Η Κίνα εμφανίζεται να έχει χρησιμοποιήσει δίκτυα κινητής τηλεφωνίας στην Καραϊβική για να την παρακολούθηση πολιτών των ΗΠΑ που είναι συνδρομητές αμερικανικών εταιρειών.
Την άποψη αυτή υπερασπίζεται ένας πρώην υψηλόβαθμος εργαζόμενος στον χώρο της ασφάλειας επικαλούμενος την ανάλυση μίας σειράς δεδομένων. Όπως αναφέρει ο Guardian τα ευρήματα σκιαγραφούν μια ανησυχητική εικόνα για το πώς η Κίνα φέρεται να κατάφερε να εκμεταλλευτεί αδυναμίες δεκαετιών στο παγκόσμιο δίκτυο τηλεπικοινωνιών για να δρομολογήσει «ενεργές» επιθέσεις παρακολούθησης μέσω φορέων τηλεπικοινωνίας.
Σύμφωνα με την έρευνα του Γκάρι Μίλερ, πρώην στελέχους ασφαλείας δικτύων κινητής τηλεφωνίας, που ζει στην Πολιτεία της Ουάσιγκτον, η Κίνα έχει τη δυνατότητα να στοχεύει, να εντοπίζει και να παρακολουθεί τις επικοινωνίες συνδρομητών κινητής τηλεφωνίας στις ΗΠΑ.
Ο Μίλερ, που έχει αφιερώσει πολλά χρόνια στην ανάλυση πληροφορίων για απειλές κατά της τηλεπικοινωνίας αλλά και στη μελέτη της κίνησης ανάμεσα σε ξένους και αμερικανικούς παρόχους κινητής τηλεφωνίας, δήλωσε πως σε ορισμένες περιπτώσεις η Κίνα φέρεται να χρησιμοποίησε δίκτυα στην Καραϊβική ώστε να πραγματοποιήσει τις παρακολουθήσεις.
Στον πυρήνα των ισχυρισμών βρίσκεται η αξίωση ότι η Κίνα κατευθύνει μηνύματα σηματοδοσίας (signalling messages) σε Αμερικανούς χρήστες, συνήθως όταν εκείνοι ταξιδεύουν στο εξωτερικό. Πρόκειται για εντολές που αποστέλλονται εταιρείες τηλεπικοινωνίας σε όλο το παγκόσμιο δίκτυο, χωρίς να το γνωρίζουν οι χρήστες και επιτρέπουν σε εκείνες να εντοπίζουν κινητά τηλέφωνα, να συνδέουν μεταξύ τους τους χρήστες και να κάνουν εκτιμήσεις για τις χρεώσεις περιαγωγής.
Ωστόσο, ορισμένα από αυτά τα μηνύματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για παράνομους σκοπούς, όπως εντοπισμός, παρακολούθηση ή υποκλοπή. Οι τηλεφωνικές εταιρείες στις ΗΠΑ μπορούν να αποκλείσουν με επιτυχία πολλές τέτοιες προσπάθειες, ωστόσο ο Μίλερ υποστηρίζει πως δεν καταφέρνουν να προστατεύσουν πλήρως τους χρήστες.
Ο Μίλερ εστίασε σε μηνύματα που «δεν φαινόταν νόμιμα», είτε επειδή δεν ήταν «εξουσιοδοτημένα» από την GSMA - την Ένωση Δικτύων Κινητής Τηλεφωνίας - είτε επειδή τα μηνύματα στάλθηκαν από τοποθεσία η οποία δεν ταίριαζε με εκείνη του χρήστη όταν ταξίδευε. Ο ερευνητής ήταν έως πρότινος αντιπρόεδρος της Mobileum - πρόκειται για μία εταιρεία που εντοπίζει απειλές και ενημερώνει τις τηλεφωνικές εταιρείες και πλέον έχει συστήσει την Exigent Media, που ειδικεύεται στην έρευνα πάνω στις απειλές στον κυβερνοχώρο.
Όπως ανέφερε στον Guardian μοιράζεται τα αποτελέσματα της μελέτης του ώστε να βοηθήσει για να αποκαλυφθεί η σοβαρότητα αυτής της δραστηριότητας και να συμβάλει ώστε να ληφθούν περισσότερο αυστηρά μέτρα και να υιοθετηθούν αποτελεσματικότητες πολιτικές ασφαλείας. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι αρχές των ΗΠΑ γνωρίζουν εδώ και χρόνια για τις αδυναμίες του συστήματος κινητής τηλεφωνίας αλλά οι κατευθυντήριες γραμμές που έδωσαν ούτε ακολουθήθηκαν, ούτε αρκούν για να σταματήσουν η επιθέσεις.
«Κανείς στη βιομηχανία δεν θέλει να μάθει για το πόσο σοβαρές είναι οι συνεχιζόμενες αυτές επιθέσεις. Θέλω ο κόσμος να ξέρει για αυτές».
Ο ίδιος υποστηρίζει πως ως αντιπρόεδρος της Mobileum είχε πρόσβαση σε πληροφορίες για απειλές κατά των τηλεφωνικών δικτύων σε όλο τον κόσμο. Παράλληλα ανέφερε πως βρήκε ότι το 2018 η Κίνα πραγματοποίησε τον μεγαλύτερο αριθμό των φερόμενων επιθέσεων κατά συνδρομητών αμερικανικών εταιρειών δικτύων 3G και 4G. Σύμφωνα με τον ίδιο η πλειοψηφία αυτών των επιθέσεων έγινε μέσα από την κρατική China Unicom, η οποία, είναι πολύ πιθανόν να αποτελεί μία «κατασκοπευτική εκστρατεία που στηρίζεται από το κράτος».
Ο ερευνητής κάνει λόγο για δεκάδες χιλιάδες συνδρομητές που επηρεάστηκαν από τις φερόμενες κινεζικές επιθέσεις από το 2018 έως το 2020. Ακόμα, κάνοντας λόγο για «μοναδικές υποθέσεις», αναφέρει πως όσοι συνδρομητές μπήκαν στο στόχαστρο της China Unicom εμφανίζονται να αποτελούν στόχο δύο ακόμη εταιρειών: της Cable & Wireless Communications (Flow) στα Μπαρμπέιντος και της Bahamas Telecommunications Company (BTC).
Το γεγονός αυτό, σύμφωνα πάντα με τον Μίλερ, αποτελεί μία ξεκάθαρη ένδειξη «συγχρονισμένων επιθέσεων».
Με πληροφορίες από Guardian