Οι μόνοι που φοβούνται την Δευτέρα Παρουσία είναι αυτοί που δεν κατάλαβαν την Πρώτη.Οι μόνοι που φοβούνται το μέλλον της Ελλάδας είναι αυτοί που δεν έχουν γνωρίσει ή έχουν ξεχάσει το παρελθόν της.Είναι πολύ πιο εύκολο να αρχίσεις από τα λίγα παρά να τελειώσεις άδοξα από τα πολλά στο τίποτα.Τον πρώτο και κατάμαυρο χειμώνα της Κατοχής, το '41, κανείς δεν σχεδίαζε και προγραμμάτιζε για το μέλλον μια και δεν υπήρχε παρά η πείνα του παρόντος. Μια πείνα που επιβλήθηκε από ένα κατακτητή.Σήμερα δεν χτυπάνε στα αυτιά μας οι Γερμανικές μπότες στο πλακόστρωτο, αλλά η δική μας ζαλάδα. Όταν ξενυχτά κάποιος όλο το βράδυ διασκεδάζοντας και πίνοντας το επόμενο πρωί έρχεται σβούρα το κεφάλι, βλέπει κομήτες του Χάλεϋ. Δεν είναι πρωτάρης στο μεθύσι κι όμως το ξανακάνει.Το ίδιο και με τον ναρκομανή. Στην ζωή κάνουμε βλακείες και μετά μας πιάνει απελπισία...προσωρινή.Τίποτα δεν διαρκεί για πάντα. Το να αγοράζεις την τελευταία μόδα επειδή κάποιος στο διαφημίζει μπορεί είναι μια απλή ματαιοδοξία, αλλά το να σου πουλάνε ολόκληρο νέο τρόπο ζωής και εσύ να αγοράζεις επί πιστώσει γιατί είναι μόδα στην Ευρώπη αυτό είναι βλακεία και πρέπει το πάθημα να το θυμάσαι για πάντα.Ποτέ δεν θα γίνουμε Γερμανοί στην ίδια μας την χώρα, όσο μερικοί να το έχουν βάλει στόχο ζωής. Δεν μας σηκώνει το κλίμα, θα μας πνίγει η ατμόσφαιρα, ο ήλιος και η θάλασσα.Είναι πιο εύκολο οι Γερμανοί να γίνουν Έλληνες, ελπίζω η φύση να βοηθήσει εδώ, παρά το αντίθετο.Να είσαι Έλληνας σημαίνει να συνέρχεσαι γρήγορα από οτιδήποτε σου έρχεται κατακέφαλα. Να βάζεις το κεφάλι κάτω και να κάνεις το δικό σου, άνετος, ελεύθερος στην ψυχή, να πολεμάς, ας είσαι αλυσοδεμένος, όσο ξύλο και να πέφτει. Όσο ζεις ελπίζεις.Ζορμπάς και Θεμιστοκλής μαζί.Όπως έλεγε κάποτε όταν τον φέρναμε στο αμήν ένας καθηγητής Ιστορίας με θυμό, άγχος αλλά και ένα μικρό χαμόγελο: Έχει γαϊδουράκια του πατέρα τους η Γερμανία σαν κι εσάς;Όχι, στις πεδιάδες και στα λιβάδια τους βλέπεις μόνο αγελάδες να ακολουθούν στην γραμμή το μούγκρισμα της μπροστινής αγελάδας πηγαίνοντας υπάκουες για το βραδινό τους άρμεγμα. Λέτε να γίναμε αγελάδες των Γερμανών;