Πλάσματα από τα βαθύτερα σημεία της Γης βρέθηκαν με ίνες πλαστικού στα στομάχια τους, επιβεβαιώνοντας τους φόβους πως η ανθρώπινη παρέμβαση έχει καταφέρει να μολύνει και τα πιο απομακρυσμένα μέρη του πλανήτη.
Σε έρευνα που πραγματοποίησαν ακαδημαϊκοί από το Πανεπιστήμιο του Νιουκάστλ εντοπίστηκαν ζώα που ζουν σε τάφρους βαθιά μέσα στον Ειρηνικό Ωκεανό, τα οποία είχαν μολυνθεί με ίνες που προφανώς προέρχονται από πλαστικά μπουκάλια, συσκευασίες και συνθετικά ρούχα.
Ο Dr Alan Jamieson, επικεφαλής της έρευνας, είπε πως τα ευρήματα είναι πολύ ανησυχητικά και αποδεικνύουν πως πλέον κανένα σημείο πάνω στον πλανήτη δεν έχει μείνει ανέπαφο στη ρύπανση του πλαστικού. «Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως η ρύπανση των πλαστικών έχει διεισδύσει σε τέτοιο βαθμό που τίποτα -δεν έχει σημασία πόσο απομακρυσμένο είναι- δεν έχει μείνει ανέπαφο», σχολίασε.
Οι αποδείξεις για την κλίμακα της πλαστικής ρύπανσης αυξάνονται τους τελευταίους μήνες. Νωρίτερα φέτος οι επιστήμονες εντόπισαν πλαστικό στο 83% των παγκόσμιων δειγμάτων νερού βρύσης, ενώ άλλες μελέτες έχουν βρει πλαστικό σε αλάτι και ψάρια. Οι άνθρωποι έχουν παράγει περίπου 8,3 δισ. τόνους πλαστικού από τη δεκαετία του 1950 και οι επιστήμονες τονίζουν πως πλέον διακινδυνεύεται μια μόνιμη σχεδόν μόλυνση του πλανήτη.
Ο Dr Alan Jamieson υπογράμμισε την ανάγκη άμεσης και ουσιαστικής δράσης. «Αυτές οι παρατηρήσεις είναι η πιο δυνατή καταγραφή ύπαρξης και κατάποσης μικροπλαστικού, υποδεικνύοντας ότι είναι πολύ πιθανό να μην υπάρχουν πλέον θαλάσσια οικοσυστήματα που δεν έχουν επηρεαστεί από ανθρωπογενή απορρίμματα», τόνισε, σημειώνοντας πως «το εύρημα είναι πολύ ανησυχητικό». «Η απομόνωση πλαστικών ινών από το εσωτερικό ζώων σε βάθος σχεδόν 11 χιλιομέτρων απλώς αποδεικνύει την έκταση του προβλήματος. Ταυτόχρονα, ο αριθμός των περιοχών στις οποίες βρέθηκε και οι χιλιομετρικές αποστάσεις δείχνουν ότι δεν πρόκειται για μεμονωμένη περίπτωση, είναι κάτι παγκόσμιο», κατέληξε.
Για της ανάγκες της έρευνας εξετάστηκαν δείγματα καρκινοειδών από υπερβολικά βαθιές τάφρους σε ολόκληρο τον Ειρηνικό Ωκεανό, όπως οι Mariana, Japan, Izu-Bonin, Peru-Chile, New Hebrides και Kermadec, που βρίσκονται από επτά έως περισσότερα από 10 χιλιόμετρα βαθιά, συμπεριλαμβανομένου του βαθύτερου σημείου στον ωκεανό, του Challenger Deep στο Mariana Trench. Η ομάδα εξέτασε 90 μεμονωμένα ζώα και διαπίστωσε ότι η κατάποση πλαστικού κυμάνθηκε από 50% στο New Hebrides μέχρι 100% στον βυθό του Mariana Trench.
Τα αναγνωρισμένα κομμάτια περιλαμβάνουν ημισυνθετικές ίνες, όπως Rayon, Lyocell και Ramie, όλες μικροΐνες που χρησιμοποιούνται σε προϊόντα όπως υφάσματα, πλαστικές ίνες που πιθανώς προέρχονται από πλαστικά μπουκάλια, εξοπλισμό αλιείας ή καθημερινές συσκευασίες.
Ο Jamieson δήλωσε ότι οι οργανισμοί βαθέων υδάτων εξαρτώνται από την τροφή «που πέφτει από την επιφάνεια, η οποία με τη σειρά της φέρνει μαζί οποιαδήποτε ανεπιθύμητα συστατικά, όπως το πλαστικό και οι ρύποι». «Η βαθιά θάλασσα δεν είναι μόνο ο τελικός νεροχύτης για οποιοδήποτε υλικό κατεβαίνει από την επιφάνεια, αλλά επίσης κατοικημένη από οργανισμούς συνηθισμένους σε χαμηλές δόσεις τροφής οπότε τρώνε σχεδόν τα πάντα», πρόσθεσε.
Υπολογίζεται ότι αυτή τη στιγμή μολύνουν τους ωκεανούς 300 εκατομμύρια τόνοι πλαστικού, με περισσότερα από 5 τρισεκατομμύρια πλαστικά κομμάτια -βάρους άνω των 250.000 τόνων- να επιπλέουν στην επιφάνεια. Περίπου 8 εκατομμύρια τόνοι πλαστικού καταλήγουν κάθε χρόνο στους ωκεανούς μας. «Τα απορρίμματα που καταλήγουν στους ωκεανούς είτε θα ξεβραστούν στην ξηρά είτε θα βυθιστούν βαθιά, δεν υπάρχουν άλλες επιλογές. Μόλις αυτά τα πλαστικά φθάσουν βαθιά, δεν υπάρχει κάπου αλλού να πάνε, επομένως απλώς συσσωρεύονται σε μεγαλύτερες ποσότητες», καταλήγει ο Dr Alan Jamieson.
Με πληροφορίες από Guardian