Λύκος: Ποια είναι τα συμπτώματα της ασθένειας και πώς αντιμετωπίζεται

Λύκος: Ποια είναι τα συμπτώματα της ασθένειας και πώς αντιμετωπίζεται

Ο Συστηματικός Ερυθηματώδης Λύκος (ΣΕΛ) επηρεάζει τη ζωή εκατομμυρίων γυναικών σε όλο τον κόσμο -καθώς αυξάνεται η κατανόηση για τους μηχανισμούς που οδηγούν στην εκδήλωσή του, νέες προσεγγίσεις επιδεικνύουν ενθαρρυντικά αποτελέσματα στην αντιμετώπισή του.

Ο λύκος επηρεάζει τη ζωή εκατομμύριων γυναικών σε όλο τον κόσμο. Ασθενείς με ΣΕΛ παρουσιάζουν κοινές μεταβολικές διαταραχές και παράγοντες εμφάνισης της νόσου. Καθώς αυξάνεται η κατανόηση για τους μηχανισμούς που οδηγούν στην εκδήλωση λύκου, νέες προσεγγίσεις επιδεικνύουν ενθαρρυντικά αποτελέσματα στην αντιμετώπιση του. Επιπρόσθετα της διάγνωσης και της αντιμετώπισης των συμπτωμάτων του λύκου, η διόρθωση των ελλείψεων του οργανισμού και των μεταβολικών παραγόντων, βελτιώνουν σημαντικά την ποιότητα ζωής των ασθενών και την πορεία της νόσου.

 

Dr. Δημήτρης Τσουκαλάς

 

Ο Συστηματικός Ερυθηματώδης Λύκος (ΣΕΛ), είναι μια αυτοάνοση ασθένεια που εμφανίζεται όταν το ανοσοποιητικό σύστημα λανθασμένα επιτίθεται σε δικά του όργανα και ιστούς. Ονομάζεται συστηματικός, γιατί η χρόνια φλεγμονή που προκαλείται από τον λύκο μπορεί να επηρεάσει πολλά συστήματα του σώματος, όπως:

 

 

  • Αρθρώσεις
     
  • Δέρμα
     
  • Αγγεία
     
  • Κύτταρα του αίματος
     
  • Εσωτερικά όργανα: τον εγκέφαλο, το νευρικό σύστημα, την καρδιά και τους πνεύμονες

 

Διάγνωση
 
Ο λύκος μπορεί να είναι δύσκολο να διαγνωστεί, διότι τα συμπτώματά του μιμούνται συχνά αυτά άλλων ασθενειών. Για τη διάγνωση του λύκου, απαιτείται η ύπαρξη τουλάχιστον 4 από τα 11 κριτήρια που έχει ορίσει η Αμερικάνικη Ρευματολογική Εταιρεία. Τα κριτήρια συνδυάζουν στοιχεία από την κλινική εικόνα (συμπτώματα) του ασθενούς και από ειδικές εξετάσεις.  


 
Το πιο χαρακτηριστικό σύμπτωμα του λύκου είναι ένα εξάνθημα στο πρόσωπο, που απλώνεται και στα δύο μάγουλα και μοιάζει με τα φτερά μιας πεταλούδας. Το εξάνθημα εμφανίζεται σε πολλές, αλλά όχι σε όλες τις περιπτώσεις λύκου. Η νόσος ονομάστηκε «λύκος», λόγω της ομοιότητας που έχουν οι ερυθρές δερματικές βλάβες με δαγκωματιά λύκου.  

 

Συστηματικός Ερυθηματώδης Λύκος (ΣΕΛ) Συμπτώματα – Αίτια
Τυπικό εξάνθημα προσώπου με τη μορφή πεταλούδας σε γυναίκα με λύκο.

 

Ο λύκος μπορεί να εμφανίσει συμπτώματα όπως:

 

  • Έντονη κόπωση
     
  • Πόνος ή πρήξιμο των αρθρώσεων
     
  • Οίδημα (πρήξιμο) στα χέρια, στα πόδια και γύρω από τα μάτια
     
  • Πονοκέφαλους
     
  • Χαμηλό πυρετό
     
  • Ευαισθησία στο ηλιακό φως (φωτοευαισθησία)
     
  • Πόνο στο στήθος στη βαθιά αναπνοή
     
  • Τριχόπτωση
     
  • Έλκη στο στόμα
     
  • Το σύνδρομο Raynaud (Ρεϊνό): διαταραχή στην αιματική κυκλοφορία στα χέρια και στα πόδια, όπου οι άκρες των δακτύλων γίνονται ωχρές ή μπλε.

 

Η διάγνωση γίνεται με βάση τη συνολική εικόνα του ασθενούς και την αξιολόγηση συμπτωμάτων φλεγμονής, καθώς και εργαστηριακών και απεικονιστικών εξετάσεων.

 

Εργαστηριακές διαγνωστικές εξετάσεις
 
Αφορούν εξετάσεις αίματος και ούρων που μπορούν να περιλαμβάνουν:

  • Γενική αίματος: αυτή τη εξέταση μετρά τον αριθμό των ερυθρών αιμοσφαιρίων, των λευκών αιμοσφαιρίων και των αιμοπεταλίων, καθώς και την ποσότητα της αιμοσφαιρίνης, της πρωτεΐνης που μεταφέρει το οξυγόνο στα ερυθρά αιμοσφαίρια. Τα αποτελέσματα μπορούν να υποδείξουν αναιμία, που είναι συχνό εύρημα στο λύκο ή και χαμηλά λευκά ή αιμοπετάλια.
     
  •  Ταχύτητα καθίζησης ερυθρών: Αυτή η εξέταση αίματος καθορίζει το ρυθμό με τον οποίο τα ερυθρά αιμοσφαίρια κατακάθονται στο κάτω μέρος ενός σωλήνα, σε διάστημα μιας ώρας. Ένας ταχύτερος από τον κανονικό ρυθμός καθίζησης, μπορεί να υποδηλώνει φλεγμονή ή μια συστηματική ασθένεια, όπως ο λύκος. Η ταχύτητα καθίζησης δεν αφορά κάποια συγκεκριμένη ασθένεια. Μπορεί να αυξηθεί σε περιπτώσεις λύκου, λοίμωξης, άλλων φλεγμονωδών καταστάσεων ή καρκίνου.
     
  • Δείκτες της ηπατικής και της νεφρικής λειτουργίας: Εξετάσεις αίματος μπορούν να αξιολογήσουν πόσο καλά λειτουργούν τα νεφρά και το ήπαρ. Ο Λύκος μπορεί να επηρεάσει αυτά τα όργανα.
     
  • Μέτρηση αντισωμάτων (ANA): Μια θετική εξέταση για την παρουσία αντιπυρηνικών αντισωμάτων (ΑΝΑ) –πρόκειται για μια ομάδα αντισωμάτων που παράγονται από το ανοσοποιητικό σύστημα- υποδεικνύει ένα υπερδραστήριο ανοσοποιητικό σύστημα. Ενώ τα περισσότερα άτομα με λύκο είναι θετικά στην παρουσία ANA, τα περισσότερα άτομα με θετικά ANA δεν έχουν λύκο. Στην περίπτωση ανεύρεσης ΑΝΑ, ο γιατρός συστήνει τη διενέργεια εξετάσεων για πιο ειδικά αντισώματα.
     
  • Ανάλυση ούρων: Αφορά στην εξέταση ενός δείγματος ούρων. Μπορεί να δείξει αυξημένα επίπεδα πρωτεϊνών ή ερυθρών αιμοσφαιρίων στα ούρα, το οποίο μπορεί να συμβεί εάν ο λύκος έχει επηρεάσει τα νεφρά.

 

Απεικονιστικές εξετάσεις
 
Σε περίπτωση υποψίας για καρδιακή βλάβη, ο γιατρός μπορεί να συστήσει τη διενέργεια:
 

  • Ακτινογραφίας θώρακα: μπορεί να αποκαλύψει την ύπαρξη υγρού ή φλεγμονής στους πνεύμονες.
     
  • Υπερηχογραφήματος καρδιάς:  Αυτή η εξέταση χρησιμοποιεί υπερήχους για να παράγει εικόνες της παλλόμενης καρδιάς σας σε πραγματικό χρόνο. Μπορεί να ελέγξει προβλήματα με τις βαλβίδες και άλλα μέρη της καρδιάς.

 
Βιοψία
 
Ο λύκος μπορεί να προκαλέσει βλάβη στο δέρμα, στα νεφρά και σε άλλα όργανα. Η θεραπεία μπορεί να διαφοροποιείται ανάλογα με τον τύπο βλάβης που έχει προκύψει. Η λήψη δείγματος ιστού από το δέρμα ή το νεφρό, γίνεται με τη χρήση μιας ειδικής βελόνης. Η εξέταση του δείγματος μπορεί να επιβεβαιώσει ή να αποκλείσει τη διάγνωση λύκου και να καθοδηγήσει την επιλογή προς την κατάλληλη θεραπεία.     
 

Φαρμακευτική Αγωγή
 
Η φαρμακευτική αγωγή για το λύκο, εξαρτάται από τα συμπτώματα του κάθε ασθενή. Για τον προσδιορισμό της αντιμετώπισης ή μη των συμπτωμάτων και ποια φάρμακα πρέπει να χρησιμοποιηθούν, απαιτείται προσεκτική συζήτηση για τα οφέλη και τους κινδύνους, μεταξύ του ασθενούς και του θεράποντα γιατρού.
 
Καθώς υποχωρούν τα συμπτώματα, μπορεί να χρειαστεί αλλαγή στα φάρμακα ή στις δοσολογίες. Τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται πιο συχνά για τον έλεγχο του λύκου περιλαμβάνουν:

 

  • Μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη (ναπροξένη, ιβουπροφαίνη, κ.ά.)
     
  • Ανθελονοσιακά φάρμακα (Plaquenil)
     
  • Κορτικοστεροϊδή (Medrol, Prezolon)
     
  • Ανοσοκατασταλτικά (αζαθιοπρίνη, μυκοφαινολάτη μοφετίλ, μεθοτρεξάτη)
     
  • Βιολογικούς παράγοντες (belimumab)
     
  • Αντιπηκτικά (ασπιρίνη, ηπαρίνη, sintrom, κ.ά.)
     
  • Φάρμακα που αφορούν στο όργανο που μπορεί να έχει υποστεί βλάβη (αντι-υπερτασικά, διουρητικά, αντι-επιληπτικά, αντιοβιοτικά, κ.ά.) 

 
Οι στόχοι της φαρμακευτικής θεραπείας είναι ο έλεγχος των συμπτωμάτων, η μείωση της έντασης της φλεγμονής και της βλάβης στα όργανα που μπορεί να έχουν πληγεί, η καταστολή του ανοσοποιητικού και η μείωση των υποτροπών.  
 
 
Ποιοι είναι οι τέσσερις τύποι λύκου
 
Όταν οι άνθρωποι μιλούν για λύκο, συνήθως αναφέρονται στο συστηματικό λύκο. Υπάρχουν όμως τέσσερα είδη λύκου:

 

  1. Ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος
    Είναι η πιο κοινή μορφή του λύκου. Μπορεί να είναι ήπιας ή βαριάς μορφής και εμπλέκει πολλαπλά όργανα. 
     
  2. Δερματικός λύκος
    Πρόκειται για μια μορφή λύκου που περιορίζεται στο δέρμα. Περίπου τα δύο τρίτα των ατόμων με λύκο, αναπτύσσουν κάποιο είδος δερματικής νόσου, που ονομάζεται δερματικός ερυθηματώδης λύκος.

    Η δερματική νόσος στο λύκο, μπορεί να προκαλέσει εξανθήματα ή βλάβες, οι περισσότερες από τις οποίες θα εμφανιστούν σε περιοχές που εκτίθενται στον ήλιο, όπως το πρόσωπο, τα αυτιά, ο λαιμός, τα χέρια και τα πόδια. Στο 40-70 τοις εκατό των ατόμων με λύκο, η ασθένειά τους επιδεινώνεται από την έκθεση σε υπεριώδεις ακτίνες (UV) από ηλιακό ή τεχνητό φως. Η διάγνωση γίνεται με τη λήψη βιοψίας δέρματος.
     
  3. Φαρμακευτικός Λύκος (που προκαλείται από φάρμακα)
    Είναι μια ασθένεια που μοιάζει με λύκο και προκαλείται από ορισμένα συνταγογραφούμενα φάρμακα, όπως:

    - Ιδραλαζίνη (αντιπερτασικό)
    - Προκαϊναμίδη (αντιαρρυθμικό)
    - Ισονιαζίδη (χρησιμοποιείται στη θεραπεία της φυματίωσης).

    Ο φαρμακευτικός λύκος, είναι πιο συχνός στους άνδρες γιατί σε αυτούς χορηγούνται συχνότερα τα συγκεκριμένα φάρμακα. Ωστόσο, δεν θα αναπτύξουν τη νόσο όλοι οι ασθενείς που παίρνουν αυτά τα φάρμακα. Τα συμπτώματα μοιάζουν με αυτά του συστηματικού λύκου, σπάνια όμως αφορούν σημαντικά όργανα. Τέτοια συμπτώματα μπορούν να είναι:

    - μυαλγίες
    - συμπτώματα που προσομοιάζουν τη γρίπη, κόπωση και πυρετός
    - πλευρίτιδα ή περικαρδίτιδα (φλεγμονή των μεμβρανών που καλύπτουν τον πνεύμονα και την καρδιά και προκαλούν πόνο και δυσφορία)
    - ανίχνευση παθολογικών τιμών στις εργαστηριακές εξετάσεις

    Συνήθως απαιτούνται αρκετοί μήνες ή και χρόνια συνεχούς θεραπείας με ένα φάρμακο πριν εμφανιστούν τα συμπτώματα. Τα συμπτώματα που προσομοιάζουν με λύκο, συνήθως εξαφανίζονται εντός έξι μηνών μετά τη διακοπή των φαρμάκων.
     
  4. Λύκος των Νεογνών – Νεογνικός Ερυθηματώδης Λυκος (ΝΕΛ)
    Είναι μια σπάνια πάθηση που επηρεάζει βρέφη γυναικών που έχουν λύκο.

    Ο νεογνικός λύκος δεν είναι αληθινός λύκος. Είναι μια σπάνια κατάσταση που σχετίζεται με την ανίχνευση συγκεκριμένων αντισωμάτων στη μητέρα (anti-SSA/Ro και anti-SSB/La) που επηρεάζουν το έμβρυο. Κατά τη γέννηση, το μωρό μπορεί να έχει δερματικό εξάνθημα, ηπατικά προβλήματα ή χαμηλό αριθμό λευκών και ερυθρών κυττάρων στο αίμα, ωστόσο αυτά τα συμπτώματα συνήθως εξαφανίζονται εντελώς μετά από έξι μήνες, χωρίς να προκαλούν μακροχρόνιες αρνητικές επιδράσεις στην υγεία του παιδιού.

    Ο νεογνικός λύκος μπορεί πολύ σπάνια να προκαλέσει χαμηλό καρδιακό ρυθμό στο έμβρυο. Είναι ένα ιδιαίτερα σπάνιο νόσημα, που συνήθως ανιχνεύεται μεταξύ της 16ης  και της 24ης εβδομάδας κύησης.  

 

 

Στοιχεία και στατιστικά για το λύκο
 

  • Υπολογίζεται ότι γύρω στα πέντε εκατομμύρια άνθρωποι πάσχουν από λύκο σε όλο το κόσμο.
     
  • Από αυτούς το 90% είναι γυναίκες.
     
  • Τα περισσότερα άτομα με λύκο τον εμφανίζουν ανάμεσα στα 15-44 έτη.
     
  • Ένα στα τρία άτομα με λύκο πάσχει από πολλαπλά αυτοάνοσα νοσήματα. 
     
  • Άτομα που έχουν κάποιον στην οικογένεια με λύκο ή με άλλο αυτοάνοσο νόσημα, έχουν αυξημένο κίνδυνο να εμφανίσουν τη νόσο.
     
  • Το 80-90% των πασχόντων με λύκο έχει φυσιολογικό προσδόκιμο ζωής.

 

*National Resource Center on Lupus

 

Τι πυροδοτεί το λύκο;

 
Ορισμένοι άνθρωποι γεννιούνται με την προδιάθεση να αναπτύξουν λύκο, που μπορεί να πυροδοτηθεί από λοιμώξεις, ορισμένα φάρμακα ή το στρες. Οι πιο κοινοί παράγοντες που συνδέονται με εμφάνιση ή εξάρσεις της νόσου είναι:
 
 

  • Ορμόνες: 9 στις 10 περιπτώσεις λύκου αφορούν γυναίκες. Ορμονικές αλλαγές κατά τη διάρκεια της ζωής των γυναικών, όπως στην εμμηναρχή, στην έμμηνο ρύση, στην κύηση, στην κλιμακτήριο και στην εμμηνόπαυση, φαίνεται ότι παίζουν κεντρικό ρόλο στην πυροδότηση της νόσου και των εξάρσεων της.
     
  • Κληρονομικότητα: στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, η γενετική προδιάθεση δεν μπορεί από μόνη της να δικαιολογήσει την ανάπτυξη λύκου. Αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές σε διδύμους, που μεγαλώνουν στο ίδιο περιβάλλον, έχουν τα ίδια κληρονομικά χαρακτηριστικά, αλλά μόνο ένας αναπτύσσει λύκο. Η νόσος μπορεί να εμφανιστεί σε άτομα όπου δεν υπάρχει οικογενειακό ιστορικό με λύκο, αλλά είναι μπορεί να υπάρχουν άλλες αυτοάνοσες ασθένειες σε ορισμένα μέλη της οικογένειας. Υπολογίζεται ότι οι κληρονομικοί παράγοντες συμμετέχουν στην εμφάνιση της νόσου λιγότερο από 20%.
     
  • Εξωγενείς – Περιβαλλοντικοί Παράγοντες: Η επίδραση εξωγενών παραγόντων σε άτομα με ευαισθησία, πυροδοτούν την εμφάνιση λύκου. Τέτοιοι παράγοντες μπορούν να είναι ιογενείς λοιμώξεις, η ηλιακή ακτινοβολία (UVA και UVB), κάποια αντιβιοτικά (πενικιλίνη, τετρακυκλίνες, σουλφοναμίδες), η σωματική εξάντληση, το έντονο συναισθηματικό στρες (διαζύγιο, νόσος ή θάνατος στην οικογένεια, απώλεια εργασίας) και οτιδήποτε βάζει το σώμα σε στρες (χειρουργική επέμβαση, τραυματισμός, κύηση, τοκετός).

 

Συστηματικός Ερυθηματώδης Λύκος (ΣΕΛ) Συμπτώματα – Αίτια

 

Γενετικοί, περιβαλλοντικοί, ορμονικοί και μεταβολικοί παράγοντες, δρουν είτε διαδοχικά, είτε ταυτόχρονα στο ανοσοποιητικό σύστημα. Η δράση των παθογόνων παραγόντων, έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία αυτοαντισωμάτων, την ενεργοποίηση λευκών αιμοσφαιρίων (Τ-κύτταρα) και την απελευθέρωση φλεγμονωδών κυτοκινών, που προκαλούν φλεγμονή και βλάβες σε διάφορα όργανα.


 
 
Μεταβολικά αίτια που προκαλούν το λύκο
 
Η μεταβολική κατάσταση του οργανισμού συνδέεται άμεσα με την παθογένεση του λύκου.
 
Ως μεταβολισμός περιγράφεται το σύνολο των χημικών αντιδράσεων που διατηρούν τον οργανισμό σε ζωή. Χημικές αντιδράσεις πραγματοποιούνται σε αλληλουχία στο ανθρώπινο σώμα, με σκοπό την:

 

  • Παραγωγή ενέργειας για τη λειτουργία των κυττάρων και του οργανισμού.
     
  • Απορρόφηση και μετατροπή της τροφής και των θρεπτικών συστατικών σε στοιχεία που μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμο ή δομικά στοιχεία.
     
  • Δημιουργία νέων κυττάρων (αίματος, δερματικά, γαστρεντερικού κ.ά).  
     
  • Διόρθωση ιστών που έχουν υποστεί βλάβη.
     
  • Παραγωγή αντισωμάτων για την άμυνα του οργανισμού.
     
  • Παραγωγή ορμονών για τη ρύθμιση των λειτουργιών των κυττάρων και το συντονισμό των συστημάτων του σώματος (ινσουλίνη, θυρορμόνες, αδρεναλίνη, κορτιζόλη, κ.ά).

 
Κατά την τελευταία κυρίως πενταετία, έχει βρεθεί ότι διαταραχές των μεταβολικών διεργασιών, είναι κεντρικός παράγοντας στην ανάπτυξη του λύκου και των αυτοάνοσων ασθενειών. Πρόκειται για ένα σημαντικό βήμα στη μάχη κατά του λύκου, που έχει αυξήσει την κατανόηση των μηχανισμών ανάπτυξης της νόσου και έχει βελτιώσει την αντιμετώπιση της.  
 
Υπό φυσιολογικές συνθήκες, η δράση του ανοσοποιητικού συστήματος ρυθμίζεται και προσαρμόζεται συνεχώς με βάση τη(ν):

 

  • Ικανότητα του οργανισμού να παράγει ενέργεια (μιτοχόνδρια)
     
  • Φυσική δραστηριότητα
     
  • Ποσότητα και την ποιότητα της τροφής
     
  • Σύσταση της μικροβιακής χλωρίδας
     
  • Επάρκεια ή έλλειψη βιταμινών, αμινοξέων (γλουταμίνη, Ν-ακετυλκυστεΐνη ), λιπαρών οξέων (ωμέγα 3, 6 και 9), αντιοξειδωτικών και άλλων μικροθρεπτικών συστατικών
     
  • Δράση της ινσουλίνης

 
Διαταραχές στις παραπάνω μεταβολικές διαδικασίες οδηγούν σε υπερδιέγερση του ανοσοποιητικού συστήματος και απώλεια της ικανότητας του να ξεχωρίζει ξένα στοιχεία από τα δικά του όργανα και ιστούς. Η αντιμετώπιση των μεταβολικών διαταραχών, τόσο με ιατρικές παρεμβάσεις στον τρόπο ζωής, την κάλυψη των ελλείψεων και τη χρήση φαρμακευτικής αγωγής για τη διαχείριση των φλεγμονών, οδηγεί σε αποτελεσματικότερες θεραπείες και βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών.  


 
Η ανάλυση μικρών μορίων στο αίμα, ανιχνεύει μεταβολικές διαταραχές που συνδέονται με την πορεία και την εκδήλωση αυτοάνοσων ασθενειών. Η μεταβολική κατάσταση ενός ατόμου είναι ο κύριος παράγοντας κινδύνου εκδήλωσης αυτοάνοσου νοσήματος. Τα τελευταία χρόνια είναι διαθέσιμες ειδικές εξετάσεις που μετράνε μικρά μόρια, που συμμετέχουν στις χημικές αντιδράσεις του οργανισμού και καταγράφουν τις ακριβείς ελλείψεις και μεταβολικές διαταραχές.  




Tο Επόμενο Βήμα μετά από τη Διάγνωση Λύκου

Η διάγνωση είναι το πρώτο και όχι το τελευταίο βήμα στην αντιμετώπιση του λύκου. Είναι ζωτικής σημασίας, παράλληλα ή σε συνέχεια της διάγνωσης του νοσήματος, να εντοπιστούν και να διαχειριστούν οι υποκείμενες μεταβολικές διαταραχές και παράγοντες κινδύνου που οδηγούν στην εκδήλωση του. Όσο νωρίτερα διαχειριστούν τα μεταβολικά αίτια πυροδότησης του λύκου, τόσο πιο αποτελεσματικές είναι οι παρεμβάσεις πρόληψης και θεραπείας.

 



Η αποκατάσταση της μεταβολικής ισορροπίας του οργανισμού βελτιώνει την κλινική εικόνα και την πορεία της υγείας ασθενών με ΣΕΛ

 Ειδικές εξετάσεις εντοπίζουν τις ελλείψεις και τις μεταβολικές διαταραχές που οδηγούν σε νόσο. Η μέτρηση πολύ μικρών μορίων με τη διενέργεια εξειδικευμένων αναλύσεων, παρέχει ακριβή εικόνα για την κατάσταση του μεταβολικού προφίλ του κάθε ατόμου ξεχωριστά. Πρόκειται για επιπρόσθετα εργαλεία στις τρέχουσες επιλογές διάγνωσης και αντιμετώπισης, που βοηθούν το γιατρό να παραδώσει πιο αποτελεσματικές θεραπείες. 



Η αποκατάσταση της μεταβολικής ισορροπίας του οργανισμού, σε συνδυασμό με την εφαρμογή εντατικής ιατρικής παρέμβασης στον τρόπο ζωής και διατροφής, βελτιώνει την κλινική εικόνα και την πορεία της υγείας ασθενών με λύκο.

 

Νέα στοιχεία επιβεβαιώνουν το γεγονός, ότι για να επιτευχθεί μια ουσιαστική βελτίωση της υγείας και της ποιότητας ζωής, πρέπει ο κάθε ασθενής να αντιμετωπιστεί ως μια μοναδική περίπτωση και να αποκατασταθούν οι μεταβολικές διαταραχές και οι ελλείψεις του οργανισμού σε βασικά θρεπτικά στοιχεία, που οδήγησαν στην εκδήλωση νόσου. 


 
Η φαρμακευτική αγωγή, η διόρθωση των ελλείψεων και η διατροφή του κάθε ασθενούς, πρέπει να προσαρμόζονται στο μεταβολικό του προφίλ. Κατ’ αυτό τον τρόπο, οι αλλαγές και οι βελτιώσεις διατηρούνται μακροπρόθεσμα. Με τη μέτρηση μεταβολιτών εντοπίζονται οι κατάλληλες θεραπευτικές παρεμβάσεις, που είναι απαραίτητες να γίνουν στον κάθε ασθενή για τη βελτίωση της πορείας της νόσου. 


 
Παρότι δεν υφίσταται μόνιμη θεραπεία για το λύκο, μέσα από την κλινική μας εμπειρία έχουμε διαπιστώσει ότι ο έλεγχος των συμπτωμάτων και η παράλληλη αντιμετώπιση των μεταβολικών διαταραχών της νόσου, βελτιώνουν σημαντικά την πορεία της υγείας ασθενών με ΣΕΛ, βοηθούν στον καλύτερο έλεγχο των συμπτωμάτων και στη μείωση της συχνότητας των υποτροπών.

 

 

*Dr. Δημήτρης Τσουκαλάς

Επιστημονικός διευθυντής Metabolomic Medicine

Διαβάστε περισσότερα στο: drtsoukalas.com, FacebookInstagram

 

 

Επιμέλεια κειμένου: Αλεξία Σβώλου

Υγεία & Ευεξία
 
 
 
 

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Scroll to top icon