Ο Γιάννης είχε διαγνωστεί από πολύ μικρός με σχιζοφρενικές διαταραχές και μεγάλωσε με αγάπη και φροντίδα από τους γονείς του, στο σπίτι τους στη Δάφνη. Ο πατέρας του δούλευε ώρες ατέλειωτες στο τιμόνι, για να μην λείψει τίποτα από το μοναχογιό του. Ωστόσο, στα τέλη της δεκαετίας του ’70, το στίγµα και οι προκαταλήψεις έναντι των ατόµων που αντιμετώπιζαν τέτοιου είδους ψυχικές διαταραχές, αλλά και ο φόβος «τι θα πει η γειτονιά», αποτελούσαν ακόμη τον ισχυρότερο φραγµό για την ενσωµάτωσή τους, ελλείψει μάλιστα και ειδικών προγραμμάτων. Μπορεί τα πράγματα να είχαν βελτιωθεί κάπως σε σχέση με τις περασμένες δεκαετίες, αλλά το ότι κάποιοι άνθρωποι βγήκαν προς τα έξω δεν σήμαινε ότι είχαν αλλάξει και οι νοοτροπίες.
Ο Γιάννης πήρε απαλλαγή από το Στρατό. Ήδη είχαν αρχίσει οι συχνές επισκέψεις στους γιατρούς και τα μπες–βγες σε νευρολογικές κλινικές. Οι γονείς του έδωσαν αντιπαροχή το οικόπεδο στη Δάφνη και, μέχρι να χτιστεί η πολυκατοικία και να μπουν στο καινούργιο διαμέρισμα, μετακόμισαν στο εξοχικό σπίτι στη Βάρη, μια αραιοκατοικημένη και ήσυχη περιοχή. Οι περίοικοι είχαν πάει πολλές φορές έως τότε στην Αστυνομία, για να ζητήσουν «να μαζέψει κάποιος τον τρελό», που συχνά πυκνά έπαιρνε την καραμπίνα και σκότωνε τα ζώα της γειτονιάς, αλλά δεν ήταν θέμα της Αστυνομίας. Μέχρι που έγινε...
Στο podcast μιλά ο δρ. Εγκληματολογίας Παναγιώτης Παπαϊωάννου για τις ελλιπείς δομές και προκαταλήψεις της εποχής που οδηγούσαν σε τραγωδίες, αλλά και ο δημοσιογράφος Μάνος Τσαγκαράκης, ο οποίος θυμάται πώς ήρθε στο φως η διπλή δολοφονία.