Το πόσο θα αυξηθεί η θερμοκρασία του πλανήτη εξαιτίας του φαινομένου του θερμοκηπίου αποτελεί ένα από τα πιο θεμελιώδη ερωτήματα στην κλιματική επιστήμη - ταυτόχρονα όμως και ένα από τα πιο δύσκολα προς απάντηση. Και η αντιπαράθεση των επιστημόνων συνεχίζεται.
Τα τελευταία χρόνια, ορισμένα μέλη της επιστημονικής κοινότητας υποστηρίζουν ότι τα κλιματικά μοντέλα είναι πιθανό να προβλέπουν μία μεγαλύτερη του αναμενομένου αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας, αλλά και ότι η κλιματική αλλαγή ίσως δεν αποδειχθεί τόσο σοβαρή.
Μία νέα έρευνα του πανεπιστημίου του Χάρβαρντ που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό «Science», όμως, έρχεται να διαψεύσει αυτές τις προσδοκίες, υποστηρίζοντας ότι τα κλιματικά μοντέλα που χρησιμοποιούνται για την μέτρηση των παγκόσμιων θερμοκρασιών είναι μάλλον σωστά.
Σύμφωνα με την έρευνα, η άνοδος της παγκόσμιας θερμοκρασίας που καταγράφεται τις τελευταίες δεκαετίες δεν αντανακλά πλήρως την αύξηση της θερμοκρασίας παγκοσμίως, καθώς επίσης και πως η υπερθέρμανση του πλανήτη είναι πιθανό ν' αποδειχθεί πολύ χειρότερη απ' όσο πιστεύουμε.
Ο ρυθμός μεταβολής της θερμοκρασίας διαιρεμένης με τον κλιματικό εξαναγκασμό ονομάζεται κλιματική ευαισθησία και θεωρείται η πιο σημαντική κλίμακα μέτρησης της κλιματικής αλλαγής.
Τα μοντέλα των υπολογιστών έχουν δείξει εδώ και καιρό ένα υψηλό επίπεδο «ευαισθησίας» που φτάνει μέχρι και τους 4,5 βαθμούς κελσίου αν διπλασιαστεί η ποσότητα του CO2 στην ατμόσφαιρα.
Ωστόσο, κάποιες εκτιμήσεις σχετικά με την κλιματική ευαισθησία που βασίζονται σε ιστορικά αρχεία θερμοκρασιών από τον προηγούμενο αιώνα αμφισβητούν τις μετρήσεις και υποστηρίζουν αντίθετα ότι μέση θερμοκρασία του πλανήτη ίσως να μην υπερβεί τους 3 βαθμούς κελσίου. Θεωρητικά, μία τέτοια μικρή αύξηση μπορεί και να σήμαινε ότι ο πλανήτης θα μπορούσε να παραμείνει ασφαλής με χαμηλότερες περικοπές στις εκπομπές ρύπων, κάτι που είναι πιο εύκολο να επιτευχθεί.
Η νέα αυτή έρευνα, η οποία χρησιμοποιεί ταυτόχρονα κλιματικά μοντέλα αλλά και παλαιοκλιματικά δεδομένα από θερμότερες περιόδους του πλανήτη, δείχνει ότι από μόνες τους οι ιστορικές μετρήσεις δεν αποτυπώνουν την αργή υπερθέρμανση των ωκεανών που σημειώνεται εδώ και δεκαετίες ή αιώνες, από την εποχή δηλαδή που το διοξείδιο του άνθρακα άρχισε να συγκεντρώνεται στην ατμόσφαιρα.
«Η ελπίδα ήταν η κλιματική ευαισθησία να είναι χαμηλότερη και η Γη να μην υπερθερμανθεί τόσο πολύ» δήλωσε ο υπεύθυνος της έρευνας Cristian Proistosescu. «Υπήρχε αυτό το κύμα αισιοδοξίας».
«Το ανησυχητικό κομμάτι είναι πως όλα τα μοντέλα δείχνουν ότι θα υπάρξει μεγαλύτερη άνοδος της θερμοκρασίας στο μέλλον», εξήγησε ο Proistosescu.
Μάλιστα, η κατάσταση μπορεί να αποδειχθεί χειρότερη, αφού η έρευνα του Proistosescu καταδεικνύει ότι η κλιματική ευαισθησία είναι πιθανό να φτάσει ακόμη και τους 6 βαθμούς κελσίου.
Ο καθηγητής Bill Collins του πανεπιστημίου του Ρέντινγκ, o οποίος δεν έχει καμία σχέση με την έρευνα, δήλωσε στη Guardian: «Ορισμένοι εκτιμούν ότι μπορεί να είμαστε τυχεροί και να αποφύγουμε τους κινδύνους της κλιματικής αλλαγής χωρίς να χρειαστεί να λάβουμε αποφασιστικά μέτρα σε περίπτωση που το κλίμα δεν είναι τόσο ευαίσθητο στους ρύπους του CO2. Η έρευνα αυτή αποδεικνύει ότι κάτι τέτοιο είναι απίθανο».
Με βάση την έρευνα του Χάρβαρντ το ανώτατο όριο των 4,5 βαθμών κελσίου είναι πέρα για πέρα αληθινό και δείχνει ότι η αύξηση των παγκόσμιων θερμοκρασιών δεν μπορεί να ανασχεθεί.
Η μέση θερμοκρασία του πλανήτη είναι πιθανό να αυξηθεί από 2,6 έως 4,8 βαθμούς Κελσίου μέχρι το τέλος του αιώνα αν δεν ελαττωθούν οι εκπομπές ρύπων.
Με πληροφορίες από Guardian και Washington Post
σχόλια