Η κατανάλωση αλκοόλ αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης περισσότερων μορφών καρκίνου από ό,τι πίστευαν μέχρι σήμερα οι επιστήμονες.
Αυτό αναφέρει νέα μεγάλη μελέτη του Imperial College London, σύμφωνα με την οποία, αντίθετα, η κατανάλωση καφέ προστατεύει από τον καρκίνο του ήπατος.
Συγκεκριμένα, όπως δείχνουν τα συμπεράσματα της έρευνας, η κατανάλωση οινοπνεύματος συνδέεται με με τον καρκίνο στο κεφάλι, του στόματος, του λάρυγγα και του φάρυγγα, του οισοφάγου και των εντέρων, όπως εξάλλου και με τον καρκίνο των μαστών και του ήπατος.
Το αλκοόλ αυξάνει τις πιθανότητες καρκινογένεσης επειδή όταν μεταβολίζεται κατακερματίζεται σε χημικές ουσίες, οι οποίες πιθανώς να συνδεθούν με το DNA, πυροδοτώντας μεταλλάξεις που μπορεί να αποβούν καρκινογόνες. Ταυτόχρονα αυξάνει τις συγκεντρώσεις ορμονών που συνδέονται με δύο μορφές καρκίνου των μαστών.
Σε γενικές γραμμές, όσο περισσότερα αλκοολούχα ποτά καταναλώνει ένα άτομο, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος εμφάνισης ενός από τους σχετικούς καρκίνους, διαπίστωσαν οι επιστήμονες.
Αντίθετα, σύμφωνα με τους επιστήμονες, η κατανάλωση κάθε μέρα ενός φλιτζανιού καφέ μπορεί να δράσει προστατευτικά, περιορίζοντας τον κίνδυνο καρκίνου του ήπατος και του δερματικού βασικοκυτταρικού καρκινώματος. Μάλιστα, τα ίδια συμπεράσματα προκύπτουν και για τον ντεκαφεϊνέ.
Τα συμπεράσματα της μελέτης προκύπτουν από την ανάλυση 860 επιμέρους ερευνών για τη σχέση τροφίμων και πρόσληψης θρεπτικών υλών με τον κίνδυνο εμφάνισης 11 μορφών καρκίνου.
Οι συντάκτες της νέας μελέτης ζητούν από τους υγειονομικούς φορείς να βοηθήσουν τον κόσμο να αντιληφθεί τη σχέση που συνδέει το αλκοόλ με τον καρκίνο και να μειώσει την κατανάλωσή του.
Σύμφωνα με την Γιώτα Μήτρου, την επικεφαλής έρευνας και καινοτομίας στο Παγκόσμιο Ταμείο Έρευνας του Καρκίνου (WCRF), που χρηματοδότησε τη βρετανική μελέτη, κρίνεται απαραίτητη η περαιτέρω διερεύνηση για τις μορφές καρκίνου που συνδέονται με το αλκοόλ και τον καφέ.
Παράλληλα, συνέστησε σε όσους εκφράζουν ανησυχία για τη διατροφή της και την πιθανή συσχέτιση με εμφάνιση καρκίνου να επισκεφθούν την ιστοσελίδα του WCRF προκειμένου να ενημερωθούν σχετικά.
Με πληροφορίες από The Guardian