Την ώρα που περισσότεροι από 60.000 θεατές παρακολουθούσαν τη φαντασμαγορική τελετή έναρξης από τις εξέδρες του Μαρακανά, οι φτωχοί Βραζιλιάνοι που ζουν στις φαβέλες του Ρίο ήταν αναγκασμένοι να βλέπουν τα πυροτεχνήματα από τα ρημαγμένα τους σπίτια.
Στη Mangueira, μία φαβέλα που μαστίζεται από τη βία των συμμοριών και τη φτώχεια, οι κάτοικοι είναι υποχρεωμένοι να κοιτάζουν το θρυλικό γήπεδο από τις στέγες των σπιτιών τους. Μία κεντρική λεωφόρος και οι σιδηροδρομικές γραμμές τους κρατούν μακριά και τους θυμίζουν ποια είναι η θέση τους στον κόσμο.
Σ' αυτές τις γειτονιές με τα χαμόσπιτα από τσιμεντόλιθους και λάσπη και τις στέγες από τσίγκο και λαμαρίνα, οι επόμενες δύο εβδομάδες θ' αποτελούν μία διαρκή υπενθύμιση των κραυγαλέων αντιθέσεων και των διαχωριστικών γραμμών που κρατούν μακριά αυτούς που έχουν από αυτούς που δεν έχουν.
«Εμείς οι φτωχοί, δεν πρόκειται να ζήσουμε την εμπειρία των Ολυμπιακών Αγώνων. Βρίσκονται πολύ κοντά σε απόσταση, αλλά τόσο μακριά» λέει ο Luiz Alberto Araujo, ένας 30χρονος θυρωρός που εργάζεται στη διάσημη παραλία Ipanema, αλλά είναι αναγκασμένος να ζει στην παραγκούπολη.
«Και έτσι όμως περνάμε καλά, αλλά αυτό το "πάρτι" είναι για τους ξένους, για τους πλούσιους», ομολογεί.
Ο Araujo παρακολούθησε την τελετή έναρξης από τη στέγη ενός σπιτιού από πράσινο ασβέστη, σε ένα λόφο της Mangueira, κοιτώντας, ανά διαστήματα, χωρίς να μιλάει, προς τη μεριά του γηπέδου όπου αθλητές και θεατές ζητωκραύγαζαν στη θέα μοντέλων παγκοσμίου φήμης και εντυπωσιακών χορογραφιών για την ιστορία του τόπου του.
Ακόμη και έτσι όμως, από μακριά, η τελετή ήταν μια σύντομη απόδραση από τη ζοφερή πραγματικότητα και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι τουλάχιστον 40.000 ψυχές που ζουν εκεί.
Παρά τα προβλήματά τους, όλοι τους ανεξαιρέτως έχουν μάθει να μην μπερδεύουν την πρόσκαιρη χαρά με το είδος εκείνης της ικανοποίησης που διαρκεί.
«Μου αρέσει να έρχεται η οικογένεια μου στο σπίτι. Φυσικά, θα ήταν πολύ καλύτερα να ήμασταν εκεί» λέει η Sandra Prado, δασκάλα στο επάγγελμα, δείχνοντας με το χέρι της προς την πλευρά που βρίσκεται το Μαρακανά. «Αλλά οι τιμές των εισιτηρίων είναι απλησίαστες για εμάς».
Η οικογένεια της Prado προσκάλεσε τον Araujo και άλλους φίλους για να παρακολουθήσουν μαζί τη λαμπερή τελετή έναρξης. Ήπιαν μπύρες, μοιράστηκαν τηγανητά σνακ με τα παιδιά τους και έκατσαν κολλημένοι μπροστά στην οθόνη, πότε - πότε αφήνοντας επιφωνήματα θαυμασμού για τα ειδικά εφέ της τελετής και τα εντυπωσιακά ακροβατικά των περφόρμερ.
Κάποια στιγμή, κατά τη διάρκεια της τελετής, μία ομάδα χορευτών άρχισε να πηδά πάνω από πολύχρωμες καλύβες, που αντιπροσώπευαν τις φαβέλες της πόλεις, με τον Araujo να φωνάζει αστειευόμενος: «Είναι η ώρα της φαβέλας. Τώρα, θα πρέπει να σκύβουμε κάθε φορά που ακούγεται ένας πυροβολισμός.»
Όταν από το στάδιο Μαρακανά άρχισε να ακούγεται ένα γνωστό τραγούδι, οι γυναίκες ξεκίνησαν να τραγουδούν όλες μαζί. Οι στίχοι του τραγουδιού τραγούδι έλεγαν: «Το μόνο που θέλω είναι να 'μαι χαρούμενος / να περιπλανιέμαι ελεύθερα στη φαβέλα που γεννήθηκα / να νιώθω περήφανος / και να αισθάνομαι πως εμείς οι φτωχοί έχουμε το δικό μας τόπο».
Για τους φτωχούς Βραζιλιάνους τα εισιτήρια της τελετής ήταν πολύ πάνω από τις οικονομικές τους δυνατότητες. Οι τιμές τους κυμαίνονταν από 63 μέχρι 1400 δολάρια, την ώρα που ο κατώτατος μισθός για έναν εργάτη στη χώρα του καφέ φτάνει μετά βίας τα 55 δολάρια την εβδομάδα.
«Είναι σκανδαλώδες το γεγονός πως οι τιμές των εισιτηρίων απευθύνονται αποκλειστικά σε μία χούφτα κατοίκων με υψηλό εισόδημα, αλλά και το ότι ο κύριος όγκος των εσόδων από τους Ολυμπιακούς Αγώνες θα φύγει στο εξωτερικό» λέει ο Bruno Carvalho, καθηγητής στο Πρίνστον και συγγραφέας του βιβλίου "Porous City: A Cultural History of Rio de Janeiro".
«Είναι λες και πολλοί Βραζιλιάνοι έμαθαν ότι διοργανώνουν ένα παγκόσμιο πάρτι, στο οποίο όμως ελάχιστοι από αυτούς έχουν προσκληθεί».
Η Deisi Alves, μία 46χρονη γυναίκα που εργάζεται ως υπηρέτρια, λέει ότι είναι ευγνώμων που μπόρεσε να παρακολουθήσει την τελετή, έστω και από μακριά. Την είδε μαζί με το 19χρονο γιο και τις ανιψιές της στο σαλόνι του σπιτιού της όπου το μισό πάτωμα είναι καλυμμένο με πλακάκι και το άλλο μισό με τσιμέντο ή λάσπη.
«Το ξέρω πως δεν είμαι εκεί. Με τα λεφτά που κοστίζει ένα μόλις εισιτήριο θα μπορούσα να φτιάξω το σπίτι μου», ομολογεί. «Τουλάχιστον όμως μπορώ να το παρακολουθήσω από εδώ, παρέα με αυτή τη θέα και μαζί με τους αγαπημένους μου».
Mε πληροφορίες από τη Daily Mail