας μαραθωνοδρόμος από την Αιθιοπία και τέσσερις δρομείς μεσαίων αποστάσεων από το Νότιο Σουδάν.
Όλοι τους είχαν υποφέρει απερίγραπτα, όχι μόνο από τον αποχωρισμό ή ακόμα και την απώλεια των αγαπημένων τους προσώπων, αλλά και από την υπερπροσπάθεια για να πετύχουν τα ολυμπιακά όρια στα αγωνίσματά τους, κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες.
Η προπόνηση του Μπιλ γινόταν σε έναν καταυλισμό προσφύγων στην Κένυα όπου διέμεναν περίπου 200.000 άνθρωποι.
«Στον καταυλισμό δεν είχαμε κατάλληλες εγκαταστάσεις... τι λέω, δεν είχαμε καν παπούτσια», εξηγεί καθώς περιγράφει την προετοιμασία του για το Ρίο. «Δεν υπήρχε γυμναστήριο και ακόμα και ο καιρός ήταν πολλές φορές ήταν αντίξοος καθώς οι υψηλές θερμοκρασίες ήταν απαγορευτικές για να προπονηθώ», θυμάται.
Πριν τρέξει είχε δηλώσει πως ακόμα και αν δεν κέρδιζε μετάλλιο, θα έδειχνε στον κόσμο για πόσα πράγματα είναι ικανοί οι πρόσφυγες. Τελικά δεν ανέβηκε στο βάθρο αλλά το να βρίσκεται εκεί ήταν για αυτον εξίσου σημαντικό.
Όπως λέει, μόνο δύο φορές θυμάται να έχει κλάψει στη ζωή του: όταν τον χώρισαν από τη μητέρα του και όταν επιλέχθηκε για να τρέξει στο Ρίο.
Τον προηγούμενο μήνα του δόθηκε η ευκαιρία να βοηθήσει και άλλους σαν εκείνον, μετέχοντας στην επιτροπή του Ολυμπιακού Ιδρύματος Προσφύγων που φροντίζει για την κατασκευή αθλητικών εγκαταστάσεων και προγραμμάτων για ξεριζωμένα και συχνά ασυνόδευτα παιδιά.
Ο Μπιλ είναι πλέον 23 ετών και δηλώνει περήφανος που εκπροσωπεί τα 65,6 εκατομμύρια προσφύγων που γυρνούν στον κόσμο επειδή αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους εξαιτίας κάποιου πολέμου ή λιμού.
Θεωρεί την άθληση μια ευκαιρία αλλαγής για τα ξεριζωμένα παιδιά του πλανήτη.
Η Ολυμπιακή Επιτροπή Προσφύγων είναι καρπός της συνεργασίας της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής με τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών και τις προσπάθειές της έχουν στηρίξει με δωρεές τόσο η Ολυμπιακή Επιτροπή του Κατάρ όσο και η κυβέρνηση του Λίχτενστάιν.
Ο Ύπατος Αρμοστής των Ηνωμένων Εθνών για τους πρόσφυγες, Φιλίπο Γκράντι, πιστεύει πως η άθληση είναι κρίσιμη για τους νέους πρόσφυγες.
«Βοηθά τα παιδιά να ανασυνταχθούν, εισάγοντας μία κανονικότητα στις διαλυμένες ζωές τους. Για τα προσφυγόπουλα, οι οργανωμένες αθλητικές δραστηριότητες είναι ένα πεδίο που μπορούν να αναπτυχθούν και να εξελιχθούν».
Μετά την δημοσιότητα που έλαβε ο Μπιλ, κατάφερε να ξαναμιλήσει με την μητέρα του, της οποίας τα ίχνη είχε χάσει. Η γυναίκα έχει μεταφερθεί πλέον σε έναν καταυλισμό προσφύγων στην Αιθιοπία και μιλά συχνά με τον γιο της στο τηλέφωνο, αν και δεν έχει καταφέρει να τον δει διά ζώσης.
Ο Μπιλ έχει ήδη ξεκινήσει να σπουδάζει διεθνείς σχέσεις και παράλληλα προπονείται στο Ίδρυμα Ειρήνης Tegla Loroupe στην Κένυα, ελπίζοντας πως θα επιλεγεί για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκιο το 2020.
«Με αυτό τον τρόπο θα αποδείξω σε ανθρώπους σαν εμένα ότι έχουν μία ευκαιρία και μπορούν να ελπίζουν σε μια καλύτερη ζωή. Μέσα από την μόρφωση - αλλά και το τρέξιμο επίσης - μπορείς να αλλάξεις τον κόσμο».
Mε πληροφορίες από Guardian
σχόλια