Τι κάνει την όπερα «Τόσκα» του Τζάκομο Πουτσίνι να παραμένει δημοφιλής περισσότερο από έναν αιώνα μετά την πρώτη της παρουσίαση; Είναι εντέλει οι Έλληνες εξοικειωμένοι με την όπερα; Τι είδους κοινό συρρέει στο Ηρώδειο στις καλοκαιρινές παραστάσεις της Λυρικής Σκηνής;
Στην τρίπρακτη όπερα «Τόσκα», η οποία βασίζεται σε ποιητικό κείμενο των Τζουζέπε Τζακόζα και Λουίτζι Ίλικα, εμπνευσμένο από θεατρικό έργο του Βικτοριέν Σαρντού, ο ζωγράφος και επαναστάτης Μάριο Καβαραντόσι, εραστής της τραγουδίστριας της όπερας Φλόρια Τόσκα, συλλαμβάνεται εξαιτίας των πολιτικών φρονημάτων του από τον βαρόνο Σκάρπια, αρχηγό της αστυνομίας.
Ο τελευταίος, προτίθεται να ελευθερώσει τον Καβαραντόσι με αντάλλαγμα μια ερωτική συνεύρεση με την Τόσκα. Εκείνη υποκύπτει στον εκβιασμό, αλλά σκοτώνει τον Σκάρπια όταν την πλησιάζει. Καταδιωκόμενη από την αστυνομία, αυτοκτονεί πέφτοντας από τις επάλξεις του φρουρίου των φυλακών όπου λίγο νωρίτερα έχει εκτελεστεί ο Καβαραντόσι.
Η μεγαλειώδης και τρομερά δημοφιλής όπερα του 1900, σκηνοθετημένη από τον Ούγκο ντε Άνα και σε μουσική διεύθυνση Φιλίπ Ογκέν, επέστρεψε στο Ηρώδειο για να ολοκληρώσει το Φεστιβάλ Αθηνών. Στην πρεμιέρα της 28ης Ιουλίου συμμετείχαν η Κριστίνε Οπολάις στον ομώνυμο ρόλο της Τόσκα, ο Ραμόν Βάργκας ως Μάριο Καβαραντόσι και ο Δημήτρης Πλατανιάς ως Σκάρπια.