Στέλιος Μάινας: «Επειδή τα έχουμε δει όλα και δεν ξέρουμε τι μας περιμένει, προετοιμάζεσαι για τα πάντα»

Η ιστορία μιας σύγχρονης «Φόνισσας» Facebook Twitter
Βλέπω πάντα το ποτήρι μισογεμάτο και όχι μισοάδειο. Παρόλο που υπάρχει μια απαισιόδοξη πλευρά μου, δεν θέλω να υπερισχύει και δεν υπερισχύει ποτέ. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO
0

Ο Στέλιος Μάινας λατρεύει τον Παπαδιαμάντη, τον Ντοστογιέσφκι και τον Μουρακάμι κι αυτό φαίνεται στο πρώτο του μυθιστόρημα Να θυμηθώ να παραγγείλω που κυκλοφόρησε μόλις από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Η ηρωίδα του είναι μια αναισθησιολόγος που βρίσκεται κλεισμένη στη φυλακή επειδή, ξεπερνώντας τα όρια της ιατρικής ηθικής, βοηθάει ανθρώπους να λυτρωθούν, γλιτώνοντάς τους από τον πόνο. Μέσα από το κελί ξετυλίγεται η ιστορία της ζωής της σε μια συναρπαστική αφήγηση (με σοκαριστικές ανατροπές) που θίγει το θέμα της ευθανασίας και σε κάνει να σκεφτείς. Ο δημοφιλής ηθοποιός δεν θέλει να δηλώνει συγγραφέας, το γράψιμο είναι γι’ αυτόν διέξοδος, κάτι που του δίνει όραμα, αλλά η νέα του ιδιότητα θα τον ακολουθεί από δω και στο εξής, όπως και το «αναμφισβήτητα ταλαντούχος».

— Από πότε γράφεις;
Λίγο πριν το 2000, ο Οδυσσέας Ιωάννου, όντας διευθυντής στον Μελωδία, μου πρότεινε να κάνουμε μια εβδομαδιαία εκπομπή που λεγόταν «4 επί 4» και ήταν ένα κείμενο για την πολιτική επικαιρότητα. Δεν είχα ξαναγράψει, αλλά μου είπε «δοκίμασε!» κι εκεί είχα το θράσος να γράψω κάποια μικρά κείμενα κάθε εβδομάδα. Την επόμενη χρονιά πήρα μια εκπομπή λόγου στον Μελωδία που την έλεγαν «Εμείς, του ‘60 οι εκδρομείς» και βασιζόταν σε κείμενά μου. Από κει ξεκίνησα να γράφω, ξεκίνησα δηλαδή να γράφω για το ραδιόφωνο κατά βάση. Μετά συνεργάστηκα με το «ΟΜ» που έβγαζε τότε η «Ημερησία», έγραφα κάποια κείμενα εκεί, κι έτσι ξεκίνησε η περιπέτεια της γραφής, περίπου το 2000 οργανωμένα. Το 2010 έβγαλα το πρώτο μου βιβλίο με διηγήματα (Τα φαινόμενα απατούν, στις εκδόσεις Καστανιώτη) και αυτό το βιβλίο, το μυθιστόρημα, το γράφω μια δεκαετία. Ήταν ένα διάστημα μεγάλο, γιατί κάνω μια δουλειά με μεγάλη αποσπασματικότητα. Πριν από έξι μήνες θεώρησα ότι το έχω τελειώσει και είπα «το βγάζω».

Για να μπορείς να αντιληφθείς τον κόσμο γύρω σου, πρεπει να μικρύνεις πάρα πολύ, για να μπορείς να αποκτήσεις την ευαισθησία του να αντιληφθείς τι γίνεται γύρω σου. Και ομολογώ ότι δεν το αντιλαμβάνεσαι στη νεότητά σου, χρειάζεται μια εμπειρία κάθε φορά, καλύτερη εμπειρία.

— Το γράψιμο και το θέατρο ικανοποιούν διαφορετικές ανάγκες;
Ναι, είναι τεράστια η διαφορά. Το μεγάλο πλεονέκτημα στη γραφή είναι ότι μιλάς στον αναγνώστη ένας προς έναν. Και μάλιστα εκμυστηρεύεσαι, ενώ είναι μια δημόσια έκθεση το να γράφεις. Παρ’ όλα αυτά, απευθύνεσαι στον ενικό σε κάθε πρόσωπο, έχει πολύ μεγάλη διαφορά αυτό από το θέατρο. Το ένα κομμάτι είναι αυτό, το δεύτερο είναι η χαρά της αυτοδημιουργίας και όχι του ετερόκλητου, όπως είναι το θέατρο. Εμείς οι ηθοποιοί είμαστε μεταπράτες, δεν είμαστε πρωτογενείς δημιουργοί. Όταν γράφεις, όμως, είσαι πρωτογενής δημιουργός, με αποτέλεσμα να απευθύνεσαι σε κάποιον προσωπικά και αυτός σε σένα.

— Η ιστορία του βιβλίου πώς προέκυψε, είναι κάποια ιστορία που είχες ακούσει;
Όχι. Όταν γράφεις, πάντα ουσιαστικά γράφεις για τον εαυτό σου. Όπως και στο θέατρο παίζεις έναν ρόλο, χρησιμοποιείς ένα προκάλυμα και τα λόγια του συγγραφέα, έτσι και στη συγγραφή χρησιμοποιείς έναν μύθο, μια ιστορία. Εγώ έχω ανάγκη μια ιστορία, ένα προκάλυμα, για να πω κάποια πράγματα, για να εκφράσω τις απόψεις μου, γιατί αυτό κάνεις, εκφράζεις τον προσωπικό σου κόσμο μέσα από ένα βιβλίο και όχι μόνο.

Η ιστορία μιας σύγχρονης «Φόνισσας» Facebook Twitter
Στα παιδιά σήμερα δεν έχουμε επιφυλάξει την καλύτερη μοίρα. Στη γενιά του γιου μου –είναι 33 χρονών– αλλάξαμε τα φώτα. Εγώ περιμένω από τα 18χρονα τώρα να κάνουν κάτι ριζοσπαστικό, γιατί τα 30χρονα, τα παιδιά μας, ήταν πολύ άτυχα. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Όσο και να θέλεις να το αποφύγεις, ένα βιβλίο είναι αδύνατο μην είναι έστω και λίγο αυτοβιογραφικό, ακόμα και αν δεν μιλάει καθόλου για σένα.
Έτσι ακριβώς. Αφιερώνεις ένα μεγάλο κομμάτι του εαυτού σου, αποκλείεται να κρυφτείς. Βεβαίως, σε αυτό το βιβλίο εγώ διάλεξα μια ηρωίδα, για δύο λόγους. Πρώτον διότι ήθελα να αποστασιοποιηθώ από εμένα, να βάλω τον ήρωά μου απέναντι από μένα, γι’ αυτό και διάλεξα μια γυναίκα, και δεύτερον, ήταν ένα στοίχημα για μένα, γιατί ο ήρωας είναι το alter ego σου, ούτως ή άλλως, θες δεν δες. Οπότε ήθελα το alter ego μου να μην είναι αυτό που είμαι εγώ, αλλά να είναι αυτό που θα ήθελα να είμαι.

μαινας
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ: Στέλιος Μάινας, Να θυμηθώ να παραγγείλω, εκδόσεις Μεταίχμιο

— Είναι μια ηρωίδα που στο τέλος τιμωρείται επειδή έχει κάνει το καλό.
Αυτό είναι ένα μεγάλο ερώτημα: ποιος είναι ο ορισμός του καλού; Γιατί το καλό έχει μεγάλη ελαστικότητα, όπως και το κακό. Δεν εφηύρα την Αμερική συγγραφικά, το αντικείμενο αυτό το έχει τολμήσει πολύς κόσμος. Ομολογώ, όμως, πως είχα την ιδέα να ασχοληθώ με αυτή την ηρωίδα όταν ξαναδιάβασα τη Φόνισσα του Παπαδιαμάντη. Ανακάλυψα στον Παπαδιαμάντη γενικότερα, και ειδικά στη Φόνισσα, άλλες πτυχές, αυτό που στο δικό μου βιβλίο είναι η διαχείριση του πόνου. Γιατί, προφανώς, η παπαδιαμαντική φόνισσα είναι ο άνθρωπος που δεν αντέχει πια, ξεφεύγει, φεύγει εκτός ορίων γιατί δεν μπορεί να διαχειριστεί τον πόνο τον δικό της και των γύρω της και θέλει με κάποιον τρόπο, αμήχανα, άτεχνα και εγκληματικά, να σταματήσει αυτόν τον πόνο. Γι’ αυτό και ένα έναυσμα της συγγραφής αυτού του βιβλίου ήταν και η Φόνισσα.

— Είναι ένα ερώτημα που θέτεις στο βιβλίο: «Ευεργέτης ή φονιάς;».
Η ευθανασία είναι κάτι σχετικά καινούργιο για την Ελλάδα, και στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, όμως, μόνο σε τέσσερις χώρες έχει νομιμοποιηθεί η ευθανασία. Έχω έναν φίλο Ολλανδό, σκηνοθέτη, που έπαθε καρκίνο του πνεύμονα, και στην Ολλανδία υπάρχει νομικά η εξής δυνατότητα: όταν θέλει κάποιος ενήλικος, ένας άνθρωπος που έπαθε καρκίνο στην προκειμένη περίπτωση, πηγαίνει με την οικογένειά του και υπογράφει ένα χαρτί, παρουσία ενός κρατικού λειτουργού που έχει οριστεί γι’ αυτό, που λέει ότι όταν φτάσει σε ένα μη διαχειρίσιμο στάδιο, μπορεί να περάσει στην ευθανασία. Είναι ο ίδιος ο πάσχων που το υπογράφει και το υπογράφει τρεις φορές. Σου αφήνουν περιθώριο έναν μήνα, δύο μήνες μέχρι να το οριστικοποιήσεις και σου δίνουν τη δυνατότητα ανά πάσα στιγμή να το εφεσιβάλλεις, να πεις όχι, το μετανιώνω. Η ευθανασία είναι ένα πολύ ευαίσθητο κομμάτι, ένα ερώτημα που δεν μπορεί να το απαντήσει κανείς με βεβαιότητα. Είναι μια απόφαση που δεν μπορείς να την πάρεις. Οι ασθενείς της ηρωίδας μου τής κάνουν νόημα να τους λυτρώσει, υπάρχει η συναίνεση, αλλά είναι απαγορευμένο αυτό. Είναι έγκλημα.

— Η ηρωίδα σου δεν εγκληματίας όμως, δεν θα πω περισσότερα για να μην κάνω spoiler στο βιβλίο, αλλά είναι άδικα στη φυλακή.
Γι’ αυτό και τον «φόνο» της τον συνδέω με τον φόνο του γατιού στην παιδική της ηλικία, ένα γατί που κάποιος του άνοιξε την κοιλιά, ένα παιδάκι παίζοντας, νομίζοντας ότι είναι παιχνίδι, το οποίο είναι καταδικασμένο να πεθάνει μέσα στις επόμενες ώρες. Το ότι το λύτρωσε από το μαρτύριό του είναι φόνος ή είναι ευεργεσία; Είναι ένα ερώτημα πραγματικά.

720
To νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

— Δεν είναι το ίδιο να πάρεις την απόφαση να κάνεις ευθανασία σε έναν άνθρωπο με το να κάνεις σε ένα ζώο, γιατί όταν το κάνεις στον άνθρωπό σου για να τον σώσεις σε περιμένει η φυλακή. Και είναι σοκαριστικό αυτό που συμβαίνει στο βιβλίο.
Και η Φόνισσα δεν είναι σοκαριστική; Στον πυρήνα της ηρωίδας μου υπάρχει η διαχείριση επίσης της ήττας, όταν νιώθεις ηττημένος από τις προσδοκίες πρέπει να διαχειριστείς κάτι που είναι πολύ δύσκολο. Η Φόνισσα φαίνεται ότι έχει ηττηθεί καθολικά, σε όλα τα μέτωπα. Και όχι μόνο η ίδια, αλλά και τα παιδιά της και τα εγγόνια της, γι’ αυτό κάποια στιγμή «φεύγει», χάνει το μυαλό της.

— Με τη φυλακή τι σχέση είχες όταν ξεκίνησες να γράφεις το βιβλίο;
Καμία. Είναι επιστημονική φαντασία, είναι fiction αυτά που γράφω. Έχω επισκεφτεί φυσικά και τις γυναικείες και τις αντρικές φυλακές, επανειλημμένως, και ως ηθοποιός, και έχω πάρει μια μυρωδιά εξωτερική, αλλά δεν ξέρω ποια είναι η πραγματικότητα. Το περισσότερο μέρος είναι της φαντασιας μου.

— Είσαι αισιόδοξος άνθρωπος, γενικά;
Βλέπω πάντα το ποτήρι μισογεμάτο και όχι μισοάδειο. Παρόλο που υπάρχει μια απαισιόδοξη πλευρά μου, δεν θέλω να υπερισχύει και δεν υπερισχύει ποτέ. Αλλά περνάμε από τη μία κακή κατάσταση στην επόμενη κακή κατάσταση, κι αυτά που ζούμε με επηρεάζουν τρελά, και η επιδημία, τα δύο χρόνια του εγκλεισμού με επηρεάσαν τρομερά ψυχολογικά. Δεν νομίζω ότι υπάρχουν άνθρωποι που δεν τους επηρέαζουν. Δεν γίνεται να μην σε επηρεάζει ο περιορισμός, το ότι ανοίγεις το ραδιόφωνο και ακούς για θανάτους, το ότι γύρω σου άνθρωποι πεθαίνουν. Όλο αυτό το θανατικό τα δυο τελευταία χρόνια με έχει επηρεάσει πάρα πολύ, δεν μπορώ να αισθάνομαι ότι δεν με αφορά, με αφορά ότι πεθαίνει κόσμος. Προσπαθώ όμως να βλεπω έναν ορίζοντα, ενώ έχω σκοτεινιές όπως όλοι, θέλω να έχω διεξόδους, όραμα.

Η ιστορία μιας σύγχρονης «Φόνισσας» Facebook Twitter
Η ευθανασία είναι κάτι σχετικά καινούργιο για την Ελλάδα, και στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, όμως, μόνο σε τέσσερις χώρες έχει νομιμοποιηθεί η ευθανασία. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Κάνεις και άλλα πράγματα πέρα από το θέατρο και το γράψιμο;
Ζωγραφίζω, παίζω μουσική... (γελάει). Κοίταξε να δεις, μου αρέσει ο αναγεννησιακός καλλιτέχνης που έκανε τα πάντα, που έπρεπε να κάνει τα πάντα. Δεν ήταν υπεράνθρωπος, απλά ήταν έτσι η εποχή. Μου αρέσουν τα εικαστικά, μου αρέσει η μουσική, προσπαθώ να βρίσκω διεξόδους πέρα από τη δουλειά μου.

— Υπάρχουν πράγματα που δεν μπορείς να διαχειριστείς;
Πάρα πολλά. Προσπαθώ να διαχειριστώ ό,τι μπορεί να μου συμβεί, μέσα στο πλαίσιο τα ανθρώπινο. Επειδή τα έχουμε δει όλα και δεν ξέρουμε πια τι μπορεί να μας περιμένει, προετοιμάζεσαι για τα πάντα.

— Είχες πει κάποια στιγμή ότι «η σημαντικότητα έχει να κάνει με τη γνώση της ασημαντότητάς σου».
Ακριβώς. Για να μπορείς να αντιληφθείς τον κόσμο γύρω σου, πρεπει να μικρύνεις πάρα πολύ, για να μπορείς να αποκτήσεις την ευαισθησία τού να αντιληφθείς τι γίνεται γύρω σου. Και ομολογώ ότι δεν το αντιλαμβάνεσαι στη νεότητά σου, χρειάζεται μια εμπειρία κάθε φορά, καλύτερη εμπειρία. Η εσωτερική σου ταπεινότητα σού δίνει τη δυνατότητα να αντιληφθείς κάποια πράγματα στη ζωή. Δεν είναι απαραίτητο 100% ότι θα το αντιληφθείς, αλλά δεν γίνεται διαφορετικά.

— Μιλάς για ταπεινότητα, όταν ένας καλλιτέχνης είναι από τη φύση του ναρκισσιστής, κάθε είδους καλλιτέχνης.
Είναι ένας τρόπος να επικοινωνήσουν, αλλά δεν είναι ο μοναδικός.

— Αν δεν είσαι νάρκισσος, δεν μπορείς να υπάρξεις στο σημερινό σύστημα, στα social media, τους ταπεινούς τους καταπίνει το μέσο. Θεωρείς ότι είναι πρόβλημα ο ναρκισσισμός;
Νομίζω ναι. Ο ναρκισσισμός είναι εργαλείο για μένα, ένα εργαλείο για να μπορείς να διαπεράσεις ένα εμπόδιο επικοινωνιακό, επικοινωνίας με το αντικείμενό σου, κι αυτό μετά το πετάς. Γιατί ο ναρκισσισμός μπορεί να σου γίνει φοβερό εμπόδιο στο να δεις πράγματα. Βεβαίως μπορεί να σου ανοίξει και δρόμους καινούργιους, σαφώς.

— Με το θέατρο τι σχέση είχες όταν ξεκίνησες;
Εντελώς επιφανειακή. Ανακάλυψα το θέατρο μέσα από δύο φίλους στα γυμνασιακά μας χρόνια. Περιμένοντας να δώσουμε εξετάσεις για το πανεπιστήμιο, και πηγαίνοντας στα φροντιστήρια της εποχής, με πήγαν στο Υπόγειο του Κουν. Εκεί ανακάλυψα έναν άλλο κόσμο πραγματικά και είπα ότι κάποια στιγμή υπάρχει πιθανότητα να επιχειρήσω να το κάνω κι εγώ. Και όντως το επιχείρησα. Σπούδασα Διοίκηση Επιχειρήσεων, τουριστικά, καμία σχέση, αλλά δεν άσκησα ποτέ το επάγγελμα, πέρα από την πρακτική εξάσκηση. Ασχολήθηκα αμέσως με το θέατρο. Όταν ξεκίνησα να παίζω στο θέατρο, δεν είχε αυτή την επικοινωνιακή δυνατότητα που έχει σήμερα, δεν ήταν τηλεόραση, ήταν άλλο πράγμα.

— Ήταν τυχερή η γενιά σου;
Πάρα πολύ. Η δικιά μου γενιά ήταν σε μια απόλυτη αθωότητα και σε μια φενάκη. Τη δεκαετία του ’90 που ανδρωθήκαμε εμείς, νομίζαμε ότι ήμασταν Ελβετία. Ένας νέος ηθοποιός δεν μπορούσε απλώς να βρει δουλειά, φαντάσου όταν εγώ ήμουν στη σχολή ερχόντουσαν ο Λευτέρης Βογιατζής, ο Μίνως ο Βολανάκης και έβλεπαν εξετάσεις της σχολής μας για να πάρουν παιδιά, να τους δώσουν μισθό, να τους βάλουν ένσημα ως μαθητές για να δουλέψουν στο θέατρο. Σήμερα αυτό είναι επιστημονκή φαντασία. Ήταν πολύ πιο εύκολη η δουλειά μας τότε. Στα παιδιά σήμερα δεν έχουμε επιφυλάξει την καλύτερη μοίρα. Στη γενιά του γιου μου –είναι 33 χρονών– αλλάξαμε τα φώτα. Εγώ περιμένω από τα 18χρονα τώρα να κάνουν κάτι ριζοσπαστικό, γιατί τα 30χρονα, τα παιδιά μας, ήταν πολύ άτυχα. Έζησαν όλες τις κρίσεις από την εφηβεία τους και ακόμα τις ζουν, το οποίο είναι τραγικό. Βλέπεις ότι κάθε μέρα συμβαίνουν πράγματα που δεν τα πιστεύεις, λες αποκλείεται να γίνει αυτό, και γίνεται, οπότε δεν ξέρω ειλικρινά, κι εγώ είμαι με μια τεράστια απορία «πού πάει το πράγμα;».

— Πώς είναι τα πράγματα στο θέατρο σήμερα;
Ομολογώ ότι το θέατρο στην Ελλάδα έχει αναπτυχθεί τα τελευταία είκοσι χρόνια, έχει περάσει σε ένα άλλο επίπεδο. Δεν θα έλεγα ότι είναι υποδεέστερο από πολλά ευρωπαϊκά θέατρα σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, και δεν το λέω μόνο εγώ, το λένε και ξένοι φίλοι που έρχονται και βλέπουν παραστάσεις στην Ελλάδα. Συγγραφικά νομίζω ότι έχουμε ακόμα θέμα, διότι η γραφή ενός καινούργιου θεατρικού έργου είναι ολόκληρη διαδικασία στην οποία εμπλέκονται τα υπουργεία και το κράτος. Χρειάζεται καλλιέργεια κρατική για να υποστηρίξει νέα παιδιά, να τα στηρίξει να γράψουν έστω και βλακείες, να αποτύχουν, γιατί μέσα από την αποτυχία θα βγει κάτι καλύτερο. Αυτό ακόμα δεν το έχουμε πετύχει. Το λέω έχοντας παράδειγμα το καταλανικό θέατρο - όχι το ισπανικό, το καταλανικό συγκεκριμένα. Τα τελευταία 15 χρόνια έχει διεισδύσει σε όλη την Ευρώπη, κι αυτό δεν έγινε τυχαία, έγινε μετά από μεγάλη προσπάθεια του καταλανικού θεάτρου και της καταλανικής γλώσσας να διεισδύσει πανευρωπαϊκά. Πόνταρε, πλήρωσε, υποστήριξε νέους συγγραφείς, πιστεύω ότι μπορεί να γίνει κάτι τέοιο και εδώ για να μπορέσει να αναπτυχθεί το νέο ελληνικό έργο. Ο Τάρλοου με το Θέατρο Πορεία έκανε ένα στούντιο γραφής τα τελευταία δυο-τρία χρόνια και διοργάνωσε και έναν διαγωνισμό στον οποίο βράβευσε δύο έργα ελληνικά, με τη δυνατότητα αυτά τα δύο έργα να τα ανεβάσει. Πιτσιρίκια τα γράψανε. Αυτά τα δύο έργα θα ανέβουν και σε ένα από αυτά θα παίξω εγώ μετά το Πάσχα. Υπάρχουν πολλά παιδιά που γράφουν θέατρο, απλώς χρειάζονται κατεύθυνση και στήριξη.

— Γράφουν τα νέα παιδιά, αλλά γράφουν μυθιστορήματα με το όνειρο να γίνουν ταινίες ή σίριαλ, ή γράφουν σενάρια για την τηλεόραση.
Ναι, γιατί είναι πιο μεγάλη η δύναμη της εικόνας.

— Πόσο καιρό έχεις να κάνεις τηλεόραση;
Δώδεκα χρόνια.

— Δεν σε ενδιαφέρει να κάνεις;
Κάποια στιγμή θα ξανακάνω, ποτέ μην πεις ποτέ. Ανεβαίνει ξανά το επίπεδο και η μυθοπλασία στην τηλεόραση. Για χρόνια δεν έκαναν μυθοπλασία, τα τελευταία τρία χρόνια έχουν ανέβει πάλι.

— Σου έκανε καλό ή κακό όλη αυτή η επιτυχία της τηλεόρασης;
Κοίταξε, κάνοντας τηλεόραση προσπάθησα να αποσυνδέσω την εικόνα της τηλεόρασης από αυτό που είμαι. Από την πρώτη στιγμή. Ξεκίνησα από το θέατρο, αλλά η αναγνωρισιμότητα έρχεται απ’ την τηλεόραση, ούτως ή άλλως. Η ευρύτερη αναγνωρισιμότητα. Οι «Μεν και οι δεν» ήταν η πρώτη και η τελευταία sitcom που έπαιξα, δεν έχω κάνει άλλους κωμικούς ρόλους, αλλά ο κωμικός είναι περσόνα. Πιστεύω ότι είναι το πιο δύσκολο είδος η κωμωδία, πραγματικά το πιο δύσκολο, το πιο απαιτητικό για τον ηθοποιό, αλλά και το πιο επικοινωνιακό. Σε αγαπάει ο κόσμος μέσα από την κωμωδία. Η κωμωδία θέλει μια αθωότητα, κι ένα πρωταρχικό πράγμα, αυτούσιο, και αυτό το έχουν οι κωμικοί, εγώ δεν είμαι κωμικός, δεν είμαι περσόνα κωμική. Αυτό που θα παίξω θα το υποδυθώ, αλλά δεν φτάνει αυτό για την κωμωδία, πρέπει να είσαι κωμικός. Θαυμάζω τους κωμικούς, βλεπεις ότι υπάρχουν κωμικοί με ασύλληπτη δυναμική επικοινωνίας.

— Γράφεις κάτι καινούργιο;
Όχι, αλλά αυτό που εκδόθηκε είναι το 60% του βιβλίου μου. Την ονειρική κατάσταση της ηρωίδας που είχα γράψει δεν τη συμπερίλαβα στο βιβλίο. Έχω πολύ υλικό που το αγαπώ. Δεν μπορώ να πω ότι είμαι συγγραφέας, αλλά μου αρέσει πολύ το διάβασμα, και θαυμάζω απεριόριστα όλη την ανατολίτικη φιλοσοφία. Όλα τα όνειρα που έγραψα λοιπόν για την ηρωίδα αυτή, τον φανταστικό κόσμο τον πήρα από τον Μουρακάμι, τον οποίο λατρεύω. Το μυστήριο, την περίεργη μυσταγωγία και έναν εσωτερισμό, ένα κράτημα, την εσωτερική αυστηρότητα που έχουν οι Ιάπωνες. Για μένα είναι σαν να είμαι εγώ...

ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΔΩ

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

To νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Μπερνάρ Πιβό: «Αμήχανοι θεατές»

To πίσω ράφι / Όταν ο Μπερνάρ Πιβό επιτέθηκε στη μέση νοικοκυρά για τα τηλεοπτικά σκουπίδια που καταναλώνει

Το βιβλίο «Αμήχανοι θεατές» του Γάλλου πολιτιστικού δημοσιογράφου που πέθανε πριν από λίγες ημέρες ήταν σαν τις εκπομπές του, ανάλαφρο και ταυτόχρονα διεισδυτικό.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Ν. Μούσχουρη- Φ. Απέργης: «Το όνομά μου είναι Νάνα»

Το πίσω ράφι / Νάνα Μούσχουρη: «Είμαι ικανή ν’ αγαπήσω, αλλά όχι να πέσω στα πόδια του ανθρώπου που αγαπώ»

Η βιογραφία «Το όνομά μου είναι Νάνα», ένα δυσεύρετο πια βιβλίο του 2007, προέκυψε από την απόφασή της Μούσχουρη ν’ αφηγηθεί τη ζωή της στον Φώτη Απέργη.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
«Υπάρχει η βουλιμική, υπάρχει και η ανάγνωση dégustation. Προτιμώ τη δεύτερη»

The Book Lovers / «Υπάρχει η βουλιμική, υπάρχει και η ανάγνωση dégustation. Προτιμώ τη δεύτερη»

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με τον Νίκο Τσούχλο, πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου του Ωδείου Αθηνών και αναπληρωτή καθηγητή στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο, για το αναγνωστικό του εκκρεμές.
THE LIFO TEAM
σταινμπεκ

Σαν Σήμερα / Σαν σήμερα το 1940 «Τα σταφύλια της οργής», το magnum opus του Τζον Στάινμπεκ, τιμάται με το βραβείο Πούλιτζερ

Στο δημοφιλέστερο βιβλίο του, που τιμήθηκε με το βραβείο Πούλιτζερ σαν σήμερα το 1940, ο Στάινμπεκ αποτυπώνει την ψευδαίσθηση του αμερικανικού ονείρου κατά την περίοδο της μεγάλης οικονομικής ύφεσης.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Με το καινούργιο κοστούμι Ραλφ Λόρεν

Βιβλίο / Ο Σαλμάν Ρούσντι έζησε για να ξαναβάλει κοστούμι Ραλφ Λόρεν

Τα πιο κρίσιμα 27 δευτερόλεπτα της ζωής του, η δολοφονική επίθεση που δέχτηκε το 2022 σε ένα κέντρο για συγγραφείς στη Νέα Υόρκη αποτελεί τον πυρήνα του αυτοβιογραφικού βιβλίου του «Μαχαίρι».
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Πολ Όστερ (1947-2024): Ο Mr. Vertigo των ονειρικών μας κόσμων

Απώλειες / Πολ Όστερ (1947-2024): Ο Mr. Vertigo των ονειρικών μας κόσμων

Η ζωή και το έργο του σπουδαίου Αμερικανού συγγραφέα που στις σελίδες του κατάφερε να συνδυάσει τη μαγεία των Γνωστικών με την περιπέτεια της περιπλάνησης και τη νουάρ ατμόσφαιρα με τα πιο ανήκουστα αυτοβιογραφικά περιστατικά.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Πέτρος Μάρκαρης: «Η Αθήνα της μιας διαδρομής»

Το πίσω ράφι / «Η Αθήνα της μιας διαδρομής»: Η περιήγηση του Πέτρου Μάρκαρη στις γειτονιές από τις οποίες περνά ο Ηλεκτρικός

Η διαδρομή Πειραιάς - Κηφισιά δεν είναι απλώς ο συντομότερος δρόμος για ν’ ανακαλύψει κανείς την Αθήνα, αλλά κι ο προσφορότερος για να διεισδύσει στην κοινωνική της διαστρωμάτωση.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Μαρία Κομνηνού: «Ο Κάφκα και ο Μελβίλ με συνδέουν με τη μητέρα μου»

The Book Lovers / Μαρία Κομνηνού: «Ο Κάφκα και ο Μελβίλ με συνδέουν με τη μητέρα μου»

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητά με την πρόεδρο του ΔΣ της Ταινιοθήκης της Ελλάδας και ομότιμη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Αθηνών για τις «διαδρομές» που κάνει από τα βιβλία στο σινεμά και από το σινεμά στα βιβλία.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Ο Καβάφης στην Αθήνα

Σαν Σήμερα / Η ιδιαίτερη, «περίπλοκη και κάπως αμφιλεγόμενη» σχέση του Καβάφη με την Αθήνα

Σαν σήμερα το 1933 πεθαίνει ο Καβάφης στην Αλεξάνδρεια: Η έντονη και πολυκύμαντη σχέση του με την Αθήνα αναδεικνύεται στην έκθεση του νεοαφιχθέντος Αρχείου Καβάφη στη Φρυνίχου.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ