Ο επικεφαλής της μεξικανικής εκκλησίας των Ευαγγελιστών, που αριθμεί περίπου 5 εκατ. μέλη σε όλον τον κόσμο δήλωσε ένοχος για την σεξουαλική κακοποίηση τριών παιδιών.
Ο επικεφαλής και αυτοαποκαλούμενος απόστολος της εκκλησίας La Luz del Mundo (Το Φως του Κόσμου) Nasson Joaquin Garcia είχε ήδη προγραμματιστεί να δικαστεί πριν την ομολογία του, σύμφωνα με έγγραφο δικαστηρίου της Καλιφόρνια.
Ο 53χρονος Garcia, θα δικαζόταν την ερχόμενη Τετάρτη και αντιμετωπίζει ποινή άνω των 16 ετών και 8 μηνών.
Η έρευνα εναντίον του ξεκίνησε το 2018 και ένα χρόνο μετά ακολούθησε η σύλληψή του στο αεροδρόμιο του Λος Άντζελες μαζί με την συγκατηγορούμενή του, Susana Medina Oaxaca, η οποία επίσης δήλωσε ένοχη την Παρασκευή σε καταγγελία για επίθεση με πιθανότητα να προκαλέσει μεγάλη σωματική βλάβη, ανέφερε το γραφείο του γενικού εισαγγελέα.
Ο Garcia ομολόγησε την ενοχή του σε δύο κατηγορίες για βίαια στοματική συνεύρεση, που αφορούσε ανηλίκους και μία κατηγορία για άσεμνη πράξη σε παιδί.
Το 2019, συνελήφθη και μία ακόμα συγκατηγορούμενή του, η Alondra Ocampo. Το 2020 δήλωσε ένοχη για τρεις κατηγορίες, σύμφωνα με τις οποίες ήρθε σε επαφή με ανήλικα παιδιά για σκοπούς διάπραξης σεξουαλικού αδικήματος και μία κατηγορία για βίαιη σεξουαλική διείσδυση.
Οι Garcia, Oaxaca και Ocampo έχουν συνολικά εναντίον τους 36 κακουργηματικές κατηγορίες, μεταξύ αυτών βιασμός, trafficking και παιδική πορνογραφία.
Η πλειοψηφία των καταγγελιών απορρίφθηκε με αντάλλαγμα την ομολογία των πράξεών τους.
Σύμφωνα με τους εισαγγελείς, για την υπόθεση αναζητείται και μία ακόμη γυναίκα, η Azalea Rangel Melendez, που παραμένει ασύλληπτη.
Η εκκλησία είναι η μεγαλύτερη ευαγγελική εκκλησία στο Μεξικό και χρονολογείται από τη δεκαετία του 1920 ενώ παραρτήματά της υπάρχουν σε 50 χώρες με πάνω από 5 εκατ. μέλη.
Όταν δικαστής του Λος Άντζελες, διέταξε την δίκη του Garcia τον Αύγουστο του 2020, η εκκλησία εξέδωσε ανακοίνωση υποστηρίζοντας ότι κακώς κατηγορείται ο ηγέτης της.
Συνέχισε δε, αναφέροντας ότι οι κατηγορίες εναντίον του βασίζονταν σε «αβάσιμες ανώνυμες καταγγελίες» και «κατάφωρες φήμες».
Με πληροφορίες του Reuters