«Κάποτε δεν μπορούσα να φάω ούτε ένα μήλο αν δεν ήξερα τον ακριβή αριθμό των θερμίδων του», εξομολογείται η δημοσιογράφος, Άνια Μεγέροβιτς.
Αυτή η πρακτική της είχε γίνει μια αδιάκοπη συνήθεια την οποία εφάρμοζε στα περισσότερα τρόφιμα που κατανάλωνε μέσα στη μέρα. Ένα μεγάλο κομμάτι της σκέψης της ασχολούνταν καθημερινά με το τι έτρωγε αλλά και το τι δεν έτρωγε.
«Μου πήρε σχεδόν 10 χρόνια για να ξεπεράσω αυτή τη ρουτίνα. Να μπορώ να ακούω ένα podcast ενώ φτιάχνω πρωινό καθώς χρειαζόμουν σιωπή για να συμπληρώσω τον αριθμό των θερμίδων, ή να δοκιμάσω μια νέα συνταγή χωρίς να αναρωτιέμαι ποια είναι η διατροφική της αξία. Ήταν ένας μακρύς, μακρύς δρόμος, που όμως με άφησε λιγότερο σκλάβα αυτού του μικρού αριθμού στο πίσω μέρος ενός κουτιού ή πακέτου», γράφει η Μεγέροβιτς στην διεθνή έκδοση του περιοδικού Glamour.
Από τις αρχές Απριλίου, στη Βρετανία, νόμος δεσμεύει παμπς, εστιατόρια και καφετέριες να αναγράφουν στα μενού τους τις θερμίδες του εκάστοτε φαγητού ή ποτού που προσφέρουν. Η νομοθεσία ήρθε σε μια προσπάθεια, σύμφωνα με τις αρχές, να ωθήσουν τα εστιατόρια στην επιλογή πιο υγιεινών γευμάτων με λιγότερες θερμίδες. Ωστόσο, για 1,25 εκατομμύρια ανθρώπους στη χώρα που αντιμετωπίζουν ή αντιμετώπισαν διατροφικές διαταραχές, η εν λόγω εξέλιξη τους προκαλεί ακόμα και πανικό.
«Αν και είναι πολύ σημαντικό να μη δαιμονοποιούμε τη νομοθεσία (πολλοί με διαβήτη, για παράδειγμα, καλωσορίζουν την αναγραφή των θερμίδων), ως επαγγελματίας στις διατροφικές διαταραχές, αυτό μοιάζει σαν να παλεύεις με τη φωτιά», λέει η Ρουθ Μικάλεφ, ειδικευμένη σύμβουλος διατροφικών Διαταραχών.
«Η μείωση της κρίσης παχυσαρκίας στο Ηνωμένο Βασίλειο μέσω της αναγραφής θερμίδων στο μενού ελαχιστοποιεί την πραγματικότητα των διατροφικών διαταραχών», συνεχίζει η Ρουθ. Τόσο για την ίδια όσο και για άλλους ειδικούς τίθενται βασικά ερωτήματα πίσω από το εν λόγω θέμα: πού βρίσκεται η πραγματική υποστήριξη για το τραύμα πίσω από όλες τις διατροφικές διαταραχές; Πού είναι η πραγματική εκπαίδευση για τη διατροφή; «Βλέπουμε θερμίδες στα μενού, αλλά η χρηματοδότηση των υπηρεσιών ψυχικής υγείας περιορίζονται τόσο στον δημόσιο όσο και στον φιλανθρωπικό τομέα», τονίζει η Ρουθ.
«Η πραγματικότητα είναι ότι η τοξική διατροφική κουλτούρα μπορεί επίσης να προκαλέσει αισθήματα ντροπής και αυτοκατηγορίας σε όσους δεν έχουν επίσης μια τρέχουσα διατροφική διαταραχή. Ενθαρρύνοντας τους ανθρώπους να ζουν με αριθμούς σε ένα μενού, και όχι διαισθητικά, αναπόφευκτα θα ενθαρρύνουμε περισσότερους ανθρώπους σε διαταραγμένη διατροφή», εξηγεί.
Για τη Σάρα (δεν είναι το πραγματικό της όνομα), αυτή η αλλαγή στα μενού αποτελεί πλήγμα: «Μου πήρε χρόνια για να νιώσω αρκετά σίγουρη και άνετη να φάω έξω σε εστιατόρια αφού ανέκαμψα από την έμμονη μέτρηση και τον περιορισμό των θερμίδων», σημειώνει. «Δούλεψα με έναν σύμβουλο για περισσότερους από 24 μήνες και εξακολουθώ να παρακολουθώ τις συναντήσεις των "Overeaters Anonymous" για να με βοηθήσουν να διατηρήσω μια υγιή στάση απέναντι στο φαγητό, αλλά η προοπτική να πάω έξω για φαγητό είναι τώρα ξανά τρομακτική», προσθέτει.