
[Πάμε για ένα ιαμβικό 15σύλλαβο, μάν'μ!]Έμπλεξε μια κοκώνα κει στα δίχτυα ενός πάθουςκι αναρωτιότανε στα κρυφά χτυπώντας της τις γνάθους. "Μην ο Γιαγκούλας θα'θελε στα τέσσερα να πέσωκαι σαν φοράδα το ταχύ το φάρδος του ν'αντέξω;Ή μην στο αποτελείωμα να βγεί χωρίς να σκούζεικαι της πηγής το νέκταρ του να έρθει να με λούσει;Ή μήπως το γλυκύτερο του πάτου μου το βάθοςν'εξερευνήσει μια νυχτιά με πόθο και με πάθος;"Δεν ήτανε στα τέσσερα, δεν ήταν ο πάτος, μήτε κι ο καταπιώνας της δεχόταν το νέκταρ του με πόθο και με πάθος.Το σκέφτηκε, το δούλεψε και την παρέα ρωτάει: "Μήπως σαν παραδώσω αυτά προβαίνω σ'ένα λάθος;Γιατί καλή και άσπιλη με πήρε απ'τον πατέρα, πώς θα με σέβεται μετά, έτσι με δίχως βέρα;"Εκείνος την εφοβέριζε, "Γλαΐτσα, θα σε τζάσω! Βαρέθηκα να κάθεσαι ακίνητη σαν γλάστρα,σε θέλω άτι ατίθασο, να βλέπουμε τα άστρα!" Ένα πουλάκι ανέκραξε μ'ανθρώπινη λαλίτσα, "μην πολυκωλοτρίβεσαι και ζήσε το το πάθος, στα θέματα του γ@μησιού, υφίσταται No Lathos". Θα δείξει τώρα με καιρό, με χρόνους και με χιόνια,αν πρόκειται η σχέση τους να διαρκέσει αιώνια,ή μες της άνιας τη βουή θα χάσει όποια γαλόνια.