Βΐα, η :δύναμις, αλκή σωματική ή πνευματική 2. επί φυσικών δυνάμεων: ορμή 3 χρήσις δυνάμεως προς εξαναγκασμόν. ανωτέρα βία, αντίξοοι περιστάσεις ισχυρότεραι της ανθρ. θελήσεως 4. αυθαιρεσία 5. σπουδή, βίαΔημητρίου Δημητράκου, Νέον Λεξικόν 1957
Σχολιάζει ο/η
Scroll to top icon