Δεν μπορεί παρά να παρατηρήσει κανείς πως την τελευταία πενταετία τουλάχιστον υπάρχει μια έκρηξη των fanzines στην Ελλάδα, μια αναγέννηση της underground DIY κουλτούρας μέσω των αυτοεκδόσεων, που στην Ελλάδα κορυφώθηκε τέλη των '70s και έφτασε μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του '90.
Το fanzine, ένα έντυπο με τη μορφή μικρού περιοδικού συνήθως, που φτιάχνεται και κυκλοφορεί από ερασιτέχνες εκδότες και δημιουργούς με δικά τους έξοδα, έχει επιστρέψει δυναμικά μετά από χειμερία νάρκη κάποιων ετών εξαιτίας της επικράτησης του Διαδικτύου ως μέσου έκφρασης. Ένα fanzine μπορεί να αφορά τη μουσική, τα κόμικς, την επιστημονική φαντασία, τη λογοτεχνία, την πολιτική, την πορνογραφία αλλά και να συνδυάζει όλα αυτά.
Μπορεί πια να διαβάσει κανείς έναν από τους εκατοντάδες ελληνικούς και ξένους τίτλους που φιλοξενεί η Athens Zine Bibliotheque (που ξεκίνησε στο πλαίσιο του δεύτερου κύκλου της πρωτοβουλίας «Ίχνη Εμπορίου ΙΙ» στη Στοά Εμπόρων και πλέον εδρεύει στον Άλιμο), ενώ όλο και αυξάνονται τα φεστιβάλ, όπως το Comicdom Con Athens και το Athens Zinefest –των οποίων η ημερομηνία διεξαγωγής πλησιάζει–, όπου ένας νέος δημιουργός μπορεί να παρουσιάσει τη δουλειά του. Μέσα σε όλον αυτό τον καλλιτεχνικό αναβρασμό εντοπίσαμε πέντε νέους δημιουργούς που εκδίδουν fanzines με ποικίλες θεματικές και φαίνεται να κατευθύνονται από το ένστικτο της δημιουργίας και τον φετιχισμό τους με το DIY και το χαρτί.
Μάνος Χρυσοβέργης - Pleasure Fields
Ο Μάνος Χρυσοβέργης είναι φωτογράφος και τον περασμένο Φεβρουάριο, παράλληλα με την έκθεσή του «A Terrible Beauty» στο Void, κυκλοφόρησε το fanzine «Pleasure Fields». «Τέχνες και ηδονές με αγάπη για τη φωτογραφία, industrial/noise/postpunk μουσική, σύγχρονη ποίηση με ορισμένα φιλοκαταστασιακά/φιλοqueer κείμενα, ερωτικά κολάζ, ηδονιστική διεθνής, όλα υπό το φίλτρο μιας βρόμικης και σκληρής αισθητικής. Αυτό είναι το "Pleasure Fields". Το τύπωμα είναι σε χοντρό ασπρόμαυρο χαρτί, αισθητικής έντονου κοντράστ 60 σελίδων, με κάθε σελίδα να έχει μέγεθος Α4.
Το πρώτο μου fanzine ήταν το "έκτρωση κλινικής βίας" που κυκλοφόρησε το 2008 και ήταν ένα σύνολο από κολάζ με φωτογραφίες σκληρής πορνογραφίας, όπου είχα αντικαταστήσει τα κεφάλια των πρωταγωνιστών με κεφάλια από ζωάκια. Επίσης, συμμετέχω στην ομάδα Spank που βγάζει ένα έντυπο queer προσέγγισης του bdsm.
Αυτό που με οδήγησε στη δημιουργία ενός fanzine είναι η ηδονή της δημιουργίας, η ανάγκη να επικοινωνήσεις, να γνωρίσεις ανθρώπους και να "δημιουργήσεις προβλήματα", αλλά και ο φετιχισμός μου με τα πραγματικά αντικείμενα. Πλέον όλα είναι ψηφιακά και τα προσπερνάμε με ευκολία, χωρίς να δίνουμε την πρέπουσα σημασία. Έτσι, αποφάσισα να συγκεντρώσω συνεντεύξεις από φωτογράφους, μουσικούς, πολιτικά κείμενα, ποίηση και κολάζ που θεωρώ σημαντικά (με ένα share στο fb ή σε ένα blog θα πέρναγαν απαρατήρητα) και ήταν ανάγκη να αποκτήσουν φυσική υπόσταση στο σύνολό τους. Επίσης, όταν κάποιος δίνει λεφτά για κάτι ή του το κάνουν δώρο, τότε το παίρνει πιο σοβαρά, γιατί η παραγωγή, όπως και η κατανάλωσή του, προϋποθέτουν περισσότερο κόπο (δες διαφορά ανάμεσα σε MΡ3 και βινύλιο/κασέτα). Το καλύτερο που μπορώ να κάνω, για την ώρα, είναι να χρησιμοποιώ τον ψηφιακό κόσμο ως promotion για κάτι πραγματικό.
Για το "Pleasure Fields" συγκέντρωνα υλικό σταδιακά. Είπα σε κάποιους φίλους των οποίων τον λόγο εμπιστεύομαι να μου γράψουν κείμενα, έγιναν κάποιες μεταφράσεις, δόθηκαν κάποιες συνεντεύξεις, συγκεντρώθηκαν κάποιες εικόνες που έδεναν με το περιεχόμενο κι έπειτα είπα σε έναν γραφίστα που είχα άχτι να εφαρμόσει την αισθητική του σε αυτό το υλικό. Προτιμώ να ορίζω εγώ πότε θα εκδοθεί. Ούτως ή άλλως, αυτή είναι η ομορφιά του fanzine, να μη δίνεις αναφορά σε κανέναν σχετικά με το πότε θα το βγάλεις ή τι θα γράφει.
Η fanzine κουλτούρα στην Ελλάδα έχει πολύ κόμικ και σχέδιο, λίγο σεξ, αρκετό χιούμορ και ήρεμη ή παιχνιδιάρικη αισθητική. Λείπουν η καύλα, το μαύρο, η ωμότητα και η διέγερση. Πρέπει να υπάρξει αναγνωρισιμότητα χωρίς να γίνουν εκπτώσεις στο υλικό που θες να περιέχει το fanzine σου. Δεν είναι ανάγκη να το αποδεχτεί κάποιος αλλά να προβληματιστεί τουλάχιστον. Εργαλεία είναι τα social media, τα sites, τα φεστιβάλ. Προσωπικά, δεν θα 'θελα να κάνω κάτι που θα το γνωρίζουν δέκα άτομα στα Εξάρχεια, όπως παλιότερα, με ενδιαφέρει να υπάρξει διάδοση. Βέβαια, επειδή η δική μου αισθητική είναι πιο ακραία και όχι ανώδυνη, λογικό μου φαίνεται το κοινό να είναι αρκετά περιορισμένο. Προτεραιότητα για μένα είναι να εκφράσω αυτό που θέλω, ανεξαρτήτως του τι πουλάει. Από κει και πέρα, το προωθώ αρκετά και το αφήνω να πάρει τον δρόμο του.
Fanzine που με ενέπνευσαν είναι τα "Re-search", "ebola", "you kiled me first", "βρωμιά", "flesh machine", "περιοδεύων θίασος παραδοξοτήτων", "φωτοβολίδα", "προπαγάνδα", "ο κόκορας που λαλεί τα μεσάνυχτα", "glory hopes", "Αγλαΐα", "εμβοές", "κράξιμο" και μια υπέροχη δουλειά ενός φίλου, το "αλτσχάιμερ".
Όταν κράτησα το "Pleasure Fields" τυπωμένο στα χέρια μου, ένιωσα σαν να απέκτησα ένα παιδί που πρέπει να το ξεφορτωθώ το γρηγορότερο δυνατόν, προκειμένου να γεννηθεί το επόμενο».
Μαρίνα Βελησιώτη – Bebabeboo
Η Μαρίνα είναι εικαστικός και τα τελευταία τέσσερα χρόνια εκδίδει το fanzine «Bebabeboo». Απόφοιτος της Σχολής Καλών Τεχνών, δηλώνει ερευνήτρια-ουφολόγος, κάτι που είναι προφανές στις σελίδες του fanzine της. Της αρέσουν τα ξίδια, τα ταξίδια και το ροκ εν ρολ. Τον τελευταίο καιρό ασχολείται με το καινούργιο της απόκτημα, τον αργαλειό, και ετοιμάζει καινούργια έργα.
«Κάθε τεύχος του "Bebabeboο zine" αποτελείται από 30 ασπρόμαυρες σελίδες και 2 έγχρωμες. Το εξώφυλλο είναι πάντα έγχρωμο (σε σκληρό εξώφυλλο). Η θεματολογία έχει να κάνει με καλλιτέχνες (εικαστικούς, φωτογράφους, γλύπτες, συγγραφείς) από την Ελλάδα αλλά και απ' όλο τον κόσμο. Σε κάθε τεύχος είναι διαφορετικοί. Μέχρι στιγμής,από τις σελίδες του έχουν περάσει γύρω στους 50. Μια σελίδα σε κάθε τεύχος είναι αφιερωμένη σε μια καλτ ταινία και άλλη μία σε μια νέα κυκλοφορία κασέτας, σε μια καινούργια μπάντα/καλλιτέχνη. Η τελευταία σελίδα είναι πάντα διπλό αυτοκόλλητο, φτιαγμένο από κάποιον καλλιτέχνη. Κάθε τεύχος βγαίνει σταθερά σε 150 αντίτυπα». Το «Bebabeboo» είναι το πρώτο fanzine της Μαρίνας Βελησιώτη και μέχρι σήμερα μετρά 8 τεύχη. Το τελευταίο, μάλιστα, κυκλοφόρησε τον Μάρτιο.
«Είχα συμμετάσχει πριν από κάποια χρόνια (έναν μήνα πριν ξεκινήσει το δικό μου) σε ένα ολλανδικό fanzine με ένα έργο μου. Όταν έπεσε στα χέρια μου, απογοητεύτηκα πολύ με την ποιότητα και την κακή μεταφορά των έργων στο χαρτί. Έτσι, αποφάσισα να φτιάξω ένα η ίδια. Όταν ξεκίνησα, δεν ήξερα πολλά από γραφιστική, ούτε πώς γίνεται ένα περιοδικό. Ξεκίνησα ψάχνοντας τους καλλιτέχνες. Πολλούς τους βρήκα μέσα από τα social media, πολλοί άλλοι ήταν γνωστοί και φίλοι.
Όταν άρχισα να μαζεύω το υλικό, τυχαία ένα βράδυ γνώρισα μια κοπέλα, σε ένα γκοθάδικο. Εκεί που συζητούσαμε, πάνω στο μεθύσι, μου είπε ότι είναι γραφίστρια κι εγώ τι ακριβώς ήθελα να κάνω. Ανταλλάξαμε τηλέφωνα και μετά από μέρες, όταν ξεμεθύσαμε, βρεθήκαμε και μου έδειξε πώς, τι, πού! Ήταν πολύ σημαντικό βήμα για τη δημιουργία του fanzine. Με την κοπέλα αυτή είμαστε ακόμα φίλες και πίνουμε ποτά μαζί.
Λίγα πράγματα γνωρίζω για την κουλτούρα του fanzine στην Ελλάδα, αλλά βλέπω ότι είναι αρκετά αυτά που βγαίνουν και χαίρομαι ιδιαίτερα. Είναι πολύ ωραία φάση να φτιάχνεις κάτι που γουστάρεις και να μπορεί να το βλέπει ο κόσμος. Tα τελευταία χρόνια, βέβαια, έχει γίνει λιγάκι μόδα αυτό, που δεν είναι απαραίτητα κακό. Ίσα-ίσα, για τέτοια πράγματα είναι ωραίο. Και όσο περισσότερα βλέπεις, τόσο το καλύτερο. Κι αυτό πια με το Ίντερνετ! Ok, καλό είναι, αλλά είναι άλλη φάση να πιάνεις στα χέρια σου χαρτί. Ιδιαίτερα από κάποιον που το κάνει για το γούστο του.
Νομίζω ότι μέχρι στιγμής έχω κάπως καταφέρει να έχει μια σταθερή παρουσία το fanzine μου, εάν σκεφτείς ότι υπάρχει από τον Αύγουστο του 2013. Βέβαια, δεν καταφέρνω να το βγάζω 3 φορές τον χρόνο που ήθελα (για οικονομικούς λόγους), αλλά, ok, δεν πειράζει, φτάνει να βγαίνει. Το "O.k PERIODICALS" είχε πέσει στα χέρια μου την εποχή που σκεφτόμουν να βγάλω το δικό μου fanzine. Με επηρέασε πολύ. Είναι κι άλλα πολλά, αλλά το συγκεκριμένο είναι φανταστικό». «Μπορείς να περιγράψεις το συναίσθημα που ένιωσες όταν το είδες τυπωμένο;» - «Τα 'κανα πάνω μου απ' τη χαρά μου».
Αλέξης Βασιλικός - Dystopian Sequence
Ο Αλέξης Βασιλικός είναι εικαστικός-φωτογράφος. Η δουλειά του περιστρέφεται γύρω από τον μαγικό ρεαλισμό και την πνευματικότητα στην καθημερινή ζωή. Έχει συμμετάσχει σε εκθέσεις στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη, στο Λονδίνο, στη Νέα Υόρκη, στο Όστιν (Τέξας), στη Βιέννη και αλλού. Η δουλειά του έχει δημοσιευτεί, μεταξύ άλλων, στα περιοδικά «British Journal of Photography», «Der Grief», «Galavant», «Cactus», «Artwort», «Fisheye magazine», «Oxford American», «piK», «Vice», «SLEEK», «Kaltblut Magazine» και «Paper Journal». Από το 2012 εκδίδει μαζί με τον Jerome Montagne το περιοδικό «PHASES», μια διαδικτυακή πλατφόρμα που εστιάζει στη διεθνή καλλιτεχνική φωτογραφία. Είναι συνεργάτης της CAN Christina Androulidaki Gallery. H δημιουργία του «Dystopian Sequence» ήταν μια ιδέα του Void και είναι το πρώτο του.
«Το περιεχόμενο του "Dystopian Sequence" κινείται γύρω από την κρίση, όπως αυτή εκδηλώνεται στην πολιτική συνείδηση, αλλά και τη συνειδητοποίηση της αδυναμίας της πολιτικής συνείδησης να δώσει μια ουσιαστική απάντηση στο ζήτημα της κρίσης, το οποίο είναι εν τέλει βαθιά πνευματικό. Την παραγωγή του την έκανε το Void, το οποίο είναι ένας καινούργιος χώρος στο κέντρο της Αθήνας που προωθεί, μεταξύ άλλων, την παραγωγή fanzines.
Δεν θα ήθελα να 'ναι κάτι σταθερό. Μου αρέσει ο αυτοσχεδιαστικός χαρακτήρας που έχουν τα fanzines. Nομίζω ότι είναι από τα πιο ουσιαστικά χαρακτηριστικά τους, γιατί, σε αντίθεση με τα βιβλία ή τις ακριβές εκδόσεις, είναι συνδεδεμένα με μια αίσθηση προσωρινότητας, μια παιχνιδιάρικη, ανάλαφρη διάθεση, που συνήθως ευνοείται από το χαμηλό κόστος παραγωγής. Σταδιακά, μάλιστα, έχει αρχίσει να τα εκτιμάει όλο και πιο πολύς κόσμος και όλο και πιο πολλοί καλλιτέχνες επιλέγουν το fanzine ως μέσο έκφρασης. Δεν νομίζω, πάντως, ότι μιλάμε για ένα πολύ μαζικό προϊόν, οπότε η αναγνώριση είναι κάτι πολύ σχετικό. Ας μην ξεχνάμε ότι το fanzine δεν είναι κάτι καινούργιο στην underground κουλτούρα. Όταν είδα τυπωμένο το "Dystopian Sequence", ένιωσα χαρά κι ευγνωμοσύνη μαζί».
Ευγενία Βερελή - Cult Obscurity Club
«Υπάρχω από το 1994, ζωγραφίζω από το 2012 και καμιά φορά τυπώνω fanzine /κόμικς» δηλώνει η νεαρή εκδότρια του «Cult Obscurity Club», του οποίου το δεύτερο τεύχος, «Breakfast Visions», κυκλοφόρησε φέτος. «Είναι ένα fantasy/occult fanzine που αποτελείται από μικρές ιστορίες κόμικς, κολάζ και illustrations. Αυτά συνδέονται μεταξύ τους με cults μαγισσών, βαμπίρ ναϊάδες, υπαλλήλους, Britney Spears και πρωινό φαγητό. Είναι σε ασπρόμαυρο Α5, 16σέλιδο και το εξώφυλλο είναι οινοπνευματί – αν αυτό θεωρείται χρώμα.
Αποφάσισα να κάνω fanzine γιατί μου αρέσει και με εμπνέει η DIY φάση. Πέρα από αυτό, ο βασικός μου στόχος είναι να σχεδιάζω κόμικς επαγγελματικά. Επειδή δεν μου αρέσει να περιμένω, ξεκίνησα να φτιάχνω fanzine για να μάθω και να εξελιχθώ ως καλλιτέχνης, ώστε σιγά-σιγά να πετύχω τον στόχο μου. Ξεκίνησα πέρσι με το "Cult Obscurity Club" που περιέχει κυρίως σατανισμό, Sailormoon μαλλιά και κολάζ από punk goblin μπάντες. Αυτό, βέβαια, ήταν έγχρωμο. Πετσόκοψα παλιά μου περιοδικά, τα ένωσα σαν παζλ, ζωγράφισα από πάνω, γενικά πειραματίστηκα και το έχτισα χωρίς να σκέφτομαι περιορισμούς.
Το δεύτερο τεύχος το σκέφτηκα παραπάνω. Έγραψα το σενάριο και, ενώ έκανα άπειρες αλλαγές, ήξερα από την αρχή την κατεύθυνση και την αισθητική που θα ακολουθούσα. Μετά, το έστησα ως έντυπο, έπρηξα φίλους μου και άλλους δημιουργούς fanzines, ζητώντας γνώμες, έψαξα διάφορα τυπογραφεία για προσφορές σε τιμές και προχώρησα στο τύπωμά του. Τελευταία, είχα τη χαρά να συμμετάσχω στο τελευταίο τεύχος του "Tales from the Strips" της DaΝi.
Ως δημιουργός είδα αρκετή ανταπόκριση. Στην αρχή είχα τις ανασφάλειές μου, αλλά μόλις ξεκίνησα, είδα ενδιαφέρον και αυτό με βοήθησε. Γενικά, είμαι πολύ χαρούμενη που είμαι μέρος αυτής της "κοινότητας". Έχω γνωρίσει πολλούς άλλους καλλιτέχνες, έκανα φίλους και άρχισε να χτίζεται ένα κοινό και για τη δική μου δουλειά. Συμμετέχω μόνο σε φεστιβάλ μέχρι στιγμής και σίγουρα θα μου άρεσε να διαδοθεί περισσότερο το fanzine μου. Για να γίνει αυτό βοηθάνε πολύ οι διάφορες διαδικτυακές πλατφόρμες και το να μπορεί να απευθυνθεί το έντυπο και σε κοινό του εξωτερικού.
Το κοινό όσο πάει μεγαλώνει, αλλά κάθε φεστιβάλ μαζεύει διαφορετικό κόσμο. Το Comicdom Con επικεντρώνεται στα κομικς, ενώ το Athens Zine fest έχει fanzines. Κόμικς, fanzines και αυτοεκδόσεις είναι τρία διαφορετικά είδη εντύπων. Για να αναγνωριστεί κάποιο, πρέπει να απευθυνθεί στο αντίστοιχο κοινό. Τα δικά μου, μέχρι στιγμής, είναι κάτι ανάμεσα στο κόμικ και στο fanzine, όποτε μπορώ να συμμετέχω και στα δύο είδη φεστιβάλ.
Αγαπημένα μου fanzines είναι τα "Tales from the Strips", το "Drown Grrrls" του Gemo και οι "Αγλαΐες". Από ξένα, με επηρέασαν τα '90s punk fanzines και άλλα από καλλιτέχνες όπως ο Dima Drjuchin, η Jenn Woodhall και η Grace Lang. Είναι τέλειο για μένα να βλέπω επιτέλους ολοκληρωμένη τη δουλειά μου, μετά από μήνες επεξεργασίας. Ματώνω για να τα βγάλω και μετά τα παίρνω αγκαλίτσα, τα νανουρίζω μέχρι να πάω στα φεστιβάλ και να τα υιοθετήσουν. Σαν μωρά γατάκια φαντάσου».
Αμαλία Βεκρή – Asthenia
Η Αμαλία Βεκρή είναι η δημιουργός του «Asthenia», το οποίο εκδίδεται από το 2015. Πρόκειται για μια έκδοση με έργα καλλιτεχνών, η οποία κυκλοφορεί δύο φορές τον χρόνο και συνοδεύεται από μια εικαστική έκθεση που κάθε φορά πραγματοποιείται σε διαφορετικό χώρο. Η εικαστικός είναι απόφοιτος της Σχολής Βακαλό στην Αθήνα, όπου σπούδασε γραφικές τέχνες και ζωγραφική, και του Central Saint Martin's College of Art and Design στο Λονδίνο, όπου σπούδασε τυπογραφία και εικονογράφηση.
«Το "Asthenia" είναι το πρώτο μου fanzine. Πρόκειται για μια έκδοση με έργα καλλιτεχνών, οι οποίοι κάθε φορά ανταποκρίνονται σε ένα θέμα. Είναι ασπρόμαυρο και είναι έκδοση 300 αντιτύπων. Μέχρι στιγμής, έχουν βγει τέσσερα τεύχη και τον Μάιο θα βγει το πέμπτο. Ξεκίνησε το 2015 και ήταν μια ιδέα που είχαμε μαζί με την Αντιγόνη Θεοδώρου, με την οποία συνεργαστήκαμε στα δύο πρώτα τεύχη. Οι εκδόσεις και τα fanzines είναι κάτι που συλλέγω αρκετά χρόνια και συνεπώς κάτι που πάντα ήθελα να κάνω. Υπάρχουν πολλά ωραία fanzines στην Ελλάδα, όπως του Hope, οι εκδόσεις της ομάδας Ommu, το "Κυψέλη" κ.ά.
Θα ήθελα το "Asthenia" να έχει μια σταθερή παρουσία και, παρ' όλες τις οικονομικές δυσκολίες, θέλω να βρίσκω τρόπους για να το συνεχίζω. Νομίζω πως ένα fanzine έχει πιθανότητες να φτάσει σε μεγαλύτερο κοινό όταν συνδέεται και με άλλες δραστηριότητες, όπως μια έκθεση ή ένα happening. Γενικότερα, όσο πιο πολλοί άνθρωποι εμπλέκονται, τόσο πιο εύκολο είναι να μαθευτεί. Σε συνδυασμό, φυσικά, με μια καλή ιδέα και ένα ενδιαφέρον περιεχόμενο. Όταν είδα το πρώτο τεύχος τυπωμένο, ένιωσα ενθουσιασμένη».