Επιστήμονες διαπίστωσαν ότι ίσως είναι πιθανό να εντοπιστούν σημάδια της άνοιας ακόμη και εννέα χρόνια προτού γίνει η επίσημη διάγνωση.
Τα ευρήματα αυτής της μελέτης επιστημόνων του πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ χαρακτηρίζονται σημαντικά από ειδικούς. Γιατί μπορεί πιθανόν στο μέλλον να βοηθήσουν στην παρακολούθηση ατόμων που διατρέχουν κίνδυνο, έτσι ώστε να επιλέγονται εκείνοι που μπορούν να βοηθηθούν από παρεμβάσεις, αλλά και άτομα για τη συμμετοχή σε κλινικές δοκιμές, για νέες θεραπείες.
«Όταν εξετάσαμε το ιστορικό ασθενών, έγινε σαφές ότι εμφάνιζαν κάποια γνωστικά προβλήματα αρκετά χρόνια προτού γίνουν αρκετά εμφανή τα συμπτώματά τους, προκειμένου να οδηγήσουν σε μια διάγνωση. Αυτά τα προβλήματα ήταν συχνά ανεπαίσθητα, αλλά σε αρκετές πτυχές τις γνωστικής λειτουργίας», σημείωσε ο Nol Swaddiwudhipong, επικεφαλής συγγραφέας της έρευνας.
«Αυτό είναι ένα βήμα για να μπορέσουμε να παρακολουθούμε ανθρώπους που είναι σε μεγαλύτερο κίνδυνο- για παράδειγμα άτομα άνω των 50 ετών ή εκείνους που έχουν υψηλή αρτηριακή πίεση ή δεν γυμνάζονται αρκετά- και να παρέμβουμε σε πρώιμο στάδιο, προκειμένου να τους βοηθήσουμε να μειωθεί ο κίνδυνος», συμπλήρωσε.
Αυτή τη στιγμή υπάρχουν πολύ λίγες αποτελεσματικές θεραπείες για την άνοια. Αυτό εν μέρει οφείλεται στο γεγονός ότι συχνά η διάγνωση γίνεται μόνο όταν εμφανίζονται τα συμπτώματα, ενώ το υποκείμενο πρόβλημα μπορεί να υπάρχει για χρόνια ή ακόμη και δεκαετίες, σύμφωνα με τους ειδικούς. Κάτι που συνεπάγεται ότι μέχρι να μετάσχουν σε κλινικές δοκιμές οι ασθενείς, μπορεί να είναι ήδη πολύ αργά για να αλλάξει η πορεία της ασθένειας.
Έως τώρα, δεν ήταν σαφές εάν ήταν δυνατή η ανίχνευση αλλαγών στη λειτουργία του εγκεφάλου, προτού εμφανιστούν τα συμπτώματα. Οι ερευνητές του πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ ανέλυσαν στοιχεία από βιοϊατρική βάση δεδομένων στη Βρετανία. Πέρα από πληροφορίες για την υγεία, συγκέντρωσαν δεδομένα από πλειάδα τεστ, μεταξύ άλλων επίλυση προβλημάτων, μνήμης, χρόνου αντίδρασης, όπως και στοιχεία για την απώλεια και την αύξηση βάρους και τον αριθμό των πτώσεων.
Οι άνθρωποι που στη συνέχεια εμφάνισαν Αλτσχάιμερ είχαν χειρότερες επιδόσεις σε σύγκριση με τους υγιείς σε ό,τι αφορά την επίλυση προβλημάτων, τον χρόνο αντίδρασης, το να θυμούνται λίστες με αριθμούς και στα τεστ μνήμης. Σύμφωνα με τη μελέτη, ήταν πιο πιθανό να είχαν μία πτώση τους προηγούμενους 12 μήνες, σε σύγκριση με τους υγιείς ενήλικες.
«Οι άνθρωποι δεν θα πρέπει να ανησυχούν αδικαιολόγητα εάν για παράδειγμα δεν είναι καλοί στο να θυμούνται αριθμούς. Ακόμη και κάποιοι υγιείς ενήλικοι τα πάνε καλύτερα ή χειρότερα από συνομηλίκους τους», σημείωσε ο δρ. Timothy Rittman, εκ των συγγραφέων της μελέτης. «Όμως, ενθαρρύνουμε να μιλήσει με τον γιατρό του όποιον ανησυχεί ή παρατηρεί ότι η μνήμη τους χειροτερεύει», συμπλήρωσε.
Με πληροφορίες από Guardian