Η ΕΜΒΛΗΜΑΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΥΣΤΟΠΙΑ του Σινκλέρ Λούις −του πρώτου Αμερικανού συγγραφέα που πήρε το Νόμπελ Λογοτεχνίας−, γραμμένη το 1935, μοιάζει πιο επίκαιρη από ποτέ και αυτές τις μέρες ήρθε ξανά στο προσκήνιο. Ο λόγος; Το μυθιστόρημα αυτό, που φέρει τον τίτλο «Δεν γίνονται αυτά εδώ», αποτελεί μια λογοτεχνική προειδοποίηση για την εύθραυστη φύση της δημοκρατίας. Το βιβλίο είναι μια έξοχη πολιτική σάτιρα που εξελίσσεται σε μια εκτεταμένη δυστοπία: ένας εκλεγμένος Πρόεδρος μετατρέπεται σε δικτάτορα για να σώσει το έθνος από την απάτη της κοινωνικής πρόνοιας, την εγκληματικότητα, το σεξ και τον φιλελεύθερο Τύπο. Λίγες ώρες πριν μάθουμε τον νικητή των εκλογών στις ΗΠΑ, ο αμερικανικός Τύπος θυμίζει με νόημα ότι το συγκεκριμένο λογοτεχνικό αριστούργημα προέβλεψε την αυταρχική γοητεία του Ντόναλντ Τραμπ. Και σήμερα όλοι αναρωτιούνται: τελικά, γίνονται αυτά εδώ;
Οι σημερινές εκλογές θεωρούνται οι κρισιμότερες των τελευταίων ετών. Όλοι αναφέρονται σε μια αναμέτρηση που θα καθορίσει όχι μόνο το μέλλον της αμερικανικής δημοκρατίας αλλά και ολόκληρου του πλανήτη. Στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας κυριάρχησαν οι ακρότητες, η πόλωση, ο διχασμός, οι έντονοι διαξιφισμοί, ο ρατσιστικός λόγος, ο ανορθολογισμός, η συνωμοσιολογία και μια ρητορική οργής. Το ζήτημα είναι πλέον ποιο ιδεολογικό μονοπάτι θα επιλέξουν οι ψηφοφόροι στην άλλη όχθη του Ατλαντικού. Απομόνωση ή πλουραλισμό; Είναι έτοιμο το εκλογικό σώμα για την πρώτη γυναίκα, μαύρη και με ασιατική καταγωγή Πρόεδρο ή ο κόσμος θα αφεθεί και πάλι στα χέρια του παλιού γνώριμου, Ντόναλντ Τραμπ; Το αποτέλεσμα είναι απρόβλεπτο. Την ίδια στιγμή, το διακύβευμα της αμερικανικής κάλπης δεν αφορά μόνο την εσωτερική σκηνή της χώρας, αφού η σύγκρουση εξελίσσεται τη στιγμή που υπάρχουν ανοιχτά τα πολεμικά μέτωπα στη Μέση Ανατολή και την Ουκρανία, δηλαδή σε ένα ρευστό και ασταθές περιβάλλον.
Στο παιχνίδι της παγκόσμιας γεωπολιτικής σκακιέρας, υπάρχουν πολλοί παίκτες που περιμένουν να δουν ποια κίνηση θα κάνουν στη συνέχεια − και οι περισσότεροι περιμένουν πιο πολύ να δουν τι θα συμβεί σήμερα στις προεδρικές εκλογές
«Όλα τα δεδομένα δείχνουν ότι σήμερα, με τις εν εξελίξει εκλογές στις ΗΠΑ, βρισκόμαστε στην κόψη του ξυραφιού. Και, όπως φαίνεται μέχρι στιγμής, ο Τραμπ προβάλλει ως φαβορί − αφού η Χάρις δεν έχει καταφέρει να πάρει σαφές προβάδισμα. Είναι βέβαιο ότι το αποτέλεσμα θα έχει μεγάλο παγκόσμιο αντίκτυπο. Εάν κερδίσει ο Τραμπ, οι συνέπειες για την Ευρώπη θα είναι σημαντικές. Το αποτέλεσμα αναμένεται να επηρεάσει καταλυτικά τις γεωπολιτικές εξελίξεις αλλά και την οικονομία. Επομένως, θα πρέπει να προετοιμαστούμε για οικονομικές πιέσεις, τόσο ως αποτέλεσμα των δασμών που υποψιάζομαι ότι μπορεί να έρθουν προς την κατεύθυνσή μας, όσο και επειδή η νέα κυβέρνηση θα επιδιώξει να προωθήσει τις αμερικανικές επιχειρήσεις σε βάρος του ανταγωνισμού άλλων χωρών, συμπεριλαμβανομένης της Ε.Ε.
Επιπλέον, όλοι μας θα πρέπει να δαπανήσουμε περισσότερα για την άμυνα − κάτι που θα έπρεπε να είχαμε κάνει εδώ και πολύ καιρό. Δεν είναι εύκολο να βρούμε σε τι να επενδύσουμε όταν ζούμε στην εποχή των μεγάλων τεχνολογικών (και γεωπολιτικών) αλλαγών – γι’ αυτό οι κυβερνήσεις σε όλη την Ευρώπη και πέρα από αυτήν πρέπει να είναι εστιασμένες με ακρίβεια λέιζερ στον επικείμενο προγραμματισμό, καθώς πρόκειται για δύσκολους καιρούς», λέει στη συζήτησή μας ο διακεκριμένος καθηγητής Παγκόσμιας Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και διευθυντής του Κέντρου Βυζαντινών Σπουδών του ίδιου πανεπιστημίου, Πίτερ Φράνκοπαν.
Και συνεχίζει: «Υπάρχουν πολλές εικασίες σχετικά με το τι θα σημαίνει ένας Λευκός Οίκος που θα διοικείται από τον Τραμπ για σοβαρά ζητήματα που αφορούν την Ουκρανία, την Κίνα και τη Μέση Ανατολή. Δεν νομίζω ότι είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς τι μπορεί να επιφυλάσσεται από την πλευρά των ΗΠΑ για το κάθε ζήτημα ξεχωριστά αλλά και για το σύνολό τους, αν κερδίσει ο Τραμπ. Το να επεξεργαστούμε τι σημαίνει αυτό για την Αθήνα, το Λονδίνο ή άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες είναι όμως ένα άλλο θέμα. Δεν μου φαίνεται ότι πολλοί στην ήπειρό μας έχουν αναπτύξει μια στρατηγική ή έχουν θέσει ένα σύνολο στόχων για τις επόμενες δεκαετίες, ιδίως όσον αφορά τις εξωτερικές υποθέσεις».
Ρωτώ τον βραβευμένο συγγραφέα τι μπορεί να σημάνει μια πιθανή νίκη της υποψηφίου των Δημοκρατικών, Κάμαλα Χάρις. Μου απαντά: «Οι περισσότεροι σχολιαστές πιστεύουν ότι αν κερδίσει η Χάρις όλα θα είναι ως συνήθως − ότι οι ΗΠΑ θα αναλάβουν ξανά τον ρόλο τους ως εγγυητή της διεθνούς τάξης που βασίζεται σε κανόνες. Αυτό θα είναι δύσκολο: βλέπουμε να διατυπώνονται νέα οράματα για το μέλλον, για παράδειγμα στην πρόσφατη διάσκεψη των BRICS στο Καζάν της Ρωσίας. Οπότε, το τι σημαίνει ή το πώς θα μοιάζει αυτή η διεθνής τάξη είναι ένα θέμα προς συζήτηση. Θα πρέπει, λοιπόν, να δώσουμε προσοχή όχι μόνο στις αμερικανικές εκλογές, αλλά και στο πώς θα ερμηνευθούν τα αποτελέσματα εκτός των ΗΠΑ. Στο παιχνίδι της παγκόσμιας γεωπολιτικής σκακιέρας, υπάρχουν πολλοί παίκτες που περιμένουν να δουν ποια κίνηση θα κάνουν στη συνέχεια − και οι περισσότεροι περιμένουν πιο πολύ να δουν τι θα συμβεί σήμερα στις προεδρικές εκλογές», καταλήγει.
O Στίβεν Ερλάνγκερ αποτελεί βασικό μέλος των «New York Times» από το 1987, και έχει ταξιδέψει ως ανταποκριτής σε περισσότερες από 120 χώρες. Έχει υπάρξει επικεφαλής των γραφείων των NYT στο Λονδίνο, στην Πράγα, στο Βελιγράδι, στη Μόσχα, στο Παρίσι, στην Μπανγκόκ, στις Βρυξέλλες και στο Βερολίνο. Στο παρελθόν μοιράστηκε το βραβείο Πούλιτζερ για μια σειρά διεθνών ρεπορτάζ που αφορούσαν τη Ρωσία το 2017 αλλά και για επεξηγηματικές αναφορές ως προς την κάλυψη της Αλ Κάιντα το 2002.
Σπεύδω να του εκφράσω την απορία μου αν μετά το σημερινό αποτέλεσμα φτάνει η ώρα των κρίσιμων αποφάσεων για την Ευρώπη και ο ίδιος τονίζει: «Αρχικά, πρέπει να σημειώσουμε ότι ένα πρωταρχικό ζήτημα είναι πως αποκτά μεγαλύτερη σημασία από ποτέ το γεγονός ότι η φιλελεύθερη δημοκρατία, ειδικά στις Ηνωμένες Πολιτείες, η οποία θεωρείται παγκοσμίως ως πρότυπο, φαίνεται να υποβαθμίζεται σε μια σκληρή πόλωση με πολιτιστικά, θρησκευτικά και φυλετικά χαρακτηριστικά. Την ίδια στιγμή, κυριαρχεί πράγματι μια γοητεία και σχεδόν οργή, ένα αίσθημα ότι η ζωή ή η πολιτική στην Ευρώπη εξαρτάται τόσο πολύ από τους ψηφοφόρους στη Βόρεια Καρολίνα, την Τζόρτζια και την Αριζόνα − επειδή ο Αμερικανός Πρόεδρος, κατά κάποιον τρόπο, είναι ο Πρόεδρος όλων. Είναι απλώς μια πολύ μεγάλη και σημαντική και πλούσια χώρα. Τώρα, όσον αφορά την Ευρώπη γενικά, αξίζει να αναφέρουμε ότι οι Δυτικοευρωπαίοι πάντα αγαπούσαν τους Δημοκρατικούς και αντιπαθούσαν τους Ρεπουμπλικανούς, από πολύ παλιά και μετά τον Ρίγκαν. Στην Ανατολική Ευρώπη, όπου η Ουκρανία αποτελεί ένα τόσο μεγάλο ζήτημα, επικρατεί μια νευρικότητα. Ορισμένοι πιο ακροδεξιοί ή σκληροί δεξιοί ηγέτες βλέπουν τον Τραμπ ως σημαιοφόρο της πολιτικής τους και μοιράζονται μερικές από τις μεγαλύτερες ανησυχίες του: μετανάστευση, άμβλωση, θέματα φύλου, απώλεια της εθνικής ταυτότητας. Είναι σημαντικό να πούμε ότι δεν πιστεύουν όλοι πως η Κάμαλα Χάρις είναι το δώρο του Θεού στη δημοκρατία και στον κόσμο».
Τον ρωτώ αν η σκιά του Μπάιντεν σκεπάζει την πορεία της Κάμαλα Χάρις. Κι εξηγεί: «Όλη της η διαδρομή και η προσωπική ζωή είναι διαφορετική από του Μπάιντεν − κατάγεται από την Καλιφόρνια, είναι μισή Ινδή, μισή Τζαμαϊκανή. Έχει κανείς την αίσθηση, για παράδειγμα, ότι η Χάρις έχει μεγαλύτερη ενσυναίσθηση για τα δεινά των Παλαιστινίων από ό,τι φαίνεται να έχει ο Μπάιντεν. Μοιράζεται την ίδια δέσμευση απέναντι στο Ισραήλ; Πιθανώς, αλλά με διαφορετικό τρόπο. Θα συμπεριφερόταν διαφορετικά με τον Νετανιάχου; Πιθανώς. Όσον αφορά την εξωτερική της πολιτική, πραγματικά δεν ξέρουμε».
Πιστεύει ότι ο Τραμπ θα είναι διαφορετικός από ό,τι ήταν στην πρώτη του θητεία; «Την προηγούμενη φορά, ο Ντόναλντ Τραμπ δεν ήταν προετοιμασμένος να κερδίσει. Μάζεψε όλους αυτούς τους ανθρώπους που δεν γνώριζε πραγματικά, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν κλασικοί Ρεπουμπλικανοί και στρατιωτικοί, οι οποίοι πέρασαν τον περισσότερο χρόνο τους προσπαθώντας να τον πείσουν να μην κάνει αυτό που ήθελε να κάνει. Αυτήν τη φορά, αν κερδίσει, θα περιβάλλεται από πολλούς, πολύ έξυπνους και αρκετά προσκολλημένους ιδεολογικά ανθρώπους, που γνωρίζουν πώς λειτουργεί το σύστημα και που θα θέλουν να μετατρέψουν το ένστικτό τους σε πολιτική», επισημαίνει. Και κλείνοντας προσθέτει: «Προσωπικά, θεωρώ ότι το μεγαλύτερο ζήτημα είναι η εθνική ασφάλεια, η οποία αφορά την Ευρώπη, στην πραγματικότητα, την Ουκρανία και το ΝΑΤΟ. Αυτά τα δύο συνδέονται μεταξύ τους. Υπάρχει ανησυχία για την εκλογή Τραμπ, επειδή σε πολλά ζητήματα παραμένει απρόβλεπτος. Πιστεύει ότι το ΝΑΤΟ είναι μια λέσχη στην οποία οι άνθρωποι πρέπει να πληρώνουν συνδρομές και κανείς δεν πληρώνει αρκετά − και η Αμερική είναι το κορόιδο. Κάποιοι ανησυχούν ότι αν ο Τραμπ, για παράδειγμα, αρχίσει να λέει ότι δεν πιστεύει στο ΝΑΤΟ ή ότι δεν θα υπερασπιστεί ένα μέλος που δεν δαπανά αρκετά για την άμυνα, θα υπονομεύσει την αξιοπιστία του ΝΑΤΟ και την πίστη στο άρθρο 5. Αυτό καταλήγει στην επόμενη πραγματική ανησυχία, η οποία είναι η Ουκρανία. Αν η Ουκρανία πέσει, η Ρωσία θα βρεθεί στα πολωνικά σύνορα. Υπάρχει ένας συναφής φόβος ότι αν οι Ρεπουμπλικανοί πάρουν με σαρωτική νίκη την προεδρία και το Κογκρέσο, θα υπάρξουν λιγότεροι περιορισμοί για τον Τραμπ».