Πάνω από 100 χρόνια πριν, όταν εμφανίστηκε μια νέα ασθένεια που έμοιαζε με γρίπη, η πρώτη αντίδραση της Ισπανίας ήταν να γελάσει, γράφει η «El Pais», η οποία δημοσίευσε ένα σύντομο χρονογράφημα για να υπογραμμίσει ομοιότητες και διαφορές στις δύο υγειονομικές κρίσεις.
Στις 22 Μαΐου 1918, στην πρώτη σελίδα της ισπανικής εφημερίδας «ABC» αναφέρθηκε μια νέα ασθένεια που περιγραφόταν ως παρόμοια με τη γρίπη, αλλά με ηπιότερα συμπτώματα. Τον ίδιο μήνα, η Μαδρίτη πραγματοποίησε τις εορταστικές εκδηλώσεις του San Isidro, προσφέροντας τις τέλειες συνθήκες για μαζική εξάπλωση. Η νέα γρίπη ονομάστηκε αρχικά «Soldado de Nápoles» (Στρατιώτης της Νάπολης) από ένα τραγούδι σε μια λαϊκή οπερέτα πού ήταν δημοφιλής τότε.
Καθώς ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν σε εξέλιξη, οι χώρες που εμπλέκονταν στη σύγκρουση δεν ανέφεραν την ασθένεια για να διατηρήσουν ψηλά το ηθικό. Ωστόσο, η Ισπανία, η οποία παρέμεινε ουδέτερη στη σύγκρουση, ήταν ελεύθερη να καταγράφει, γι' αυτό και η πανδημία του 20ού αιώνα, που σκότωσε περισσότερους από 50 εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως έγινε γνωστή ως «ισπανική γρίπη», αν και η προέλευσή της δεν ήταν καν από την Ισπανία.
Το 2008, όταν η απειλή μιας άλλης επικείμενης πανδημίας προκάλεσε ανησυχία μεταξύ των ιολόγων και των επιδημιολόγων, ο Antoni Trilla, επικεφαλής της επιδημιολογίας στο νοσοκομείο Clínic της Βαρκελώνης, δημοσίευσε μια αναφορά για την πανδημία γρίπης του 1918 που παρουσιάζει τόσο σημαντικές διαφορές όσο και εντυπωσιακές ομοιότητες με τη σημερινή κρίση του κορωνοϊού.
Όπως και με τον τωρινό ιό, η κατάσταση το 1918 επιδεινώθηκε από το γεγονός ότι δεν λήφθηκε αμέσως σοβαρά υπόψη και η αντίδραση των υγειονομικών υπαλλήλων διαστρέβλωσε τη δικαιοδοσία τους στα μάτια των πολιτών και του Τύπου, γεγονός που αμφισβήτησε κάθε απόφαση της κυβέρνησης.
Όπως και ο σημερινός κορωνοϊός, το ξέσπασμα της γρίπης δεν έδειξε κανένα σεβασμό για τις ιεραρχίες, καθώς ο βασιλιάς Αλφόνσο ΧΙΙΙ και ο αρχηγός της κυβέρνησης, Manuel García Prieto, μολύνθηκαν.
Το 1918 οι μισοί από τους κατοίκους της Ισπανίας ήταν αναλφάβητοι και το ποσοστό βρεφικής θνησιμότητας ήταν διπλάσιο από αυτό των σημερινών φτωχότερων χωρών. Ωστόσο, πολλά μέτρα που εφαρμόστηκαν για να περιοριστεί η επιδημία ήταν παρόμοια με αυτά που εφαρμόζονται σήμερα. Τα πανεπιστήμια και τα σχολεία έκλεισαν, περιορίστηκαν τα σιδηροδρομικά ταξίδια και ομάδες απολύμανσης αναπτύχθηκαν κατά μήκος των σιδηροδρομικών γραμμών σε μια προσπάθεια περιορισμού της εξάπλωσης του ιού. Υπήρχαν επίσης τοπικές αρχές που ήταν απρόθυμες να επιβάλουν περιορισμούς. Ο δήμαρχος του Valladolid, για παράδειγμα, δίστασε να αποφασίσει την ακύρωση των γιορτών τον Σεπτέμβριο, φοβούμενος τον οικονομικό αντίκτυπο στον επιχειρηματικό ιστό της πόλης.
Ομοίως, υπήρχαν λίγα πράγματα που οι γιατροί μπορούσαν να κάνουν, εκτός από το να βοηθήσουν τους ασθενείς να επιβιώσουν, αν και οι τεχνικές ήταν πολύ πιο στοιχειώδεις. Αρκετά πειραματικά εμβόλια δοκιμάστηκαν χωρίς επιτυχία και μερικοί γιατροί προσπάθησαν ακόμα και να εφαρμόσουν την αφαίμαξη στους ασθενείς, παρά το γεγονός ότι μια τέτοια πρακτική είχε αποδειχτεί μη αποτελεσματική.
Με την επιστήμη να μη δίνει απαντήσεις, πολλοί στράφηκαν στον Θεό. Στη Ζαμόρα, μία από τις πιο σκληρές επαρχίες, ο επίσκοπος Álvaro Ballano είπε στο ποίμνιό του ότι «το κακό που κρέμεται πάνω μας είναι συνέπεια των αμαρτιών μας και της έλλειψης ευγνωμοσύνης και αυτός είναι ο λόγος που η εκδίκηση έχει πέσει επάνω μας».
Για να ενισχύσει τη στροφή στον Θεό, οργάνωσε αλλεπάλληλες λειτουργίες στον καθεδρικό ναό της πρωτεύουσας, πιθανώς διευκολύνοντας την εξάπλωση του ιού, και αντιστάθηκε στις υγειονομικές αρχές που προσπάθησαν να τις απαγορεύσουν. Από την άποψη αυτή, οι καιροί έχουν αλλάξει και οι ιερείς όχι μόνο σέβονται τις συμβουλές των υγειονομικών αρχών αλλά φροντίζουν και να προστατεύσουν τους πιστούς,
Το πρώτο στάδιο της μόλυνσης το 1918 δεν ήταν στην πραγματικότητα το πιο θανατηφόρο. Με την άφιξη του καλοκαιριού, η επιδημία υποχώρησε, αλλά το φθινόπωρο επέστρεψε δριμύτερη. Το σύστημα υγείας ήταν συγκλονισμένο και σε μια εποχή που πολλοί άνθρωποι εξακολουθούσαν να ζουν στην ύπαιθρο, οι γιατροί ήταν σπάνιοι.
Ο επίσημος αριθμός νεκρών της γρίπης του 1918 στην Ισπανία, μια χώρα μόλις 20 εκατομμυρίων κατοίκων την εποχή εκείνη, ήταν τρομακτικός. Το 1918 πέθαναν 147.114 άτομα, το επόμενο έτος, 21.245, και το 1920, 17.825. Η επιδημία διήρκεσε τρία χρόνια και στόχευε ιδιαίτερα τους νεαρούς, που ήταν εντελώς υγιείς.
Σε αναφορές της εποχής γράφεται πως τα φέρετρα είχαν εξαντληθεί και ο δήμαρχος της Βαρκελώνης ζήτησε τη βοήθεια του στρατού για τη μεταφορά και την ταφή των νεκρών. Αυτό δεν έχει συμβεί ακόμα στην Ισπανία, έχει συμβεί όμως στην Ιταλία.
Ο ισπανικός πληθυσμός μειώθηκε μόνο δύο φορές κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα. Το 1918 είχε απώλεια 83.121 ατόμων και το 1939 έχασε 50.266 λόγω του εμφυλίου.
Σήμερα, τα κρούσματα της επιδημίας στη χώρα είναι 56.188 και ο αριθμός των νεκρών 4.089.
σχόλια