Βρισκόμαστε στο μακρινό 1973. Ο θρύλος του τένις, Νικόλας Καλογερόπουλος, φτάνει στον τελικό του τουρνουά του Ντε Μόινς. Μπορεί να χάνει από τον διάσημο Αμερικανό Clark Graebner, γίνεται, όμως, ο πρώτος Έλληνας τενίστας που συμμετέχει στα τελικά του ATP Tour.
Έπρεπε να περάσουν συνολικά 45 χρόνια, για να καταφέρει ο Στέφανος Τσιτσιπάς, αυτή τη φορά, να αγγίξει το ρεκόρ του κ. Καλογερόπουλου, και να κάνει ξανά γνωστή την Ελλάδα για το τένις της, τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό της χώρας.
Η δουλειά, όμως, γίνεται χρόνια πριν πέσουν τα φώτα της δημοσιότητας πάνω του. Στα παρυφές του Υμηττού, ο οποίος έχει σκεπαστεί από τα σύννεφα, συναντώ τον Ανδρέα Φραγκούλη και τον Γρηγόρη Αναγνωστόπουλο, προπονητές για χρόνια και συνάμα υπεύθυνοι της ακαδημίας του Ομίλου Αντισφαίρισης της Ηλιούπολης, ενός από τους μεγαλύτερους και ιστορικότερους στην Ελλάδα, με περισσότερα από 300 μέλη - αθλητές.
Το τένις πάει στον Έλληνα γιατί είναι ατομικό άθλημα. Δεν φημιζόμαστε σαν λαός πολύ για την ομαδικότητά μας.
Οι δύο τους ξεκινούν να ασχολούνται με το τένις στις αρχές του 1990, τότε που το άθλημα στην Ελλάδα βρισκόταν ακόμη σε εμβρυακό στάδιο. «Όταν ξεκινήσαμε δεν υπήρχε τίποτα στη χώρα, μόνο δυο τρεις όμιλοι σε όλη την Αττική, στο κέντρο της Αθήνας, στην Κηφισιά και τη Φιλοθέη. Δεν μπορούσες να βρεις γήπεδα να παίξεις. Δεν μιλάω για το '70 που ήμασταν εμείς παιδιά. Τότε έπαιζε πάρα πολύ λίγος κόσμος στην Ελλάδα» εξηγεί ο Ανδρέας Φραγκούλης.
Όπως παραδέχονται οι δυο τους, πράγματι το τένις ήταν ελιτίστικο εκείνες τις εποχές, καθώς αγωνίζονταν μόνο εκείνοι που ζούσαν στις ακριβές περιοχές της πόλης. Η συγκεκριμένη «ρετσινιά» πλανάται για αρκετά χρόνια πάνω από το άθλημα στην Ελλάδα, ακόμη και σήμερα, που, σύμφωνα με τους ίδιους, έχει γίνει μαζικό.
«Υπάρχουν πια αξιόλογοι παίκτες οι οποίοι παίζουν σε πανελλήνια πρωταθλήματα και παίζουν στο Κερατσίνι και το Πέραμα που κάποτε θεωρούνταν φτωχογειτονιές» σημειώνει ο προπονητής.
«Αν κάτσεις και κάνεις μια έρευνα για τα δημογραφικά και τα οικονομικά της κάθε οικογένειας που στέλνει τα παιδιά της σε μας, θα καταλάβαινες πως κάτι τέτοιο σήμερα δεν ισχύει. Το τένις είναι ένα φθηνό άθλημα. Ένα παιδί το οποίο προπονείται 3 με 4 φορές την εβδομάδα, θα πληρώσει από 50 έως 80 ευρώ τον μήνα. Είναι τα ίδια περίπου χρήματα, μ' αυτά που θα έδινε για να παίξει σε μια ομάδα μπάσκετ ή ποδοσφαίρου» συμπληρώνει ο έφορος του συλλόγου, Στάθης Λιβανός.
Οι τελευταίες επιτυχίες του Στέφανου Τσιτσιπά και της Μαρίας Σάκκαρη έχουν προκαλέσει, σύμφωνα, με τον κ. Λίβανο μια έκρηξη εγγραφής νέων αθλητών στην ομάδα. «Φέτος μπήκαν στον σύλλογο πάνω από 40 παιδιά. Είναι πρωτόγνωρο νούμερο, δεν το έχουμε δει ξανά ποτέ» εξηγεί ο ίδιος και προσθέτει. «Θα γίνει αυτό που συμβαίνει νομοτελειακά στην Ελλάδα με τις διεθνείς επιτυχίες. Όταν η Ελλάδα πήρε το '88 το ευρωπαϊκό με τον Γκάλη, τον Γιαννάκη, όλοι βγήκαμε να παίξουμε μπάσκετ. Το ίδιο θα γίνει και τώρα».
Τα πιο πολλά παιδιά ξεκινούν για να διασκεδάσουν, όμως, υπάρχουν και εκείνα που μπαίνουν μ' έναν σκοπό: να γίνουν πρωταθλητές. Συνήθως αυτά κατάγονται από οικογένειες οι οποίες ασχολούνται χρόνια με το τένις. Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα και του Τσιτσιπά, η μητέρα του οποίου, Γιούλια Σαλνικόβα, ήταν πρωταθλήτρια στο άθλημα και της Μαρίας Σάκκαρη, μέλους της οικογένειας Καλογεροπούλου.
«Δεν είναι εύκολο να ασχοληθεί κανείς με το επαγγελματικό τένις» παραδέχονται απευθείας και οι δύο προπονητές. «Αν θέλει να κάνει αγωνιστικό, πέραν των κοστών της προπόνησης, πρέπει η οικογένειά του να μπορεί να καλύψει εξ ολοκλήρου τα έξοδα για τα ταξίδια σε όλη την Ελλάδα και τους αγώνες» σημειώνει ο κ. Λιβανός.
Αν, μάλιστα, επιθυμεί να αγωνιστεί σε τουρνουά του εξωτερικού, με όνειρο την διεθνή καριέρα, εκεί τα πράγματα γίνονται πάρα πολύ δύσκολα. «Χρειάζεται γενναία χρηματοδότηση από την οικογένεια. Τα έξοδα είναι πολλά. Δικό σου προπονητικό τιμ, γυμναστή, ταξίδια, διαμονές σε ξενοδοχεία σε όλη την Ευρώπη. Αν το κάνεις σωστά θες ένα μπάτζετ από 40 έως 80 χιλιάδες ευρώ το χρόνο για μια σειρά ετών. Κι αν τα καταφέρεις, γιατί κανείς δεν σου το διασφαλίζει» λέει ο Ανδρέας Φραγκούλης.
Οι δυο τους έχουν κατά καιρούς δει παιδιά που είχαν ταλέντο αλλά επειδή δεν μπορούσαν να διαθέσουν αυτά τα ποσά, αρκέστηκαν να αγωνίζονται εδώ στην Ελλάδα σε ερασιτεχνικό επίπεδο.
Ο Αριστοτέλης Θάνος, αθλητής του Ομίλου Αντισφαίρισης Ηλιούπολης και πρώτος στην Ελλάδα τα τελευταία 2 χρόνια, έχει μεγάλα όνειρα. Θέλει να βγει στο εξωτερικό και να κάνει διεθνή καριέρα. «Στην Ελλάδα, δυστυχώς, δεν μπορείς να τα βγάλεις πέρα παίζοντας μόνο τένις. Ο κύριος στόχος μου είναι ένας: να ζήσω απ' αυτό το άθλημα» παραδέχεται ο ίδιος.
Όταν η κουβέντα έρχεται στον Στέφανο Τσιτσιπά και στις επιτυχίες του, σκύβει το κεφάλι. «Με εμπνέει πάρα πολύ. Σκέφτομαι, αφού το έκανε εκείνος γιατί να μην το κάνω και εγώ».
Το πρόγραμμα για τον ίδιο τα τελευταία χρόνια που παίζει επαγγελματικά και γυρνά όλα τα τουρνουά της χώρας είναι ιδιαίτερα βαρύ. Σχολείο το πρωί, εξαιτίας των εντατικών προπονήσεων, δεν προλαβαίνει να πάει και αναγκάζεται, μαζί με αρκετούς ακόμη αθλητές, να φοιτά σε νυχτερινό. Έχει αποφασίσει, μάλιστα, να μην δώσει πανελλήνιες για να αφοσιωθεί στον στόχο του.
Το ζήτημα της διαχείρισης των σχολικών υποχρεώσεων των αθλητών είναι καίριο στην Ελλάδα. Ενώ στην Ευρώπη, αρκετά από τα παιδιά που θέλουν να παίξουν αγωνιστικό, κάνουν μαθήματα μέσω του υπολογιστή εξ αποστάσεως, στη χώρα μας, σύμφωνα με τους προπονητές, πολλά από εκείνα τα παρατάνε στα 18 τους και ξεκινούν μόνο τελειώνοντας τη σχολή τους, όταν το «τρένο, όμως, έχει φύγει».
Με το επαγγελματικό τους μέλλον να είναι μετέωρο, συνήθως οι Έλληνες αθλητές προπονούνται εντατικά μέχρι τα 16 τους, με απώτερο σκοπό τη διάκριση στα πανελλήνια πρωταθλήματα, η οποία θα τους φέρει μόρια αργότερα για τις πανελλήνιες, τα τελευταία χρόνια, όμως, και υποτροφίες για κολέγια των ΗΠΑ.
Μια από αυτές η Έλλη Λογοθέτη, η οποία μπορεί είναι μόλις 16 χρονών, αλλά έχει προλάβει να κατακτήσει ήδη δύο πανελλήνια πρωταθλήματα και να αγωνιστεί σε τουρνουά στη Γαλλία, την Βαρκελώνη και τα Βαλκάνια. «Εκεί τα παιδιά είναι προσηλωμένα στο στόχο τους, δεν έχουν σχολεία. Εδώ υπάρχει το άγχος τού τι θα κάνεις μετά, αν δεν πετύχεις στο τένις. Εγώ θέλω να σπουδάσω ή να κυνηγήσω υποτροφία σε αμερικανικό πανεπιστήμιο για να έχω ένα εξασφαλισμένο μέλλον» παραδέχεται.
Για τα πιο πολλά από τα παιδιά, η «περίοδος της ανωριμότητας» κρατά πολύ λίγο, καθώς ήδη από τα 10 τους χρόνια ξεκινούν τις καθημερινές προπονήσεις και τους πρώτους αγώνες. Ένας από αυτούς και ο Γιώργος Δούσκος, που, όντας ακόμη 13 ετών, έχει βγει δυο φορές δεύτερος στο πανελλήνιο πρωτάθλημα.
Αυτό που τον διεγείρει είναι η εκρηκτικότητα και η μαχητικότητα του αθλήματος. Δεν είναι, όμως, μόνο αυτό. «Το τένις, αγωνιστικό ή μη, είναι πολύ διασκεδαστικό. Μπορείς να το παίζεις μέχρι τα βαθιά γεράματα. Γυμνάζεις όλο σου το σώμα και το μυαλό. Εδώ έχουμε δύο 80αρηδες οι οποίοι έρχονται κάθε μέρα και παίζουν τα πρωινά» καταλήγει ο κ. Λιβανός.
«Εξάλλου το τένις πάει στον Έλληνα γιατί είναι ατομικό άθλημα» συμπληρώνει γελώντας ο Γρηγόρης Αναγνωστόπουλος. «Δεν φημιζόμαστε και σαν λαός πολύ για την ομαδικότητά μας».