Κυριακή 8:30 μ.μ. Έξω απ’ το Παλλάς, περιμένοντας να ξεκινήσει η συναυλία του Πατ Μέθενι.
Κρυβόμαστε πίσω από μια κολόνα, μέχρι να φάει ο Νίκος ένα σάντουιτς («είναι με ψωμί ολικής αλέσεως», μου λέει αμυντικά, ενώ στην πραγματικότητα είναι πολύ λεπτός και γυμνασμένος). Εκείνος ήθελε να πάμε να δούμε τον Πατ Μέθενι («είναι κορυφαίος τζαζίστας», «αχ, κι εγώ που νόμιζα ότι ήταν μάρκα σαπουνιού»). Ένας τύπος με καπέλο έρχεται κάθε δυο δευτερόλεπτα και μας ζητάει λεφτά. Αναρωτιέμαι εάν πάσχει από αμνησία, μέχρι που διαπιστώνω ότι πρόκειται για διδύμους που ζητάνε χρήματα εναλλάξ. Όταν πια μπαίνουμε στο θέατρο και καθόμαστε, σκέφτομαι ότι έχω καιρό να δω το Παλλάς τόσο ασφυκτικά γεμάτο - θυμάμαι, την τελευταία φορά που είχαμε έρθει εδώ μαζί, ακούσαμε όλο το «Σαμποτάζ» της Λένας Πλάτωνος λάιβ και κάθε φορά που η Σαβίνα Γιαννάτου τραγουδούσε τα «Τα μαγικά μπλου τζιν» χαϊδεύαμε ο ένας το παντελόνι του άλλου. Τη στιγμή που βγαίνει ο Πατ Μέθενι βουλιάζω στην καρέκλα μου. Δέκα λεπτά αργότερα κοιτάω τη σκηνή σαν ηλίθια. Δεν χρειάζεται να είσαι γνώστης της τζαζ για να καταλάβεις ότι πρόκειται για ιδιοφυΐα. Μετά από δυο κομμάτια, νιώθω σαν να είμαι ανεβασμένη σε μια καρότσα που διασχίζει έναν ισπανικό πορτοκαλεώνα χάραμα καλοκαιριού, μέσα σ’ ένα πορτοκαλί σύννεφο. Έτσι όπως είναι σκοτεινά και ήσυχα, τα τάστα της κιθάρας του αντικατοπτρίζονται στα θεωρεία του θεάτρου.
Παρασκευή βράδυ, οδός Κολοκοτρώνη, ώρα 2:30
Μπαίνω στο ταξί σαν την κυνηγημένη, έτοιμη να βάλω τα κλάματα. Όπως ανηφορίζουμε την Κολοκοτρώνη, αντιλαμβάνομαι ότι το ραδιόφωνο του πιθανώς μόνου indie ταξιτζή της Αθήνας παίζει το «Fade into you» των Μazzy Star.Yπό φυσιολογικές συνθήκες, θα ήμουν φοβερά ευτυχισμένη. Σήμερα, όμως, θέλω να του σπάσω το ταξί. Την ώρα που προσπερνάμε το άδειο γκαράζ της Αμαλίας, σκέφτομαι πόσο ειρωνικό είναι ότι απόψε θα ’δινα τα πάντα για ν’ ακούσω αυτά που ακούνε οι 9 στους 10 ταξιτζήδες τα βράδια: τις «Καρδιοπάθειες απ’ τις πολλές συμπάθειες» του Δημήτρη Κοντολάζου ή αυτές τις εκπομπές όπου τηλεφωνούν μοναχικοί άνθρωποι για ν’ ακούσουν τον ήχο της φωνής τους. Λίγο πριν στρίψει το ταξί για τη Βουλιαγμένης, το ραδιόφωνο αρχίζει να παίζει το «Last night I dreamt that somebody loved me». Noμίζω ότι αυτήν τη στιγμή θα προτιμούσα ν’ ακούσω μια από αυτές τις αθλητικές εκπομπές όπου παίρνουν οπαδοί και λένε διάφορα που στα δικά μου αυτιά είναι σαν ξένη γλώσσα, σαν ν’ ακούω κύματα. «Ναι, ρε, γουστάρουμε να έχουμε Καλόπουλο. Εσείς πώς έχετε τον Κακό δηλαδή; Έτσι, πρόεδρε, έτσι Σάββα, δείξε τους τη δύναμή σου και άκουσέ τους να σκούζουν. Την Κυριακή αρχίζει η κατηφόρα, βαζέλια».
σχόλια