Το «Παλῶδες» λογικά είναι δωρικός τύπος της λέξης «πηλῶδες», που σημαίνει «λασπώδες». Δεν υπάρχει στο LSJ, στο οποίο όμως βρίσκει κανείς ότι «παλός» είναι ο δωρικός τύπος της λέξης «πηλός». Προφανώς το α είναι μακρό. Βρίσκω στο Διαδίκτυο ότι το Βουθρωτό λεγόταν και «πηλώδης λιμήν», δηλαδή «λιμάνι με λασπώδη, θολά νερά». Να 'ταν το Βουθρωτό δωρική αποικία;
Σχολιάζει ο/η
Scroll to top icon