ΜΕ ΤΑ ΔΙΑΦΟΡΑ ΠΟΥ βγήκαν στη φορά εις βάρος του επιφανούς στελέχους του «Ράδιο Αρβύλα» (που έχει έμβλημα μια «χίπικη» αρβύλα, και χαβαλές τύπου καψιμί, δηλαδή, και «ροκ» ελευθεριότητα), βρέθηκα για λίγη ώρα σε μια δίνη δημοσιευμάτων που είχαν να κάνουν με τη δημοφιλή, σύμφωνα με τις μετρήσεις, εκπομπή.
Γνωστές προφανώς οι φυσιογνωμίες και οι προσωπικότητες των παρουσιαστών εδώ και δεκαετίες, δεδομένο το ύφος, οι ατάκες και οι αναφορές, όμως δεν είχα ιδέα ότι είχε επενδυθεί η εκπομπή έναν τόσο έντονα παρεμβατικό και καταγγελτικό ρόλο.
Άμα γκουγκλάρεις «ξέσπασμα Κανάκη» ή «ξέσπασμα Ράδιο Αρβύλα», θα εμφανιστούν εκατοντάδες δημοσιεύματα με αυτή την επικεφαλίδα. Ποικίλοι οι στόχοι αυτής της τακτικής αγανάκτησης, από τον Πολάκη και τον Πορτοσάλτε μέχρι τα μέτρα για την πανδημία, τα βδελυρά ριάλιτι («Αυτή είναι η χώρα μου; Το Survivor και το Bachelor;» είχε αναρωτηθεί στον αέρα ο παρουσιαστής) και εσχάτως τις γυναικοκτονίες.
Δεν είχα αντιληφθεί ότι η εμβληματική αντροπαρέα από τη συμπρωτεύουσα είχε τόσο έντονη και αιχμηρή άποψη και τόσο ευαισθητοποιημένα αντανακλαστικά σε ό,τι αφορά τη δύσμοιρη πολιτική και κοινωνική μας επικαιρότητα.
Δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι οι υπόλοιποι –ή κάποιο στέλεχος του καναλιού– αγνοούσαν το ποιόν και το έρεβος του συνεργάτη τους, στο τέλος όμως δεν έχει σημασία. Ένας την πληρώνει συνήθως και η ζωή συνεχίζεται, ελισσόμενη ανάμεσα στις ψευδαισθήσεις και στις υποκρισίες.
Δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι οι υπόλοιποι –ή κάποιο στέλεχος του καναλιού– αγνοούσαν το ποιόν και το έρεβος του συνεργάτη τους, στο τέλος όμως δεν έχει σημασία. Ένας την πληρώνει συνήθως και η ζωή συνεχίζεται, ελισσόμενη ανάμεσα στις ψευδαισθήσεις και στις υποκρισίες.
Αν το «Ράδιο Αρβύλα», πάντως, ανήκει σε ένα αξιοπρεπές, δήθεν, τηλεοπτικό mainstream που εσχάτως άλλαξε κι έβαλε τα ρούχα του αλλιώς προκειμένου να ευθυγραμμιστεί στοιχειωδώς με τα σύγχρονα ήθη, ευχαριστώ, να λείπει. Προτιμώ σαφώς την προκάτ εξαχρείωση των ριάλιτι και το ασύστολο ξεκατίνιασμα του χειρότερου μεσημεριανάδικου από τη χοντρόπετση σάτιρα και τον ευκαιριακό ευσεβισμό υπερφυσικών «ροκ» μπεμπέδων.
Το ονοματεπώνυμο πάντως του συγκεκριμένου (πραγματικά με πιάνει έντονη αντανακλαστική δυσανεξία και δεν μπορώ να το γράψω), που αποπέμφθηκε χθες κακήν κακώς από το franchise «Αρβύλα»/«Βινύλιο» κ.λπ., το θυμάμαι από την εφηβεία μου ακόμα στα άρθρα και τις συνεντεύξεις που έπαιρνε για το περιοδικό ΠΟΠ&ΡΟΚ στη δεκαετία του ’80, και εξαιτίας του ήταν που απέκτησα μια προκατάληψη (άδικη εν πολλοίς) απέναντι σ’ έναν τύπο σπασίκλα και μπούλη χεβιμεταλά που ευδοκιμούσε τότε στις παρυφές κάθε παρέας.
Κυκλοφορεί μάλιστα από χθες ευρέως στα social media μια παλιά φωτογραφία του πλάι στον Lemmy, ο οποίος μοιάζει να τον αποστρέφεται μετά βδελυγμίας.
Κακά τα ψέματα, σπανίως τα στιγμιότυπα λένε την αλήθεια. Υπάρχουν κι άλλες φωτογραφίες του που τον δείχνουν αγκαλιά με τον αείμνηστο ηγέτη των Motorhead αλλά και με άλλους, λιγότερο συμπαθείς εκπροσώπους του ροκ σύμπαντος.
Κι αν είμαι ροκ μη με φοβάσαι, σου λέει μετά. Εμένα μου λες…