Ο Γιαννούλης Χαλεπάς γεννήθηκε στον Πύργο της Τήνου το 1851 και διαμορφώθηκε μέσα σε μια οικογένεια φημισμένων Τηνίων μαρμαρογλυπτών. Ο πατέρας και ο θείος του διατηρούσαν εργαστήρι μαρμαρογλυπτικής με υποκαταστήματα στη Σμύρνη, στο Βουκουρέστι και στον Πειραιά. Ο πατέρας του τον ξεχώριζε ως πρωτότοκο από τα πέντε αδέλφια του και τον προόριζε ως συνεχιστή της επιχείρησης.
Μεγαλώνοντας, θα αγαπήσει το μάρμαρο, όχι σαν το μέσο που θα του αποφέρει χρήματα, αλλά σαν το υλικό που πάνω του θα λαξέψει τις ζωηρές εικόνες του μυαλού του. Η ρήξη με τον πατέρα του ήρθε, αλλά ο Γιαννούλης κατάφερε να πετύχει το στόχο του. Να πάει στο Σχολείον των Τεχνών (την μετέπειτα Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών) με δάσκαλο τον Λεωνίδα Δρόση και από το 1872, με υποτροφία του Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου, να συνεχίσει στην Ακαδημία του Μονάχου. Ο ταλαντούχος νέος εμπνέεται από την ελληνική μυθολογία και την αρχαιότητα και εκθέτει σπουδαία έργα όπως το «παραμύθι της Πεντάμορφης» και ο «Σάτυρος που παίζει με τον Έρωτα».
Οι διακρίσεις του ήταν συνεχείς, ωστόσο η διακοπή της υποτροφίας του τον ανάγκασε να επιστρέψει το 1876 στην Αθήνα ανοίγοντας το δικό του εργαστήριο. Σε πολύ λίγες μέρες είχε ήδη δεχθεί παραγγελίες για έργα, ένα από τα οποία ήταν η Κοιμωμένη για τον τάφο της Σοφίας Αφεντάκη στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών. Εκείνη η εποχή ήταν κομβική για τον Γιαννούλη Χαλεπά, ο οποίος είχε γνωρίσει μια συγχωριανή του στην Τήνο, τη Μαριγώ Χριστοδούλου και τη ζήτησε σε γάμο από τους γονείς της. Αυτοί αρνήθηκαν και ο σπουδαίος γλύπτης άρχισε να κλονίζεται ψυχικά. Αρκετοί σήμερα πιστεύουν ότι αυτός ο ανεκπλήρωτος έρωτας ήταν η αρχή της κατάρρευσης του.
Το 1878 και ενώ έχει γνωρίσει τον φθόνο των Αθηναίων με την Κοιμωμένη, ο Γιαννούλης Χαλεπάς αρχίζει να δείχνει σημάδια ψυχικής ασθένειας καταστρέφοντας τα γλυπτά που δημιουργούσε.
Το 1878 και ενώ έχει γνωρίσει τον φθόνο των Αθηναίων με την Κοιμωμένη, ο Γιαννούλης Χαλεπάς αρχίζει να δείχνει σημάδια ψυχικής ασθένειας καταστρέφοντας τα γλυπτά που δημιουργούσε. Για ένα διάστημα και με την προτροπή της οικογένειάς του, θα βρεθεί στην Ιταλία. Η κατάστασή του όμως δεν θα βελτιωθεί και θα επιστρέψει στην Τήνο 10 χρόνια μετά. Το 1888 και μετά από αρκετές κρίσεις και απόπειρες αυτοκτονίας ο γλύπτης θα εγκλεισθεί στο Δημόσιο Ψυχιατρείο Κέρκυρας. Η διάγνωση ήταν άνοια.
Το 1901 πεθαίνει ο πατέρας του και η μητέρα του λίγο αργότερα τον έβγαλε από το ψυχιατρείο και ανέλαβε την κηδεμονία του. Θεωρώντας ότι όλα τα δεινά προήλθαν από την ενασχόλησή του με την τέχνη, έκρυβε τα υλικά ή κατέστρεφε κάθε νέα προσπάθεια που ξεκινούσε ο γιος της. Για τους συγχωριανούς ο Γιαννούλης Χαλεπάς θα γίνει ο «τρελός του χωριού». Καθημερινότητά του πλέον ήταν η βοσκή των ζώων και οι δουλειές στους αγρούς. Ο Γιαννούλης Χαλεπάς γίνεται μια απόκοσμη μορφή, ένας άνθρωπος σκιά του εαυτού του, εντελώς αποκομμένος από αυτό που αγαπούσε. Την γλυπτική.
Με το θάνατο της μητέρας του το 1916, ο γλύπτης αφοσιώνεται και πάλι στην τέχνη, αλλά τίποτα δεν θυμίζει τα πρώτα του έργα. Το ύφος του εκείνη την εποχή, όπως αναφέρει η Εθνική Πινακοθήκη, εμφανίζεται ελεύθερο, αυθόρμητο και πηγαίο και επικεντρώνεται στην ουσία των συνθέσεων και όχι στη λεπτομερή επεξεργασία της επιφάνειας, την εκλέπτυνση ή την ωραιοποίηση. Έχοντας αφήσει πίσω τα διδάγματα της Ακαδημίας, μοιάζει σα να δοκιμάζει τις δυνάμεις του, αντλώντας από την περίοδο που ο ίδιος είχε δηλώσει ότι προτιμούσε: την «πριν Φειδίου». Οι μορφές του γίνονται στιβαρές, επιβλητικές, μερικές φορές σχεδόν ιερατικές, εσωστρεφείς και αποτραβηγμένες σε ένα δικό τους κόσμο, και οι συνθέσεις αποτελούνται από όγκους συμπαγείς, χωρίς κενά, κατεργασμένους τόσο, ώστε να τονίζουν τα ουσιαστικά στοιχεία της φόρμας.
Το 1930, η ανιψιά του Ειρήνη Χαλεπά τον προτρέπει να εγκατασταθεί στο σπίτι της και ο ιδιοφυής γλύπτης θα βρεθεί στην Αθήνα όπου θα εργαστεί εντατικά. Αγαπημένα θέματα που επαναλαμβάνει είναι η «Μήδεια», ο «Σάτυρος και ο Έρως», το «Παραμύθι της Πεντάμορφης». Τα επόμενα 8 χρόνια έζησε τη δόξα και αναγνωρίστηκε ως ένας ιδιοφυής καλλιτέχνης. Μια ημιπληγία θα νεκρώσει το δεξί του χέρι και λίγο καιρό αργότερα, στις 15 Σεπτεμβρίου του 1938, ο Γιαννούλης Χαλεπάς θα αφήσει την τελευταία του πνοή.
Δείτε μερικά από τα σπουδαιότερα έργα του Γιαννούλη Χαλεπά
ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΑΥΤΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΙΣ 14.8.2017