Σε αυτό το επεισόδιο της σειράς «Αναγνώσεις» της LiFO ο ηθοποιός Μιχάλης Συριόπουλος διαβάζει ένα απόσπασμα από το «Ελληνικό Καλοκαίρι» του Ζακ Λακαριέρ, του Γάλλου φιλέλληνα που ταξίδεψε και κατέγραψε την Ελλάδα από το 1947 έως το 1966, εισχωρώντας βαθιά στην ελληνική πραγματικότητα της εποχής, σε μετάφραση Ιωάννας Δ. Χατζηνικολή.
Ο Λακαριέρ, που γοητεύτηκε και εμπνεύστηκε από την Ελλάδα, γράφει και για τους αέρηδες του αρχιπελάγους, ταξιδεύοντας κατάστρωμα:
«Σ’ όλα τα χρόνια μου στην Ελλάδα, σχεδόν πάντα ταξίδευα από νησί σε νησί κατάστρωμα. Νομίζω ότι έχω ταξιδέψει με όλα τα καράβια ‒που αρκετά απ’ αυτά λέγονταν έτσι από καθαρό ευφημισμό‒ που εξυπηρετούσαν τις Κυκλάδες και τις Σποράδες. Θα μπορούσε να γραφτεί ένα μυθιστόρημα, ένα χρονικό, μια εποποιία γύρω απ’ αυτά τα πεπαλαιωμένα και απτόητα σκάφη, πλέουσες κιβωτούς, περιφερόμενες Εξόδους που μετέφεραν τότε από λιμάνι σε λιμάνι το νομαδικόν ήμισυ της Ελλάδας: Μοσχάνθη, Έρση, Παντελής, Ιόνιον, Μαριλένα, Δέσποινα, Γλάρος, Ναυτίλος, Αικατερίνη, Άνδρος, Αγγελική, Έλλη, Ελλάς, Πίνδος... Ορισμένα απ’ αυτά ασφαλώς δεν θα ταξιδεύουνε σήμερα, τόσο βρίσκονταν ήδη στο έσχατο όριο της φθοράς, πάνε τώρα δέκα ή δεκαπέντε χρόνια. Από τα ταξίδια που έκανα προς την Πάτμο, τη Νιο, την Αμοργό, τη Φολέγανδρο, τη Σέριφο, την Κω, την Αλόννησο, τη Χίο, τη Μυτιλήνη, κρατώ αναμνήσεις που με σημάδεψαν περισσότερο και από τα στεριανά ταξίδια μου με το λεωφορείο. Γιατί τα βαπόρια μεταφέρανε και μεταφέρουν μέσα τους τον ίδιο κόσμο των πελιδνών χωρικών, των αναιμικών γιαγιάδων, των κοιλαράδων παπάδων, των πουλερικών, των στρωμάτων και των μπόγων, αλλά σε μια πιο αχανή και αποκαλυπτική κλίμακα. Κάθε πράσινο λεωφορείο ήταν, σε μικρογραφία, η εικόνα ενός χωριού. Ενώ κάθε άσπρο βαπόρι ήταν η εικόνα ενός ολόκληρου νησιού».