Όταν πριν από 6 χρόνια η Άννα μπήκε στον κόσμο του Tinder, δεν μπορούσε να φανταστεί ότι μετά από λίγο καιρό θα γνώριζε εκεί τον άντρα της. Κατέβασε, όπως λέει, την εφαρμογή για πλάκα, ένα απόγευμα που συζητούσε με την παρέα της για τους λόγους για τους οποίους ο κόσμος δεν φλερτάρει πια. 

 

«Πριν χρησιμοποιήσω την εφαρμογή, είχα στο μυαλό μου ότι κάθε συζήτηση και γνωριμία θα είχε ως πολύ ξεκάθαρο στόχο το να συναντηθούμε για να κάνουμε σεξ. Αυτό δεν συνέβη σε καμία περίπτωση», λέει. «Η γνωριμία με τον άντρα μου ξεκίνησε χαλαρά, έχοντας ήδη, μέσα από αρκετή συζήτηση στο chat, γνωριστεί καλά. Οπότε το πρώτο ραντεβού ήταν επιβεβαιωτικό. “Καλά τα λέμε”. Ακολούθησε ένα δεύτερο και αυτό ήταν. Στο τρίτο κατάλαβα ότι πάμε να δοκιμάσουμε αν όντως έχουμε σχέση». 

 

Οι συνομιλίες της Άννας με ανθρώπους στο Tinder δεν κατέληγαν απαραίτητα σε ραντεβού, όμως αρκετές από αυτές ήταν ευχάριστες. Κάποιες ήταν πολύ ενοχλητικές, αλλά ήταν, όπως μου λέει, εύκολο να τις αποφύγει.

 

Αυτό είναι και ένα από τα βασικά στοιχεία της εφαρμογής. Δεν χρειάζεται να εξηγήσεις σε κανέναν ότι δεν σου αρέσει ο τρόπος του, μπορείς απλά να λήξεις τη συζήτηση ή να μην απαντήσεις ποτέ. Το να αφήνεις μια συζήτηση που δεν πάει καλά ή να λήγεις ένα φλερτ που μοιάζει να μην οδηγεί κάπου δεν κοστίζει, γιατί δεν βάζεις τον εαυτό σου στη δύσκολη διαδικασία του να διαχειριστεί μια άβολη κατάσταση από κοντά. Άλλωστε σήμερα τείνουμε να αποφεύγουμε τέτοιου είδους στιγμές στη ζωή μας. Ακόμη κι αν ο ταξιτζής σου είναι αγενής, δεν χρειάζεται να διαπληκτιστείς μαζί του, του βάζεις απλά ένα αστεράκι στην εφαρμογή από την οποία τον κάλεσες. 

Αν χρόνια πριν το να χρησιμοποιεί κανείς μια εφαρμογή για να φλερτάρει ήταν από πολλούς κατακριτέο, σήμερα εκείνοι που δεν κάνουν swipe δεξιά και αριστερά για ένα ταίρι κατά πάσα πιθανότητα αποτελούν μειοψηφία.

«Δεν θυμάμαι να έχω φλερτάρει ποτέ με άσχετο σε μπαρ. Ούτε πριν από έξι ούτε πριν από δεκαέξι χρόνια. Το Tinder είναι μια διέξοδος προς αυτούς που δεν φλερτάρουν ή δεν φλερτάρονται στον φυσικό κόσμο. Το γιατί δεν φλερτάρει ο κόσμος σήμερα είναι μια άλλη συζήτηση», λέει. 

 

Όταν, δέκα χρόνια πριν, οι δημιουργοί του Tinder, ανάμεσα στους οποίους και οι Sean Rad και Justin Mateen, αποφάσισαν να λανσάρουν την εφαρμογή, η έμπνευση πίσω από την ιδέα στηριζόταν και στο βιωματικό κομμάτι. Οι δυο τους δυσανασχετούσαν για τις ευκαιρίες που είχαν προκειμένου να φλερτάρουν φυσικά μέσα στην καθημερινότητά τους.

 

Με το Grindr και το Scruff να λανσάρονται το 2009 και το 2010, το Tinder ήρθε δυο χρόνια μετά και ήταν αυτό που καθιέρωσε το dating μέσω εφαρμογών στη ζωή των ανθρώπων. Η εφαρμογή έγινε αρχικά διαθέσιμη σε iPhone συσκευές και έπειτα, το 2013 σε συσκευές Android. Τότε κλιμακώθηκε η επιτυχία της. 

 

H καινοτομία του Tinder ήταν το swipe, δηλαδή το γεγονός ότι, χωρίς κάποιο ιδιαίτερα λεπτομερές προφίλ γεμάτο πληροφορίες, μπορούσες με τον αντίχειρά σου να περιηγηθείς σε έναν χώρο στον οποίο η απόρριψη δεν έχει θέση. Μόνο εάν αρέσεις ήδη σε κάποιον σε βγάζει στη λίστα με τους προτεινόμενους. Έτσι, η πρώτη επιβεβαίωση είναι δεδομένη.

 

Στα επόμενα χρόνια εκατομμύρια χρήστες κάθε σεξουαλικής προτίμησης θα αναζητούσαν το άλλο τους μισό, κάποιον για να κάνουν σεξ, ή απλά ένα ραντεβού στο περιβάλλον της εφαρμογής. Σήμερα υπάρχουν πάνω από 75 εκατομμύρια ενεργοί χρήστες και κάθε εβδομάδα πραγματοποιούνται 1,5 εκατομμύριο ραντεβού μέσα από το chat του Tinder. 

 

Η Ανδρομέδα ήταν ενεργή χρήστρια του Tinder από το 2016. Για μια περίοδο έβγαινε και δύο ραντεβού την εβδομάδα, ενώ στην εφαρμογή οφείλει και μερικές από τις πιο ενδιαφέρουσες γνωριμίες της ζωής της. Από έναν διάσημο Αμερικανό κωμικό, μέχρι έναν Σαουδάραβα και έναν start-upper. Οι άνθρωποι από το εξωτερικό ήταν για εκείνη, μετά από ένα σημείο, πολύ πιο κουλ και άνετοι με την όλη διαδικασία. 

 

«Το στερεότυπο που έχουμε για το Tinder στην Ελλάδα είναι ο λόγος που από ένα σημείο και μετά άρχισα να βγαίνω μόνο με ξένους», λέει. «Απολάμβανα πολύ περισσότερο τα ραντεβού με ανθρώπους που ήταν από άλλες χώρες και άλλες κουλτούρες, ακριβώς γιατί έχει τύχει να βγω ραντεβού με Έλληνες και να νιώθω λίγο σαν escort. Ο άλλος θεωρεί ότι για να είμαι εκεί, σίγουρα είμαι διαθέσιμη σεξουαλικά, ότι σίγουρα μετά την πρώτη μπίρα θα πάμε σπίτι, κάτι που απέχει χιλιόμετρα από την πραγματικότητα», λέει. «Υπάρχει επίσης ένα φοβερό ταμπού από τους Έλληνες. Θεωρούν ότι οι γυναίκες ψάχνουν γάμο. Ότι, για να είσαι στο Tinder, λογικά είσαι μια αποτυχημένη περσόνα που δεν της κάθεται κανένας. Με ανθρώπους από το εξωτερικό, η εμπειρία ήταν πολύ διαφορετική. Είτε κατέληξαν κάπου τα ραντεβού είτε όχι, ήταν απολαυστικά και για τους δύο και δεν ένιωσε κανείς αμήχανα». 

 

Έξι χρόνια πριν, όπως μου λέει, τα πράγματα ήταν διαφορετικά στην αντίληψη του κόσμου. «Παρά το γεγονός ότι δεν υπήρχε ο Covid και δεν φοβόσουν μη σε κολλήσει κάποιος έναν σπάνιο ιο, το ψυχολογικό ταμπού ήταν μεγάλο». 

 

«Το πρώτο μου ραντεβού ήταν τεράστια αποτυχία. Καταλαβαίνεις από τις πρώτες ατάκες αν τσουλάει το πράγμα ή όχι. Όταν ξεκινάτε με πολύ κλασικές ερωτήσεις, η κουβέντα γίνεται, μοιραία, κάπως σαν συνέντευξη. “Και πού βγαίνεις;”, “Και πού δουλεύεις;”. Μια κλασική ερώτηση που κάνουν τα αγόρια και πραγματικά σε αποκαρδιώνει και σου κόβει τα φτερά, είναι “Πώς και Τinder;”. Ξαφνικά χάνεται όλο το φλερτ. Αν όμως επικοινωνήσεις με τον άλλον, με κάτι που συνέβη μέσα στη μέρα σου, αν τον φέρεις κοντά με μια λεπτομέρεια πιο ανθρώπινη και καθημερινή, εκεί καταλαβαίνεις πώς θα προχωρήσει το πράγμα. Αν δεν τσουλάει και αυτό, δεν υπάρχει ελπίδα. Και φυσικά παίζει ρόλο το χιούμορ, το πήγαινε-έλα των ατακών. Έχει τύχει άνθρωπος να μου πει: «Και; Έχεις δουλίτσα;. Α, τότε είσαι από τους τυχερούς».

 

Μετά συνέχισε: «Σου αρέσει; Είσαι ευχαριστημένη;». Αυτό είναι μπιενάλε μικροαστίλας. Χάνεται όλη η ανάγκη για φλερτ. Από εκεί ξεκινά το Τinder, από την ανάγκη να φλερτάρεις, να παίξεις με την ατάκα και τις ματιές και όλα όσα θα έκανες από κοντά. Απλά τα κάνεις μέσω chat».  

 

Στην πορεία, καθώς η εφαρμογή καταλάμβανε όλο και περισσότερο χώρο στην καθημερινότητά μας, τα σύμβολα έπαιξαν τον δικό τους ρόλο. Έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον το πώς τα emoji κατέκλυσαν ανά περιόδους μέσα στη δεκαετία τα dating apps, σηματοδοτώντας διαφορετικά πράγματα. Από τον ανανά μέχρι τα tacos, που στην Αμερική έκαναν θραύση, τα emoji στις εφαρμογές καθοδηγούσαν τους ενδιαφερόμενους αναλόγως με τις προτιμήσεις που υποδήλωναν.

 

«Υπάρχουν άνθρωποι που θέλουν σεξ και το λένε με την πρώτη ατάκα.  Άλλοτε με αστείο, άλλοτε με πολύ χυδαίο, άλλοτε με ντόμπρο τρόπο», λέει η Ανδρομέδα. «Μου φαίνεται πιο ειλικρινές γιατί εκεί μπορείς να επιλέξεις. Σε άλλες περιπτώσεις θεωρούσα για πάρα πολλά ραντεβού ότι ξεκινούσαν απλά ως ραντεβού, ενώ ο άλλος είχε κάτι άλλο στο μυαλό του. Δυστυχώς δεν είναι κάτι που μπορείς να το ξέρεις από πριν. Στην πορεία μου στο Tinder, ήταν πάρα πολύ συχνό άνθρωποι που δεν ήταν συναισθηματικά διαθέσιμοι να μην το δηλώσουν και να φέρονται στην αρχή σαν να έχουν τη διάθεση να συνδεθούν μαζί μου». 

 

Τα προηγούμενα χρόνια δεν ήταν λίγα τα μέσα που δαιμονοποίησαν το Tinder. Κατά πόσο επηρεάζει την ψυχολογία μας; Τις διαπροσωπικές σχέσεις; Φέρνει κοντά ή στην πραγματικότητα απομακρύνει τους ανθρώπους μέσα από επιφανειακές, λογικής «σούπερ μάρκετ», συναντήσεις; Με μια απλή αναζήτηση μπορεί κανείς να δει άρθρα του 2016 που βάζουν στο στόχαστρο τα dating apps. 

 

Στον «Guardian» διαβάζουμε μια έρευνα που είχε παρουσιαστεί στο ετήσιο συνέδριο της Ακαδημίας Ψυχολόγων, στην οποία συμμετείχαν 1.317 φοιτητές από δύο πανεπιστήμια. Από αυτούς 70 γυναίκες και 32 άνδρες χρησιμοποιούσαν Tinder. Ζητήθηκε από όλους τους συμμετέχοντες να βαθμολογήσουν κατά πόσο ένιωθαν ντροπή για το σώμα τους και κατά πόσο αντικειμενοποιούσαν και παρακολουθούσαν την εμφάνισή τους συγκρίνοντας την όψη τους με εκείνη των άλλων. Τόσο οι άντρες όσο και οι γυναίκες που χρησιμοποιούσαν Tinder ήταν πιο δυσαρεστημένοι με το σώμα τους και ήταν πιο πιθανό να προβούν στα παραπάνω. Οι άντρες χρήστες είχαν αποδεδειγμένα τα χαμηλότερα ποσοστά αυτοπεποίθησης. 

 

Σήμερα, οι αντιλήψεις μοιάζουν φυσικά να είναι διαφορετικές. Αν χρόνια πριν το να χρησιμοποιεί κανείς μια εφαρμογή για να φλερτάρει ήταν από πολλούς κατακριτέο, σήμερα εκείνοι που δεν κάνουν swipe δεξιά και αριστερά για ένα ταίρι κατά πάσα πιθανότητα αποτελούν μειοψηφία.

 

Σε άρθρο του The Atlantic διαβάζει κανείς ότι είναι φυσικά πιθανό το Tinder να ύψωσε ένα τείχος ανάμεσα στην αναζήτηση συντρόφων και στις καθημερινές κινήσεις μας όσον αφορά τη δουλειά και την κοινωνικοποίησή μας. Όμως είναι εξίσου πιθανό τα dating apps να σαρώνουν επειδή ακριβώς στην εποχή μας οι άνθρωποι έχουν σταματήσει ήδη να αναζητούν συντρόφους από κοντά στην καθημερινότητά τους. Η Άννα συμφωνεί με το δεύτερο. 

 

«Με το Tinder απλά μεταφέρεις τη διαδικασία του φλερτ σε ένα digital περιβάλλον. Είναι μάλιστα και πιο εύκολο, γιατί υπάρχει ήδη μια δηλωμένη συμπάθεια, για να συζητάς με τον άλλον. Είναι πολύ πιο εύκολο και άμεσο σε σχέση με το διά ζώσης φλερτ, ειδικά για ανθρώπους που μπορεί να είναι λίγο πιο διστακτικοί ή εσωστρεφείς».

 

Η Ανδρομέδα, από την πλευρά της, χάρη στο Tinder ήρθε σε επαφή με κόσμο που υπό άλλες συνθήκες δεν θα συναντούσε ποτέ. 

 

«Για ένα διάστημα έβγαινα δυο φορές την εβδομάδα ραντεβού, μεγάλη συχνότητα αν σκεφτείς ότι με τον άνθρωπο που βγαίνεις έχεις μιλήσει, άρα έχεις καταναλώσει ενέργεια σε αυτό. Από ένα σημείο και έπειτα είναι πολύ ψυχοφθόρο και αυτός είναι ο λόγος που το έχω κλείσει, γιατί είπα ότι δεν έχω κουράγιο να το κάνω. Ωστόσο, αν κρατάω κάτι ωραίο, είναι ότι γνώρισα ανθρώπους που δεν θα τους είχα γνωρίσει αλλιώς. Περσόνες φανταστικές. Έναν συγγραφέα από τη Νέα Υόρκη που ήταν ίδιος ο Γούντι Άλεν.

 

Βγήκα συγκλονιστικά ραντεβού. Με έναν Σαουδάραβα, πάμε σε ένα μπαρ και μου λέει ότι δεν ξέρει από αλκοόλ. “Διάλεξε εσύ για εμένα”. Μου μίλησε για την κουλτούρα του. Όλο το ραντεβού ήταν μια ανταλλαγή κουλτούρας, κάτι που ήταν φανταστικό. Βγήκα με έναν YouTuber κωμικό από την Αμερική, ο οποίος δεν ήξερα ότι είναι διάσημος. Με έναν τύπο που ήταν στη λίστα «Forbes 30 under 30». Δεν μου έχει τύχει τίποτα επικίνδυνο.

 

Τα χειρότερα ραντεβού ήταν αδιάφορες προσωπικότητες που ήταν απλά εκεί για να είναι. Δεν ήξεραν τι ήθελαν. Βαριόντουσαν, απλά βγήκαν και τσούλησε ένα δίωρο με φρικτή αμηχανία. Κάποιες γνωριμίες που είχα εξελίχθηκαν σε σχέσεις μηνών. Μετά τα πρώτα ραντεβού καταλαβαίνεις αν αρχίζεις να νοιάζεσαι για το πώς πάει η μέρα του άλλου, ή αν δεν σε νοιάζει καθόλου.

 

Είναι πολύ εύκολο να σε φέρει κοντά το Tinder με το άλλον αλλά είναι πολύ δύσκολο, όταν βρίσκεσαι, να κερδηθεί η εμπιστοσύνη και να υπάρξει χημεία. Πολλοί είναι πολύ καλοί στον γραπτό λόγο και από κοντά είναι τελείως διαφορετικοί. Γι’ αυτό έβγαινα και πολλά ραντεβού. Ήταν μια λογική “σούπερ μάρκετ”, κάτι που είναι πάρα πολύ άσχημο. Να λες “next, next, next”, και να αντιμετωπίζεσαι κι εσύ έτσι.

 

Μάλλον αυτό είναι και το μεγαλύτερο κακό του συγκεκριμένου μέσου. Σου δίνει μεν τη δυνατότητα να γνωρίσεις πολλούς ανθρώπους, αλλά ελάχιστοι από αυτούς είναι όντως άνθρωποι με τους οποίους μπορείς να συνυπάρξεις ακόμη και σε ένα ραντεβού. Και καλώς ή κακώς οι άνθρωποι έχουν πολύ μεγάλη ανάγκη από romance και από ωραίες ιστορίες. Είναι κάτι που το κουβαλάμε μαζί μας. Ειδικά όταν η καθημερινότητα έχει πολλή ρουτίνα και πίεση, νιώθεις ότι μάλλον περιμένεις κάποιος να έρθει και να σου αλλάξει τη ζωή. Δεν αντιλαμβάνεσαι ότι είστε δυο άνθρωποι που ζουν δυο παράλληλες ρουτίνες και οι πιθανότητες να ερωτευτείτε και να αλλάξετε ο ένας τη ζωή του άλλου είναι λίγες». 

 

Δεν είναι λίγοι εκείνοι που ακόμη και σήμερα, δέκα χρόνια μετά το λανσάρισμα της εφαρμογής, θα φοβηθούν να μπουν στον κόσμο της. Όμως σε μια κοινωνία που τρέχει ασταμάτητα, σε μια καθημερινότητα που χαρακτηρίζεται από πολλή δουλειά, λίγο προσωπικό χρόνο, αυξημένη ακρίβεια και ελάχιστη διασκέδαση, η αναζήτηση ενός ανθρώπου για σεξ, γνωριμία ή οτιδήποτε μπορεί να τραβάει η όρεξή σου περνάει μέσα από μια κίνηση του αντίχειρά σου. Το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να κάνεις swipe, δεξιά και αριστερά, να φλερτάρεις πίσω από την οθόνη και, όταν εσύ το επιθυμείς, να γνωρίσεις νέους ανθρώπους. Και αυτό στην εποχή μας μοιάζει να είναι σωτήριο. Παρά το γεγονός ότι το στίγμα στην Ελλάδα για τους χρήστες δεν είναι πλέον τόσο έντονο όσο τα προηγούμενα χρόνια, η διαφορά με το εξωτερικό παραμένει μεγάλη. 

 

«Οι νεότερες γενιές το έχουν λιγότερο, αλλά οι 35άρηδες, όπως εγώ, καθώς και άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας, θεωρούν μεγάλη ντροπή το να μπουν στο Tinder», λέει η Ανδρομέδα. «Φοβούνται, βλέπεις, ότι θα συναντήσουν εκεί κάποιον γνωστό. Ξεχνούν όμως ότι και ο γνωστός αυτός, για να είναι εκεί, μάλλον κάτι ψάχνει».