Βιβλίο με τίτλο "Γεννήθηκα 17 Νοέμβρη", κυκλοφορεί ο Δημήτρης Κουφοντίνας, αποκαλύπτοντας με λεπτομέρειες τη δράση της οργάνωσης τόσο σε οργανωτικό όσο και επιχειρησιακό επίπεδο.
Ο ίδιος γράφει ότι, "δίχως να απαρνηθεί την προσωπική του ιστορία", κάνει έναν πρώτο απολογισμό της πορείας του, μετά από "σαράντα χρόνια στο κίνημα (τέσσερα στο μαζικό, τέσσερα στο πολύμορφο, είκοσι στη 17 Ν, δώδεκα πολιτικός κρατούμενος)" και, μαζί, "μια συμβολή στην ιστορία του μεταπολιτευτικού κινήματος της ένοπλης κριτικής".
Πάντως η έκδοση του βιβλίου έχει προκαλέσει πλήθος αντιδράσεων, ακόμη και για το εξώφυλλο του στο οποίο απεικονίζονται αντάρτες του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ.
Ο Πέτρος Τατσόπουλος έγραψε χαρακτηριστικά στο Facebook: «Ενας δολοφόνος, που πυροβολούσε τα ανύποπτα θύματά του πισώπλατα, κυκλοφορεί την "αυτοβιογραφία" του με φωτογραφία στο εξώφυλλο... αντάρτες του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Ντροπή για τις εκδόσεις Λιβάνη. ΝΤΡΟΠΗ. Αυτή δεν είναι καπηλεία. Είναι ΑΝΑΓΟΥΛΑ».
O εκδοτικός οίκος πάντως, έχει φροντίσει, με ένα σημείωμα, να πάρει αποστάσεις από όσα γράφει ο Κουφοντίνας στο βιβλίο.
Γράφουν οι εκδόσεις Λιβάνη: «Ο Εκδοτικός Οίκος Λιβάνη έχει αποδείξει την πίστη του στον πλουραλισμό των ιδεολογικών, πολιτικών, κοινωνικών και πολιτιστικών ρευμάτων. Οι εκδόσεις μας κατά τη διάρκεια της πενηντάχρονης περίπου διαδρομής τους έχουν δείξει ότι δεν έχουν εμμονές σε μονομερείς αφηγήσεις για κρίσιμα θέματα της ιστορικής εξέλιξης στην Ελλάδα και δεν διακατέχονται από προκαταλήψεις. Πιστεύουμε ότι πρέπει να φωτιστούν όλες οι πτυχές της ελληνικής ιστορίας σε κρίσιμες και αμφισβητούμενες ιστορικές περιόδους. Με πίστη σε αυτή την αρχή της διερεύνησης κρίσιμων φάσεων της ιστορικής και πολιτικής εξέλιξης και με μοναδικό κριτήριο να χυθεί άπλετο φως, προχωρήσαμε στην έκδοση του βιβλίου αυτού. Είναι αυτονόητο ότι ο Εκδοτικός Οίκος, βασιζόμενος στις παραπάνω αρχές, έχει εκδώσει και άλλα βιβλία σχετικά με την ύπαρξη και τη δράση της 17Ν, που αποδεικνύουν κάθε φορά ότι η έκδοση ενός βιβλίου δεν σημαίνει ότι ο Εκδοτικός Οίκος συμμερίζεται ή ταυτίζεται με τις απόψεις των συγγραφέων. Οι απόψεις που αναλύονται από το συγγραφέα στο βιβλίο αυτό είναι αντίστοιχες με τα κείμενα των προκηρύξεων της 17Ν, όπως αυτά έχουν δημοσιοποιηθεί από τα ΜΜΕ (εφημερίδες - ραδιόφωνα - τηλεόραση - internet) και επίσης έχουν αναδειχθεί μέσα από τη διαδικασία της πολύκροτης δίκης και έχουν καταχωριστεί στα πρακτικά της δίκης.»
Απόσπασμα από το βιβλίο:
"Εκείνο το βράδυ στα Σεπόλια έγιναν πολλές αναποδιές. Ήμασταν τέσσερις, είχαμε επισημάνει μια καμιονέτα. Στην οδό Αυλώνος, όπως κατεβαίναμε από τη Ρόδου.
Τα δύο περιπολικά είχαν κατεβεί από την οδό Ρόδου. Το πρώτο προσπέρασε τη γωνία με την Αυλώνος, ύστερα έκανε όπισθεν. Πετάχτηκε ένας, ο καουμπόης. Με προτεταμένο το περίστροφο και την αλαζονεία της εξουσίας διέταξε "Ψηλά τα χέρια". Λάθος πόρτα χτύπησε. Βουτήξαμε πίσω από τα παρκαρισμένα αυτοκίνητα. Ανταλλάξαμε πυροβολισμούς. Ο καουμπόης καλύφθηκε. Νομίζω τον πήρε μια σφαίρα. Αργότερα, μετά τους πυροβολισμούς του εναντίον μου. Καλύφθηκαν και οι άλλοι από τα δύο περιπολικά που κατέβηκαν τη Ρόδου. Ρίχναμε αραιά πυρά – δεν είχαμε πολλές σφαίρες. Μία μία, να τους κρατάμε καθηλωμένους όσο αποχωρούσαμε.
Υποχωρούσαμε στην Αυλώνος. Πήρα μια χειροβομβίδα από ένα σύντροφο. Την πέταξα πίσω από τους οχυρωμένους αστυνομικούς. Πάνω που είχαν ξεθαρρέψει και έβγαιναν από το καβούκι τους. Λούφαξαν ξανά. Ο ένας από αυτούς είχε βγει στη μέση του δρόμου με το αυτόματο, έτοιμος να ρίξει. Θα μας χτυπούσε, θα χτυπούσε και το συγκεντρωμένο κόσμο πίσω μας. Έριξα τη χειροβομβίδα εκεί, για να λουφάξει. Ανάμεσά τους. Εκεί δεν υπήρχε κόσμος, δεν κινδύνευε κανένας, μόνο οι αστυνομικοί τραυματίστηκαν, τρόμαξαν, κρύφτηκαν. Υποχωρήσαμε στην Αυλώνος, προς Αθήνα. Πολλά αυτοκίνητα είχαν σταματήσει, έκλειναν το δρόμο. Μπροστά ήταν ένα παλιό ταξί. Βγάλαμε τον πελάτη του. Βγάλαμε τον ταξιτζή. "Μια στιγμή να πάρω τις εισπράξεις", "Καλά, πάρ’ τες".
Οι αστυνομικοί από τη μεριά της Ρόδου πήγαν να ξεμυτίσουν. Τους φώναξα "Ρίχνω κι άλλη χειροβομβίδα". Ξαναλούφαξαν. Πρώτος αυτός με το αυτόματο.
Ένα –τρίτο ή τέταρτο;– περιπολικό ήρθε στην Αυλώνος από τη μεριά της Αθήνας. Μπλοκαρίστηκε από τα σταματημένα αυτοκίνητα. Κατέβηκαν, μας έριχναν από πίσω, από δυο τρία μέτρα απόσταση. Ανταποδώσαμε τα πυρά. Ξεκίνησα αργά, έστριψα αριστερά, στη Χρηστομάνου, ξανά αριστερά στη Δυρραχίου, ξανά αριστερά, πήρα την Αγίου Μελετίου. Ακούσαμε σειρήνα πίσω μας. Είπα να πετάξουν χειροβομβίδες. Δεν μας κυνηγούσαν, μετέφεραν τους τραυματίες τους. Όταν άκουσαν τις εκρήξεις, εξαφανίστηκαν με ιλιγγιώδη ταχύτητα."