Εθνικός Kήπος, Μάρτιος 2021. Ο ηλικιωμένος κύριος που κάθεται στους κίονες, δίπλα στη λίμνη επί της Βασιλίσσης Σοφίας, τραγουδάει «να ζήσω ελεύθερο πουλί κι όχι κορόιδο στο κλουβί», παίζοντας το μπουζουκάκι του. Δίπλα του, η σύζυγός του σκορπίζει τα κουλούρια που μεταφέρει σε μια πάνινη σακούλα. Γύρω της μαζεύεται σμήνος από περιστέρια και σπουργίτια που ορμούν στο σουσάμι, ενώ, ξαφνικά, προσγειώνεται ανάμεσά τους μια παρέα παπαγάλων. Με γρήγορες κινήσεις και τσαμπουκά αρπάζουν από ένα κομμάτι κουλούρι και απομακρύνονται για να το φάνε με την ησυχία τους.
Αυτή η εικόνα, με τα εξωτικά πουλιά δίπλα στα περιστέρια, είναι σίγουρα πρωτόγνωρη για τους ανθρώπους που θυμούνται το κέντρο της Αθήνας τις προηγούμενες δεκαετίες. Ο παπαγάλος είναι ένα πουλί που ήρθε ως μετανάστης πριν από τριάντα χρόνια και κατάφερε όχι απλώς να επιβιώσει αλλά να σχηματίσει μεγάλες αποικίες και να γεμίσει τα πάρκα και τα άλση της Αθήνας. Σήμερα, είναι τόσο διαδεδομένο και τόσο κοινό είδος, που μπορούμε να μιλάμε για τον «παπαγάλο τον Αθηναίο».
Για την παρέα των εφήβων που χαζεύουν στα κινητά τους λίγο παραπέρα, τα πολύχρωμα πουλιά που τρώνε τα «κλεμμένα» κουλούρια απέναντί τους είναι μια εικόνα που δεν προκαλεί καμία εντύπωση, είναι εντελώς συνηθισμένη.
Ο παπαγάλος είναι ένα καθαρά αστικό είδος, πουλί της πόλης, που άρχισε να παρατηρείται στην Αθήνα στο τέλος της δεκαετίας του ’80 στα νότια προάστια, και από τις αρχές του ’90 έχουν καταγραφεί οι πρώτοι ελεύθεροι πληθυσμοί του. Ο τρόπος που απελευθερώθηκαν τα πρώτα πουλιά ήταν για χρόνια αστικός μύθος, αλλά στη συνέχεια αποδείχτηκε ότι ήταν πραγματικό γεγονός: ένα φορτίο παπαγάλων από την Ινδία, που θα τροφοδοτούσε τα pet shops της πρωτεύουσας, έφτασε στο αεροδρόμιο του Ελληνικού, από ατύχημα άνοιξε το κοντέινερ και οι παπαγάλοι διαχύθηκαν στην περιοχή, οπότε οι πρώτες αποικίες δημιουργήθηκαν στα νότια προάστια, Άλιμο, Γλυφάδα.
Ο παπαγάλος είναι ένα πουλί που ήρθε ως μετανάστης πριν από τριάντα χρόνια και κατάφερε όχι απλώς να επιβιώσει αλλά να σχηματίσει μεγάλες αποικίες και να γεμίσει τα πάρκα και τα άλση της Αθήνας. Σήμερα, είναι τόσο διαδεδομένο και τόσο κοινό είδος, που μπορούμε να μιλάμε για τον «παπαγάλο τον Αθηναίο».
«Το σίγουρο είναι ότι οι παπαγάλοι που εμφανίζονται στην Αθήνα είναι πουλιά που δεν ήρθαν μόνα τους, δεν υπήρχε καμία περίπτωση να μεταναστεύσουν και να έρθουν στην Ελλάδα» λέει ο Λευτέρης Σταύρακας, μέλος της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας, που παρατηρεί τους αθηναϊκούς παπαγάλους εδώ και πολλά χρόνια. «Ο πράσινος παπαγάλος που υπήρχε στο κοντέινερ κατάγεται από την Ασία, κυρίως τη χερσόνησο της Ινδίας. Υπάρχει και στην Αφρική, αλλά τα συγκεκριμένα πουλιά που βλέπουμε στην Αθήνα και αλλού στην Ελλάδα είναι το υποείδος της Ινδίας. Οι πράσινοι παπαγάλοι είναι το πρώτο είδος που εμφανίστηκε στην Αθήνα, στην ευρύτερη περιοχή του αεροδρομίου».
Από τότε έχουν δημιουργηθεί κι άλλοι πληθυσμοί παπαγάλων, σε διάφορες περιοχές της Αθήνας, από πουλιά που είτε άνοιγαν το κλουβί και το έσκαγαν είτε τα άφηναν να φύγουν οι ιδιοκτήτες τους. Κάποια στιγμή ο παπαγάλος έγινε πουλί της μόδας και οι εισαγωγές έγιναν μαζικές λόγω μεγάλης ζήτησης. Για διάφορους λόγους, μεγάλος αριθμός από αυτά τα πουλιά κατέληξε στα άλση.
«Οι παπαγάλοι είναι πολύ κοινωνικά πουλιά, δεν κυκλοφορούν μόνα τους, είναι πάντα σε μεγάλες ομάδες ή ζευγάρια και φωνάζουν συνέχεια επειδή επικοινωνούν μεταξύ τους» εξηγεί ο κ. Σταύρακας. «Οπότε, ένα πουλί που το έχεις σε κλουβί και μένει για οκτώ ώρες τουλάχιστον μόνο του φρικάρει και φωνάζει όλη μέρα. Πολλοί δεν αντέχουν τις οξείες κραυγές τους και αφήνουν τα πουλιά να φύγουν. Έτσι, αυτά ενώνονται με τα ελεύθερα σμήνη και φτιάχνονται ομάδες σε διαφορετικά μέρη από αυτά στα οποία ξεκίνησαν. Γι’ αυτό και δεν έχει μόνο η Αθήνα πράσινους παπαγάλους, έχει και η Θεσσαλονίκη, η Ρόδος, η Κόρινθος, το Ναύπλιο, η Κρήτη, η Αλεξανδρούπολη.
Οι μεγαλύτεροι πληθυσμοί, όμως, είναι στην Αθήνα –πάνω από 1.000 άτομα– και στη Θεσσαλονίκη. Εκεί είναι ιδανικές οι συνθήκες, επειδή όλοι οι παπαγάλοι προτιμούν να είναι κοντά στον άνθρωπο. Δεν θα δεις παπαγάλο σε περιβάλλον όπου δεν υπάρχει ανθρώπινη παρουσία.
Εκτός από τους πράσινους, εμφανίζεται και ένα άλλο είδος παπαγάλων, οι γκριζοπρόσωποι ή παπαγάλοι μοναχοί, που προέρχονται από τη Νότια Αμερική, όχι όμως από τις ζούγκλες. Ούτε οι πράσινοι ούτε οι γκριζοπρόσωποι είναι τροπικά είδη, κυκλοφορούσαν στα εύκρατα κυρίως μέρη, στα δάση, οπότε το περιβάλλον της Αθήνας είναι ιδανικό γι’ αυτούς. Δεν υπήρξε θέμα προσαρμογής.
Οι ινδικοί παπαγάλοι φτάνουν μέχρι τους πρόποδες των Ιμαλαΐων, οπότε με το κρύο στην Ελλάδα δεν έχουν κανένα πρόβλημα. Και το αστικό περιβάλλον της Αθήνας με τους καρπούς των καλλωπιστικών δέντρων και θάμνων προσφέρει άφθονη τροφή ολόκληρο τον χρόνο. Οι πράσινοι τρώνε μόνο φυτική ύλη, καρπούς, σπόρους, τον καρπό του φοίνικα, της μελίας, τρελαίνονται για κυπαρισσόμηλα και ελιές. Οι γκριζοπρόσωποι, που τρώνε μαζί με τα περιστέρια, τρώνε τα πάντα, σπόρια, χορτάρια, μέχρι και ζαμπονοτυρόπιτα, ό,τι βρουν κάτω.
Οι γκριζοπρόσωποι δεν έχουν φύγει ακόμα εκτός Αθηνών, είναι αποκλειστικά κάτοικοι Αθήνας. Και γι’ αυτούς υπάρχει ένας μύθος, για το πώς εμφανίστηκαν. Οι πρώτες οργανωμένες παρατηρήσεις έγιναν στο Άλσος της Πρώην Σχολής Χωροφυλακής, όπου υπάρχει ένας υποτυπώδης ζωολογικός κήπος του δήμου.
Τα πρώτα χρόνια του ’90 μέχρι και το 2000 υπήρχαν πολλοί γκριζοπρόσωποι παπαγάλοι μέσα στα κλουβιά. Κάποια στιγμή άρχισαν να εμφανίζονται και έξω από τα κλουβιά – τώρα δεν υπάρχει κανείς μέσα. Ο μύθος λέει ότι οι φύλακες τους ελευθέρωσαν επειδή τους λυπήθηκαν. Σίγουρα στο Άλσος Χωροφυλακής υπάρχει μια μεγάλη αποικία, αλλά πλέον τους βλέπεις και στον Εθνικό Κήπο, όπου γίνεται ο κακός χαμός.
Όλο το κέντρο της Αθήνας έχει πολλούς παπαγάλους. Οι πράσινοι ήταν οι πρώτοι που έκαναν αποικία στον Εθνικό Κήπο και οι γκριζοπρόσωποι ακολούθησαν, αλλά αυτοί που βλέπει ο κόσμος συχνά τελευταία και έχουν γίνει talk of the town –γιατί είναι κάτω και τους ταΐζει μαζί με τα περιστέρια– είναι οι γκριζοπρόσωποι. Οι πράσινοι δεν κατεβαίνουν στο έδαφος ποτέ για να φάνε. Αρκούνται στους καρπούς που έχουν τα δέντρα.
Πολύ χαρακτηριστική είναι η αποικία γκριζοπρόσωπων παπαγάλων που είχε δημιουργηθεί στη Φιλοθέη πριν από μερικά χρόνια, η οποία υπάρχει ακόμα. Μάλιστα, οι ντόπιοι τούς αγαπούσαν τόσο πολύ, που όταν έβλεπαν κάποιον να πηγαίνει με περίεργο σκοπό, τον κυνηγούσαν. Τα πρώτα χρόνια είχαν βάλει και ανακοινώσεις στους δρόμους “έχετε τον νου σας, έρχονται κάποιοι να μας πάρουν τους παπαγάλους!”. Γενικώς, υπήρχε ένα κίνημα υπέρ των παπαγάλων και φαίνεται ότι ο κόσμος τούς αγάπησε από την αρχή. Το οξύμωρο είναι ότι ακόμα και άνθρωποι που κρατούν φυλακισμένα άγρια πουλιά που απαγορεύεται να αιχμαλωτίζεις –καρδερίνες, φλώρους– αντιτίθενται στη σύλληψη των παπαγάλων της Αθήνας!
Ο αριθμός των γκριζοπρόσωπων παπαγάλων έχει αυξηθεί πλέον πάρα πολύ, τους βλέπεις και στα νότια προάστια, σε Πειραιά, Νέα Σμύρνη, και έχουν φτάσει και αυτοί τα 1.000 άτομα μέσα στην Αθήνα. Ίσως κάποια στιγμή ξεπεράσουν σε πληθυσμό τους πράσινους.
Οι γκριζοπρόσωποι είναι η μοναδική εξαίρεση στον κανόνα που λέει ότι οι παπαγάλοι φωλιάζουν σε κουφάλες δέντρων ή κοιλότητες, όπου βρουν, γιατί φτιάχνουν πολυκατοικίες, διαμερίσματα των δέκα ζευγαριών. Γι’ αυτό ο Εθνικός Κήπος και το Άλσος Χωροφυλακής ήταν ιδανικό περιβάλλον, επειδή έχει δέντρα πολύ ψηλά, όπου φτιάχνουν ένα τσαμπί τεράστιο και μέσα εκεί είναι το συγκρότημα κατοικιών τους. Οι γκριζοπράσινοι παίρνουν κλαδάκια και “πλέκουν” φωλιές μέσα στην πυκνή βλάστηση.
Όλοι οι άλλοι παπαγάλοι αναζητούν κουφάλες δέντρων για να φωλιάσουν ή τρύπες πολυκατοικιών. Στη Φιλοθέη, κατά μήκος του ρέματος, έχει μεγάλους ευκάλυπτους και πλατάνια, και φωλιάζουν στις κουφάλες τους, όμως έχουν εκμεταλλευτεί και τις πολυκατοικίες, κάποια τρύπα ή κοιλότητα σε μέρη όπου δεν έχει πολλή φασαρία. Υπάρχουν πολλές τέτοιες θέσεις φωλιάσματος στην Αθήνα.
Σε γενικές γραμμές, ζώντας στην πόλη, έχεις ένα μεγάλο πλεονέκτημα. Δεν έχεις πολλούς φυσικούς εχθρούς. Γι’ αυτό και πολλά ζώα και πουλιά φτιάχνουν ολόκληρες αποικίες μέσα στην πόλη, τα κοτσύφια π.χ. Οι γάτες είναι εχθροί τους, αλλά σε σχέση με τη ζημιά που κάνουν στα πουλιά σε άλλες πόλεις του κόσμου, στην Αθήνα είναι ελάχιστη.
Τους παπαγάλους κυνηγούν κάποια είδη αρπακτικών που κινούνται εντός πόλης, όπως το ξεφτέρι – ειδικά τον χειμώνα, που έρχεται από τη βόρεια Ευρώπη, θα μπορούσε να αρπάξει έναν γκριζοπρόσωπο παπαγάλο. Τους πράσινους τους σώζει το μέγεθός τους, είναι πιο μεγάλοι και πιο τσαμπουκάδες. Οι πετρίτες, που πιάνουν τα περιστέρια, θα μπορούσαν να πιάσουν και έναν παπαγάλο, αλλά τα περιστέρια είναι πιο εύκολη λεία για τα αρπακτικά, γιατί είναι πιο οκνηρά. Πρακτικά, οι παπαγάλοι ζουν με “άσυλο” εδώ. Απειλή είναι ο άνθρωπος, που θα μπορούσε να παγιδέψει ένα πουλί που έχει αναπαραχθεί στη φύση. Είναι πολλοί αυτοί που θέλουν έναν παπαγάλο στο σπίτι».
Ο παπαγάλος είναι ένα πουλί που εγκαταστάθηκε στο φυσικό περιβάλλον της Αθήνας πρόσφατα και δεν υπάρχουν μελέτες για τα αποτελέσματα της παντελώς απρογραμμάτιστης αυτής παρέμβασης. «Το ερώτημα εάν κάνουν ή δεν κάνουν κακό στην ελληνική φύση δεν έχει ρητή απάντηση» λέει ο κ. Σταύρακας. «Και δεν είναι ελληνικό φαινόμενο. Παπαγάλοι υπάρχουν σε όλη την Ευρώπη. Στο Λονδίνο, στις Βρυξέλες, στο Άμστερνταμ, υπάρχουν χιλιάδες παπαγάλοι που ελευθερώθηκαν περίπου όπως και αυτοί της Αθήνας. Στη Βαρκελώνη κάποια στιγμή έγιναν τόσο πολλοί, που η πόλη κήρυξε πόλεμο εναντίον τους, γιατί πήγαιναν κι έτρωγαν σε καλλιέργειες. Όταν πέσουν κοπάδια ολόκληρα σε ένα χωράφι, το ρημάζουν.
Στη Νότια Αμερική το πρόβλημα είναι σοβαρό, όπως και στην Ινδία, εδώ όμως, παρότι δεν έχουμε πολλές μελέτες, δεν έχουμε δει ζημιές. Δεν καταστρέφουν καλλιέργειες, γιατί δεν κάνουν ρούπι εκτός Αθήνας. Ακόμα και στη Λούτσα, που έχει γκριζοπράσινους παπαγάλους, κυκλοφορούν μέσα στην πόλη, δεν βγαίνουν στα χωράφια. Βρίσκουν ένα κενό και το καλύπτουν. Θεωρητικά, οι πράσινοι παπαγάλοι θα μπορούσαν να ανταγωνιστούν πουλιά όπως ο τσαλαπετεινός ή η κουκουβάγια, ο γκιόνης, που κι αυτά θέλουν τρύπες, κοιλότητες για να φωλιάσουν.
Παρ’ όλα αυτά, ο πληθυσμός των τσαλαπετεινών στην Αθήνα αυξάνεται τα τελευταία χρόνια. Στην Ισπανία οι πράσινοι παπαγάλοι θεωρήθηκαν “παράσιτα” που απείλησαν να εξοντώσουν τοπικά κάποια είδη νυχτερίδων, γιατί τους έπαιρναν τις κοιλότητες, ή επιτίθεντο σε ψαρόνια και τσοπανάκους, αλλά στην Αθήνα κανένα από αυτά δεν φωλιάζει μέσα στην πόλη. Βέβαια, όσα λέμε ισχύουν με την υπάρχουσα πληθυσμιακή κατάσταση, αν γιγαντωθεί, θα δημιουργήσει προβλήματα στα άλλα είδη».
Ο παπαγάλος μπορεί να γίνει επικίνδυνος μόνο όταν ανταγωνίζεται για τη φωλιά με κάποιο άλλο πουλί. Πάνω στη διαμάχη, μπορεί να σκοτώσει ένα σπουργίτι, αλλά δεν θα σκότωνε ένα σπουργίτι επί τούτου. «Όλα τα είδη ανταγωνίζονται το ένα το άλλο» προσθέτει ο κ. Σταύρακας. «Υπάρχει μια ανησυχία των ειδικών για τυχόν εξοβελισμό άλλων ειδών από την επέκταση των παπαγάλων στις περιοχές εξάπλωσής τους, όμως, επειδή ο παπαγάλος δεν βγαίνει από τα όρια της πόλης, ας πούμε ότι έχει βρει μια κενή θέση που προϋπήρχε και την έχει καλύψει.
Τα τελευταία χρόνια έχουν βρεθεί πληθυσμοί και από άλλα είδη παπαγάλων στην Αθήνα: ο Αλεξανδρινός Παπαγάλος, ο Φαιοκέφαλος της Σενεγάλης, ο Μελοψιττακός κ.ά., τα οποία δεν έχουν καταφέρει να στεριώσουν. Είναι όλα πουλιά που το σκάνε από τους ιδιοκτήτες τους ή αφήνονται ελεύθερα. Ο Αλεξανδρινός, που υπάρχει μόνο στο Πάρκο Τρίτση, και ο πληθυσμός του υπολογίζεται γύρω στα 40 άτομα, θυμίζει πολύ τον πράσινο, αλλά έχει πολύ πιο κόκκινο ράμφος και δύο κόκκινες βούλες που φαίνονται όταν πετάει και όταν κάθεται».
Η συμπάθεια των Αθηναίων για τους παπαγάλους είναι ξεκάθαρη και έντονη, την καταλαβαίνεις από τις φωτογραφίες που ανεβάζουν στο Facebook και στο Instagram, με σχόλια θαυμασμού για το πράσινο εξωτικό πουλί που ήρθε για να φάει τον καρπό ενός δέντρου στον δρόμο ή ενός θάμνου στο μπαλκόνι. Ο κενός χρόνος που έπρεπε να καλύψουμε μέσα στην καραντίνα, παρατηρώντας τα πάντα γύρω μας, έκανε τους παπαγάλους πιο ορατούς από ποτέ.
Και τα δύο είδη θεωρούνται πλέον επίσημα είδη της Ελλάδας και συμπεριλαμβάνονται στη λίστα των ελληνικών απελευθερωμένων ειδών. Και ήρθαν για να μείνουν.
«Η δυναμική της μείξης που έχει δημιουργηθεί θα μπορούσε να λειτουργήσει θετικά για το σύνολο των πουλιών της Αθήνας και να δημιουργήσει ένα νέο, πιο ανθεκτικό οικοσύστημα, που θα συνδυάζει στοιχεία απ’ όλες τις συνιστώσες του» καταλήγει ο κ. Σταύρακας. «Κάτι που πριν από 10 ή 20 χρόνια μάς φαινόταν αφύσικο, δηλαδή το να ταΐζουμε παπαγάλους μαζί με τα περιστέρια, πλέον έχει γίνει μέρος της καθημερινότητας. Οι παπαγάλοι προσαρμόστηκαν εξαιρετικά στο νέο τους περιβάλλον και οι όποιοι ανταγωνισμοί εμφανίζονται ανάμεσα στα είδη προκαλούνται όταν οι πόροι (τροφή και στέγαση) είναι περιορισμένοι ή άνισα κατανεμημένοι, ακριβώς όπως γίνεται παντού στον κόσμο, όπου η ανισότητα στη κατανομή του πλούτου έχει γιγαντωθεί.
Αντί, λοιπόν, να προσπαθούμε να εξαφανίσουμε ένα είδος για να επιβιώσει κάποιο άλλο, όπως γίνεται σε άλλες χώρες, θα έπρεπε να εργαζόμαστε σε ατομικό αλλά και συλλογικό επίπεδο ώστε να δημιουργηθούν κατάλληλες συνθήκες διαβίωσης για όλους τους οργανισμούς που συνθέτουν το μεγαλειώδες οικοδόμημα που ονομάζουμε αστικό περιβάλλον. Οι νέοι ένοικοι της Αθήνας θα ήταν μια χρυσή ευκαιρία να αναδείξουμε τους πράσινους χώρους μέσα στην πόλη και να τους βελτιώσουμε, για να μην υπάρχει κανένας ανταγωνισμός. Για να ζουν όλα τα πουλιά αρμονικά πρέπει να αυξήσουμε το διαθέσιμο πράσινο, ειδικά τα μεγάλα πάρκα».
Εκφώνηση; Μαρία Δρουκοπούλου