Ο Διόνυσος των «Βακχών» είναι ένας θεός αποφασισμένος να επιβάλει την ασυγκράτητη παρουσία του στον κόσμο. Είναι ένας θεός της παρουσίας. Η πρώτη λέξη του έργου είναι «ήκω»: «Είμαι εδώ, έφτασα». Ο Διόνυσος πάντοτε εκρήγνυται ξαφνικά, σαν να σκάει από κάπου αλλού, κάπου μακριά, από έναν κόσμο βαρβαρικό, «άλλο». Ολόκληρη η τραγωδία ενσαρκώνει αυτή την «έλευση». Οποτεδήποτε εμφανίζεται, ο θεός στήνει ένα θέατρο φαντασιώσεων που παίρνουν τη θέση της οικείας καθημερινότητας. Είναι ο μετρ των ψευδαισθήσεων, ο σκηνοθέτης μιας ακραίας, τρομακτικής παράστασης.