Ναι, ο Διονύσης ήρθε με το πούρο του και κάθισε στο γραφείο μου, να κάνει έντιτινγκ στο τεύχος που κρατάτε. Είναι ο τρίτος μεγάλος Έλληνας καλλιτέχνης που τιμά τη LifO ως guest editor. Eεπειδή η συνάφεια με τα μεγάλα μεγέθη δημιουργεί στην Ελλάδα ξινίλες, θέλω να πω ότι κατόπιν μεγάλης ασκήσεως, έχω μάθει να μην ξεχνάω τη σημασία ενός ποιητή όταν τον συναντώ. Ο Σαββόπουλος είναι ο μεγαλύτερος ζων Έλληνας καλλιτέχνης, βαθύς, ορίτζιναλ, μελλοντικός, άγριος, ορμητικός σαν καταιγίδα και απαλός σαν αύρα ποντιάς, με ρίζες στα πιο αρχαία χώματά μας - μάγος μεγάλης πνοής, που με διαμόρφωσε και με έμαθε να ακούω την τρέλα μου και να την κάνω φρόνηση, να μετασχηματίζω τη λύπη μου σε δράση, να ζω με τα κουσούρια μου. Μαζί με τον Μπομπ Ντίλαν και τον Χατζιδάκι, ήταν οι πρώτοι μου γονείς.
Δεν έχουμε και τίποτε άλλο στην Ελλάδα, πέρα από τους ποιητές. Αυτοί πάντα μας ξελασπώνουν. Σε αυτό το κλίμα διάλυσης όπου επιπόλαιοι άνθρωποι κάνουν οικογένειες και επιπόλαιοι άνθρωποι μας κυβερνούν, αυτοί είναι το «πάμφωτο κενό» που μέσα του ψιλοκαταλαβαίνουμε ποιοι είμαστε και πώς θα άξιζε να ζήσουμε τη ζωή μας. Παρακινημένος από ένα σόλο τους, πήρα κάποτε ένα τρένο που ακόμα πάει. Κανένας άλλος σύγχρονος Έλληνας δεν θα αποκτήσει ποτέ τέτοια δύναμη. Μόνο οι ποιητές. Καγχάζω όταν ακούω τα ράθυμα μειράκια να τους κάνουν κριτική. Σηκώνονται τα βουτυρωμένα πόδια να χτυπήσουν το κεφάλι. Είναι κι αυτό δείγμα της μοντέρνας παρακμής. Να διαχέονται τα πρώτα με τα δεύτερα και τα δεύτερα να έχουν μεγάφωνο στο ίντερνετ.
Μας κατηγορούν για τρέντουλες, αλλά συστηματικά εδώ στη LifO δίνουμε βήμα στους αξιότερους Έλληνες (αυτούς που είναι θαμμένοι στα θεμέλια του σπιτιού μας) δίπλα στις πιο πειραματικές και νέες περιπτώσεις. Δέντρα με τις ρίζες στον αέρα ξεραίνονται. Η μνήμη είναι ένας ουρανός με άστρα. Χωρίς το φως των άστρων θα χαθούμε - κι η νύχτα είναι μεγάλη, ο πόλεμος βαθύς, εσωτερικός. Δεν ξέρω άλλο σύμμαχο.
Ήρθε λοιπόν κι έκατσε στο χάος μου, εννοώ του γραφείου μου, με αυτό το υπεροπτικό ύφος που σε μερικούς τον κάνει αντιπαθή. Ήταν τρυφερός με τα παιδιά, έγραψε τις λεζάντες, άλλαξε τα χρώματα στο εξώφυλλο. Αργά το βράδυ τον ξεπροβόδισα στο ασανσέρ κι έπεσε πάνω στην Έφη Κουτσονικολή, τη διευθύντρια της ελεύθερης αγοράς μας. «Γεια σου, ρε Διονυση!», του είπε με την άπλα που τη διακρίνει, «εσύ μας μεγάλωσες, ρε γαμώτο!».
«Βλέπω ότι σας μεγάλωσα καλά!» της απάντησε χαμογελαστός, ανεβοκατεβάζοντας το βλέμμα του στο κορμί της.
Από τον 6ο ως το ισόγειο, αναρωτιέμαι τι άλλο να είπαν!
σχόλια