Η υστεροφημία του υπέφερε στα χέρια των ιστορικών. Προτιμούσαν να τον βλέπουν ως έναν παρακμιακό, ζηλόφθονα Ρωμαίο αυτοκράτορα, ακόμη έναν μέσα στους τόσους με τα νάζια και τις υστερίες τους. Όμως, η σύγχρονη ιστορική ματιά φαίνεται να είναι απείρως πιο επιεικής με τον Ηλιογάβαλο, που πλέον εμφανίζεται ως η πρώτη, επίσημα καταγεγραμμένη περίπτωση ρωμαίου αξιωματούχου που υπέφερε από δυσφορία φύλου και είχε αναζητήσει –με τα Μέσα της εποχής του– το ενδεχόμενο διόρθωσης φύλου, ακόμη και μέσω χειρουργικής επέμβασης.

 

 

Ο Ηλιογάβαλος καταγόταν από μία εξέχουσα αραβική οικογένεια, με έδρα τη σημερινή Συρία. Υπηρέτησε ως επικεφαλής ιερέας του Θεού Ήλιου. Η ιστορία τον γνώρισε για την εκκεντρικότητα, τις ακραίες θέσεις του και τη σεξουαλική του παρακμή ή τουλάχιστον με τέτοιες λέξεις επιχειρήθηκε να αποδοθεί το sex drive του εκεί κατά το 222.

 

 

Ο Άγγλος ιστορικός Edward Gibbon, εκεί γύρω στον 18ο αιώνα έγραφε ότι ο Ηλιογάβαλος «υπήρξε δέσμιος των σκληρότερων απολαύσεων, στις οποίες ριχνόταν με ανεμπόδιστη μανία. Ένας άλλος κορυφαίος μελετητής της αρχαίας Ρώμης, ο Γερμανός (επίσης ιστορικός) Barthold Georg Niebuhr προσυπέγραφε ότι «το όνομα Ηλιογάβαλος υπήρξε συνώνυμο της πλέον απερίγραπτα αηδιαστικής ζωής του», ενώ ένας πιο σύγχρονος ιστορικός, ο Adrian Goldsworthy, τον θεωρούσε απλώς ανίκανο. Ένα τίποτα της αρχαίας Ρώμης. Μόνο ο αρχαιολόγος Warwick Ball διαφοροποιήθηκε, μπαίνοντας στη διαδικασία να τον περιγράψει ως έναν «καινοτόμο αυτοκράτορα», «ένα τραγικό αίνιγμα που εξαφανίστηκε κάτω από αιώνες προκατάληψης και κακών προθέσεων».

 

 

Ο Ηλιογάβαλος δεν κρυβόταν. Εμφανιζόταν ως άλλη Αφροδίτη, φρόντιζε να αποτριχώνει ολόκληρο το σώμα του και στις επαναλαμβανόμενες κατηγορίες περί ομοφυλοφιλίας επέμενε να διακηρύττει τη διαφορετικότητά του.

 

 

Ο Δίων Κάσσιος Κοκκηιανός, εκπρόσωπος της αυτοκρατορίας τα χρόνια του Ηλιογάβαλου, αναφέρει ότι ο αυτοκράτορας είχε ερωτευθεί έναν πρώην σκλάβο και ηθοποιό με το όνομα Ιεροκλής και για χάρη του είχε απαρνηθεί το φύλο, την αξιοπρέπεια και τ’ όνομά του. Προτιμούσε –όπως υποστηρίζει ο Δίων– να τον αποκαλούν σύζυγο, ερωμένη και βασίλισσα του Ιεροκλή και ήθελε να αναφέρονται σ' αυτόν με θηλυκές αντωνυμίες. Επισήμως, ο Ηλιογάβαλος είχε παντρευτεί 5 φορές –τις δύο με γυναίκες–, ενώ ανάμεσα στους γάμους του υπήρξε και ένας με αθλητή από τη Σμύρνη.

 

 

Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του, οι φήμες για τη σεξουαλική του ζωή δεν έπαυαν ποτέ. Όμως, δεν έπαυαν και οι καινοτομίες και οι τολμηρές αποφάσεις, καθώς ο Ηλιογάβαλος ήταν ο αυτοκράτορας που επέτρεψε τη συμμετοχή γυναικών στη Σύγκλητο. Η μητέρα του και η γιαγιά του επίσης έλαβαν ανδρικούς τίτλους και η μορφή τους κόσμησε πολλά νομίσματα, να μια τιμή σπάνια για γυναίκα στην αρχαία Ρώμη.

 

 

Όμως, η απόφασή του για την ίδρυση «μιας γερουσίας των γυναικών» δεν έγινε δεκτή με επευφημίες και χειροκρότημα. Ούτε οι ιδέες του για ισότητα, ίσως και απαλοιφή των φύλων είχαν καμία απήχηση. Στις γραφές της εποχής εντοπίζει κανείς τα πρώτα κείμενα για την ηθική παρακμή και την εξαχρείωση των ηθών επί των ημερών του Ηλιογάβαλου.

 

 

Δεν ήταν, όμως, μόνο αυτό το κακό. Σύμφωνα με τον Κάσσιο, ο αυτοκράτορας χρησιμοποιούσε μακιγιάζ, φορούσε τεχνητά μακριά μαλλιά (σ.σ.: οι περούκες της εποχής) και προτιμούσε να τον προσφωνούν ως «κυρία». Επίσης, πλήρωνε αδρά τις συζητήσεις του με τους γιατρούς της εποχής, από τους οποίους μάλιστα ζητούσε επιστημονικές συμβουλές για το πώς θα μπορούσε να «τροποποιήσει» τα γεννητικά του όργανα, ώστε να απαλλαγεί πλέον από το πέος του και να αποκτήσει κάτι που να θυμίζει αιδοίο.

 

 

Ακριβώς αυτή η σπαρακτική λεπτομέρεια που απομυζούσε τον Ηλιογάβαλο από χρήματα και αντοχές, είναι που κάνει αρκετούς μελετητές να πιστεύουν ότι αυτός ο εκκεντρικός αυτοκράτορας είναι επισήμως η πρώτη καταγεγραμμένη περίπτωση τρανς ατόμου της αρχαιότητας.

 

 

ΑΣ ΣΗΜΕΙΩΣΟΥΜΕ ΕΔΩ ότι στην αρχαία Ρώμη ο παρενδυτισμός επιτρεπόταν για όσο διαρκούσαν τα Σατουρνάλια. Με το τέλος της γιορτής κανείς –άντρας ή γυναίκα- δεν μπορούσε να κυκλοφορεί, φορώντας ρούχα του αντίθετου φύλου. Στη Ρώμη, οι έμφυλες ταυτότητες ήταν αυστηρά συγκεκριμένες και όποιες παρεξέκλινε της νόρμας ετιμωρείτο αυστηρά. Επίσης, το να ντύσεις έναν άντρα με γυναικεία ρούχα εθεωρείτο από τις πλέον ταπεινωτικές τιμωρίες, που συνήθως επιβάλλονταν σε μελλοθάνατους, τρεις ημέρες πριν από την εκτέλεσή τους.

 

 

(Με λίγα λόγια όλη αυτή η σεξουαλική ελευθερία που περιγράφεται στα ρωμαϊκά όργια, όλες αυτές οι φρενήρεις σεξουαλικές συνευρέσεις ακόμη και μεταξύ ατόμων του ιδίου φύλου, επιτρέπονταν μόνο στο πλαίσιο του οργίου. Ή πίσω από κλειστές πόρτες. Μέχρι εκεί).

 

 

Σύμφωνα με τον ιστορικό Eric Varner «ο Ηλιογάβαλος δεν κρυβόταν. Εμφανιζόταν ως άλλη Αφροδίτη, φρόντιζε να αποτριχώνει ολόκληρο το σώμα του και στις επαναλαμβανόμενες κατηγορίες περί ομοφυλοφιλίας επέμενε να διακηρύττει τη διαφορετικότητά του. Για παράδειγμα, όταν κάποια στιγμή χρειάστηκε να γνωρίσουν οι κάτοικοι της Ρώμης τον αυτοκράτορά τους, είχε αποσταλεί ένα πορτρέτο που τον απεικόνιζε βαμμένο και με γυναικείο ποδήρες ένδυμα. Ήταν ο τρόπος του για να εξοικειώσει τους ρωμαίους με την κάπως εξωτική του εικόνα».

 

 

Άλλοι ιστορικοί ισχυρισμοί επιμένουν ότι ο Ηλιογάβαλος ως αυτοκράτορας ήταν ένας κακομαθημένος φαρσέρ, ένα άπληστο παιδί της χλιδής που στα συμπόσια φρόντιζε να σερβίρει στους συνδαιτημόνες του αρακά με φύλλα χρυσού, φακές με όνυχα, φασόλια με κεχριμπάρι, ενώ το φαγητό το πασπάλιζε –λένε- με μαργαριτάρια, αντί για αλάτι. Επίσης, φρόντιζε να τρομοκρατεί τους καλεσμένους του, αφήνοντας ελεύθερα στη σάλα λιοντάρια και τίγρεις. Τα αγρίμια, ωστόσο, είχαν εξημερωθεί και απλώς έπαιζαν κι αυτά τον ρόλο τους στις φάρσες του εκκεντρικού αυτοκράτορα.

 

 

Κατά τους ίδιους ιστορικούς, οι εκκεντρικότητες του Ηλιογάβαλου, η θυελλώδης σχέση του με τον Ιεροκλή και η σεξουαλική του παρέκκλιση ήταν ο λόγος που οι στρατιώτες της Πραιτοριανής Φρουράς απέσυραν τη στήριξή τους στο πρόσωπό του. Κουρασμένοι –λέγεται– από την παρακμιακή κατάσταση στο ανάκτορο αποσύρθηκαν, διασύροντας τον αυτοκράτορα και υποστηρίζοντας ότι είχε φτάσει στο σημείο να εκπορνεύεται σε ταβέρνες και πλούσιους Ρωμαίους, όταν τα οικονομικά του βρέθηκαν σε τέλειο μαρασμό.

 

 

Ήταν η γιαγιά του, Ιουλία Μαίσα που αποφάσισε να βάλει τέλος στον διασυρμό, ανεβάζοντας στον θρόνο τον αδελφό του, Σεβήρο Αλέξανδρο. Ακολούθησε ένα έτος κοινής διακυβέρνησης, με τον Ηλιογάβαλο, κατά τους ιστορικούς, να οργανώνει αμέτρητες απόπειρες δολοφονίας του αδελφού του, μέχρι που η Γερουσία του αφαίρεσε οριστικά οποιονδήποτε τίτλο και αρμοδιότητα.  

 

 

Το τέλος του Ηλιογάβαλου θυμίζει σκηνή από τον «Καλιγούλα». Δολοφονήθηκε, το σώμα του σκυλεύτηκε, επιχειρήθηκε να τον πετάξουν σε υπόνομο, αλλά τελικά βρέθηκε στον Τίβερη.

 

 

Μετά τη δολοφονία του, οι υποστηρικτές του (συμπεριλαμβανομένου και του εραστή του, Ιεροκλή) εκτελέστηκαν και διασύρθηκαν με όλες τις τιμές. Θρησκευτικά διατάγματα ακυρώθηκαν και απαγορεύτηκε η είσοδος των γυναικών στη Σύγκλητο.  Το όνομα του διαγράφηκε από τα δημόσια αρχεία και τις τιμητικές επιγραφές. Μάλιστα, ένα από τα μεγαλύτερα αγάλματα που τον απεικόνιζε, βανδαλίστηκε και τελικά σβήστηκαν τα χαρακτηριστικά του προσώπου που θύμιζαν τον σκανδαλιάρη αυτοκράτορα.

 

 

Το damnatio memoriae (σ.σ.: «καταδίκη μνήμης», πρακτική ατίμωσης των Ρωμαίων σε δημόσια πρόσωπα που κατηγορήθηκαν για προδοσία ή έθεσαν σε κίνδυνο για δικό τους όφελος την αυτοκρατορία) έκανε και εδώ τη δουλειά του και η μορφή του νεαρού αγοριού σβήστηκε από παντού. Οι ιστορικοί του μέλλοντος και τα gender studies έχασαν κάπως έτσι την πρώτη απεικόνιση τρανς ατόμου που θα μπορούσαμε να έχουμε από τα βάθη των αιώνων, από την καρδιά της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.

 

 

Όσο ο καημένος ο Ηλιογάβαλος πάλευε με το σώμα του και με ορμόνες που αδυνατούσε να αποδεχθεί ως δικές του, οι λόγιοι της εποχής του, μισθοφόροι της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και των ηθών της συνέχιζαν την προπαγάνδα εναντίον του.

 

 

Από τη σύντομη ζωή του τα μόνα αξιόπιστα στοιχεία που μας μένουν είναι όσα δεν καταφέρονται, για πολιτικούς λόγους εναντίον του. Ξέρουμε, ας πούμε, ότι δεν ήταν τύραννος, δεν εχθρεύοταν τις γυναίκες, δεν ηδονιζόταν με τη φθορά του σώματος μέσω τιμωριών και βασανιστηρίων.

 

 

Στο βιβλίο του, “Transcending Gender: Assimilation, Identity and Roman Imperial Portraits”, ο Eric R. Varner αναφέρει ότι η δολοφονία του Ηλιογάβαλου, καθόλου τυχαία σημειώθηκε αμέσως μετά την πρώτη δημόσια αίτηση / αναζήτησή του περί διόρθωσης φύλου. Οι έρευνες του για το πώς θα μπορούσε να απαλλαγεί από το ανδρικό σώμα που τον βάραινε, ήταν κατά τον ιστορικό, η αφορμή για το πρώτο ομοφοβικό / τρανσφοβικό έγκλημα στην ιστορία της ανθρωπότητας.

 

 

Ομοίως, καταδικασμένοι αυτοκράτορες όπως ο Δομιτιανός και ο Κόμμοδος είχαν επικριθεί για τις ομοφυλοφιλικές τους προτιμήσεις, κανείς, όμως, δεν πλήρωσε τόσο ακριβά και με τέτοιο ατιμωτικό τρόπο την επιλογή του να ζήσει με το φύλο που επιθυμούσε. Φυσικά, υπάρχουν και εκείνοι οι ιστορικοί που όχι απλώς δεν αποδέχονται αυτού του είδους την προπαγάνδα, αλλά επιμένουν ότι ο Ηλιογάβαλος ήταν ένας ικανότατος και δίκαιος αυτοκράτορας, πολύ μακριά από τις ανθρωποφαγικές συμπεριφορές της εποχής του. Τόσο μακριά που η πραότητα και η λεπταισθησία του τον έκανε εύκολη λεία στους πολιτικούς του αντιπάλους. Τι πιο εύκολο από το να κατηγορήσεις κάποιον για ομοφυλόφιλο σε μία κοινωνία που δημοσίως βδελυσσόταν την προτίμηση, αλλά ιδιωτικώς την αποθέωνε μέσω οργίων και σεξουαλικών πρακτικών που κάνουν ακόμη και τους σύγχρονους του BDSM να κοκκινίζουν;

 

 

Όπως και να ‘χει η τρανσοφοβία είναι τόσο παλιά όσο και τα τρανς άτομα. Παρόντα στην Αρχαία Αίγυπτο, που πρώτη είχε καταγράψει τις λοιπές κατηγορίες φύλου. Δεν είναι διόλου τυχαίο ότι κάποιες αιγυπτιακές θεότητες έχουν εξίσου πέος και αιδοίο όπως οι Mut, Sekhmet και άλλες. Δεν είναι τυχαίο ότι κείμενα των Σουμέριων αναφέρονται σε ιεροφάντες με διττή ταυτότητα φύλου.

 

 

Όσο για τον Ηλιογάβαλο, τον πιο ηδονιστή από τους ηδονιστές αυτοκράτορες της Ρώμης, φαίνεται ότι πλήρωσε την αναζήτηση του σε θέματα φύλου, πιο ακριβά από τον καθένα και προφανώς χωρίς κανείς από τους σύγχρονους του να είχε την παραμικρή διάθεση να τον δικαιώσει ή έστω να μην τον «θάψει» κάτω από τόνους «λάσπης» που θα χρειάζονταν αιώνες για να καθαριστούν. 

 

Εκφώνηση: Γιώργος Ντακοβάνος