«ΜΑ ΕΙΝΑΙ ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΝΑ ΚΑΤΗΓΟΡΕΙΤΑΙ ο ηγέτης μιας δημοκρατικής χώρας για εγκλήματα πολέμου», ειπώθηκε και γράφτηκε αυτές τις μέρες, με αφορμή τα εντάλματα σύλληψης για τον Νετανιάχου και την ηγεσία της Χαμάς από τον Καρίμ Χαν, εισαγγελέα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου.
Η θέση, ωστόσο, του εισαγγελέα έχει κρυστάλλινη διαύγεια. Λέει: εξετάζουμε τα εγκλήματα πολέμου από όπου κι αν προέρχονται. Για την ακρίβεια, «σε κανέναν δεν επιτρέπεται να διαπράττει εγκλήματα πολέμου ή εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας».
Αναρωτιέμαι πώς είναι δυνατό να ξεχνάμε έτσι την Ιστορία. Συνταγματική δημοκρατία ήταν οι Ηνωμένες Πολιτείες τη δεκαετία του ’60, όπου μάλιστα η εσωτερική πολιτική του Τζον Κένεντι και του Λίντον Τζόνσον είχε πολλά μεταρρυθμιστικά και φιλολαϊκά χαρακτηριστικά. Αυτό φυσικά δεν εμπόδισε τη διάπραξη ειδεχθών εγκλημάτων στο Βιετνάμ, ούτε τις βόμβες Ναπάλμ, ούτε τα φριχτά πειράματα, όπως το μυστικό πρόγραμμα MKUltra με τη χρήση LSD σε ανθρώπους-φαντάσματα.
Το ότι ένα έγκλημα αποκαλύπτεται στη συνέχεια και γίνεται αντικείμενο έρευνας από επίσημους θεσμούς και όργανα του κράτους δεν μειώνει τη σημασία του ως συντελεσμένου εγκλήματος. Αποδεικνύει, απλώς, ότι υπάρχουν πάντα σημαντικές διαφορές μεταξύ συνταγματικής δημοκρατίας και ολοκληρωτικών καθεστώτων. Ότι δηλαδή όσο και αν η αποσιώπηση ή το επονείδιστο μυστικό είναι πειρασμός που τον έχουν όλα τα συστήματα εξουσίας, πρέπει να παραδεχτούμε ότι στις φιλελεύθερες δημοκρατίες συναντά κανείς την παραδοχή του λάθους, κάποιες εκ των υστέρων συγγνώμες και κινήσεις αποκατάστασης.
Τα παραδείγματα είναι πολλά. Δείχνουν ότι στο όνομα της μάχης κατά μιας εξωτερικής απειλής, πολλές από τις φιλελεύθερες δημοκρατίες επέτρεψαν να συμβούν μαζικές αιματοχυσίες, ενώ άλλοτε βοήθησαν και άλλοτε δεν αντέδρασαν καθόλου σε δικτατορίες.
Δημοκρατία ήταν και η Γαλλία στη διάρκεια του πολέμου στην Αλγερία. Και εκεί είχαν ευθύνες για σοβαρά εγκλήματα πολέμου τόσο οι γκολικοί όσο και οι σοσιαλιστές του Γκι Μολέ. Στην Αλγερία μάλιστα η βασική ένοπλη οργάνωση, το FLN, διέπραξε τρομοκρατικές επιθέσεις και σκότωσε πολλούς αθώους πολίτες.
Τα παραδείγματα είναι πολλά. Δείχνουν ότι στο όνομα της μάχης κατά μιας εξωτερικής απειλής, πολλές από τις φιλελεύθερες δημοκρατίες επέτρεψαν να συμβούν μαζικές αιματοχυσίες, ενώ άλλοτε βοήθησαν και άλλοτε δεν αντέδρασαν καθόλου σε δικτατορίες. Οι υπηρεσίες τους μάλιστα κατέφυγαν, συνήθως κατόπιν απόρρητων εντολών του αρχηγού του κράτους, σε προγράμματα εξωδικαστικών εκτελέσεων, επιλέγοντας συνήθως «ειδικά σώματα», ανατρέχοντας με άλλα λόγια σε ομάδες δολοφόνων. Και αυτό το έκαναν πολλοί και για δεκαετίες και όχι μόνο δεξιοί ή αντιδραστικοί ηγέτες. Ακόμα και ο Ολάντ είχε παραδεχτεί σε δημοσιογράφους ότι διέταξε «αναγκαίες» εξωδικαστικές δράσεις (δηλαδή δολοφονίες) στο πλαίσιο του αντιτζιχαντιστικού αγώνα.
Γι’ αυτό και ο εισαγγελέας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου δεν προχώρησε σε κάτι προκλητικό, ανιστόρητο ή σκανδαλώδες. Το ότι μέχρι τώρα τα εντάλματα σύλληψης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου αφορούσαν πρόσωπα ή φορείς από κυβερνήσεις εκτός Δύσης, από τον Νότο, τη Ρωσία κ.λπ. δεν σημαίνει ότι η προηγούμενη παράλειψη ήταν δικαιολογημένη. Το αντίθετο. Ακόμα και πολιτικά συστήματα που έχουν πλουραλισμό, ατομικές ελευθερίες και δικαιώματα μπορεί να διαπράττουν το κακό, ασκώντας υπέρμετρη βία, προσφεύγοντας σε παράνομες πρακτικές και κάθε λογής βαναυσότητες. Στο όνομα της υπαρξιακής τους ασφάλειας, της εθνικής σταθερότητας ή όποιας άλλης δικαιολογητικής βάσης.
Αν έχουμε μάθει κάτι από την πολιτική ιστορία και το αρχείο των εγκλημάτων της είναι πως χρειαζόμαστε περισσότερους Καρίμ Χαν και λιγότερους εξωραϊστικούς συλλόγους που σπεύδουν να αθωώσουν καθεστώτα και καταστάσεις.