Οργάνωση υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και επιζήσαντες κατήγγειλαν πως 136 άμαχοι, ανάμεσά τους 50 γυναίκες και 21 παιδιά, σφαγιάστηκαν την 20ή Απριλίου στο χωριό Καρμά στην Μπουρκίνα Φάσο.
Η σφαγή έγινε σύμφωνα με την καταγγελία από άνδρες με στολές και διακριτικά του στρατού της Μπουρκίνα Φάσο.
Το στρατιωτικό καθεστώς στη Μπουρκίνα Φάσο καταδίκασε την επίθεση στην Καρμά με ανακοίνωση που δημοσιοποίησε την 27η Απριλίου.
Ωστόσο δεν έδωσε επίσημο απολογισμό. Νωρίτερα, ο εισαγγελέας στην Ουαϊγκουγιά, ο Λαμίν Καμπορέ, είχε ανακοινώσει πως ενημερώθηκε από τη χωροφυλακή πως στο χωριό Καρμά, κοντά στα σύνορα με το Μαλί, «κάπου εξήντα άνθρωποι σκοτώθηκαν από άνδρες που φόραγαν στολές των ενόπλων δυνάμεών μας» και πρόσθεσε ότι διενεργείται έρευνα.
Σύμφωνα με χθεσινή ανακοίνωση το χωριό Καρμά περικυκλώθηκε το πρωί της 20ής Απριλίου από βαριά οπλισμένους άνδρες με στολές και διακριτικά του στρατού, που κινούνταν με μοτοσικλέτες, ανοικτά ημιφορτηγά και τεθωρακισμένα οχήματα. «Οι χωρικοί αρχικά χάρηκαν για την άφιξή της, αλλά η χαρά έγινε κομμάτια όταν (οι στρατιώτες) άρχισαν να πυροβολούν», σύμφωνα με την ανακοίνωση, που κάνει λόγο για 136 νεκρούς και 9 τραυματίες.
Οργάνωση υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η Συλλογικότητα εναντίον της ατιμωρησίας και του στιγματισμού κοινοτήτων (Collectif contre l’impunité et la stigmatisation des communautés, CISC) ανέφερε επίσης ότι μέλη της μέτρησαν «136 πτώματα στο Καρμά, ανάμεσά τους 50 γυναίκες και 21 παιδιά», συμπεριλαμβανομένων βρεφών που εκτελέστηκαν μαζί με τις μητέρες τους, σε ανακοίνωσή της που έλαβε το Γαλλικό Πρακτορείο προχθές Παρασκευή.
Επιθέσεις έγιναν και σε άλλες κοινότητες της περιοχής από ένοπλους με στολές και διακριτικά του στρατού, πρόσθεσε η CISC, κάνοντας λόγο για έξι νεκρούς στο χωριό Ντιγκιρί, δύο στο Μενέ και τρεις στον δρόμο ανάμεσα στην Ουαϊγκουγιά και την Μπαργκά.
Στο Καρμά «μάζεψαν τους άμαχους κατά δεκάδες και ανά γειτονιά» προτού δοθεί «η διαταγή: ‘Σκοτώστε τους όλους’», ανέφερε ο πρόεδρος της CISC, ο Νταουντά Ντιαλό, στον οποίο απονεμήθηκε το 2022 το βραβείο Martin Ennals, το «Νόμπελ» των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
«Σύμφωνα με όσα είπαν επιζήσαντες, οι δράστες της επίθεσης κατηγόρησαν τους κατοίκους του χωριού Καρμά πως προσέφεραν στέγη σε μέλη τρομοκρατικών οργανώσεων», ανέφερε ο κ. Ντιαλό.
Η CISC «καταδικάζει σθεναρά» τη νέα σφαγή αμάχων, τόνισε υπενθυμίζοντας πως έχουν υπάρξει καταγγελίες για σειρά δολοφονιών πολιτών από στρατιωτικούς και βοηθητικούς των ένοπλων δυνάμεων κατά τη διάρκεια του αγώνα εναντίον των τζιχαντιστών.
Όπως σημείωσε θα διενεργηθεί «πλήρης και αμερόληπτη έρευνα για τα φρικιαστικά εγκλήματα αυτά με θύματα αμάχους» και να «προσαχθούν όλοι οι υπεύθυνοι και οι ηθικοί αυτουργοί ενώπιον της δικαιοσύνης», κρίνοντας πως «η ατιμωρησία ανοίγει τον δρόμο σε κάθε πιθανή παρεκτροπή», από τα «ξεκαθαρίσματα λογαριασμών» ως «τις σφαγές ευρείας κλίμακας».
Την Πέμπτη, το στρατιωτικό καθεστώς καταδίκασε «σθεναρά» τη «βάρβαρη» επίθεση στο Καρμά και διαβεβαίωσε πως θα παρακολουθήσει «από πολύ κοντά την εξέλιξη της έρευνας» που διενεργείται από τον εισαγγελέα της Ουαϊγκουγιά για εξιχνιαστεί η υπόθεση και οι υπεύθυνοι να «λογοδοτήσουν».
Αντιπρόσωπος των κατοίκων, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στην Ουαϊγκουγιά, έκρινε πως η ανακοίνωση της κυβέρνησης δείχνει αδιαφορία και περιφρόνηση για τους κατοίκους του χωριού Καρμά και σπέρνει σύγχυση για τις ευθύνες του στρατού. «Εμείς, οι κάτοικοι και οι επιζήσαντες (…) δεν έχουμε καμιά αμφιβολία για το ποιος ευθύνεται. Δεν θα μας ξεγελάσει κανείς», επέμεινε.
Με πληροφορίες της ΕΡΤ/Reuters/AFP