Βλέποντας τις προάλλες τον εκπληκτικό Θουκυδίδη της Κοκκίνου στο Θέατρο Σφενδόνη, ξανάκουσα τα γνωστά λόγια του Περικλή που ορίζουν την Αθηναϊκή Δημοκρατία. Και με έπιασε κατάθλιψη. Γιατί δεν ισχύει πια η λέξη.
Λέει ο Περικλής πάνω από τους νεκρούς του αθηναϊκού λοιμού:
«Έχουμε πολίτευμα που δεν χρειάζεται να αντιγράφει τους θεσμούς των άλλων∙ μάλλον οι ίδιοι αποτελούμε υπόδειγμα για άλλους παρά μιμούμαστε άλλους. Και ονομάζεται το πολίτευμα αυτό, επειδή δεν αποβλέπει στο συμφέρον των λίγων αλλά των πολλών, δημοκρατία. Σχετικά με τις ιδιωτικές διαφορές, οι νόμοι τις αντιμετωπίζουν όλες με βάση την ισότητα, σχετικά πάλι με την προσωπική ανάδειξη στα δημόσια αξιώματα, καθένας προτιμάται ανάλογα με την εκτίμηση που έχει με βάση όχι την κοινωνική τάξη, αλλά την αξία του∙ ούτε πάλι η φτώχεια με την ασημότητα που τη συνοδεύει έχει αποτελέσει εμπόδιο για κάποιον ο οποίος μπορεί να πράξει κάτι καλό για την πόλη. Ως ελεύθεροι άνθρωποι συμπεριφερόμαστε στη δημόσια ζωή και στις μεταξύ μας καθημερινές σχέσεις χωρίς καχυποψία, χωρίς να οργιζόμαστε με τον γείτονα, εάν κάνει κάτι επειδή έτσι του αρέσει, ούτε του κατεβάζουμε τα μούτρα, πράγμα που, αν δεν τον βλάπτει, πάντως τον στενοχωρεί. Και ενώ στην ιδιωτική μας ζωή συμπεριφερόμαστε χωρίς να ενοχλούμε ο ένας τον άλλο, στη δημόσια δεν παραβαίνουμε τον νόμο, από σεβασμό προπάντων, πειθαρχώντας και στους άρχοντες που έχουμε κάθε φορά και στους νόμους, και μάλιστα σε αυτούς που έχουν θεσπιστεί για την προστασία των αδικουμένων, όπως επίσης σε εκείνους που, αν και άγραφοι, φέρνουν κατά κοινή ομολογία ντροπή σε όποιον τους παραβαίνει».
Θουκυδίδη Ιστορία, Εκδόσεις Πόλις
Τίποτα δεν ισχύει: Δεν αποτελούμε, βέβαια, υπόδειγμα για κανέναν. Το σύστημα δεν αποβλέπει στο συμφέρον των πολλών, αλλά των λίγων. Οι νόμοι δεν αντιμετωπίζουν τις διαφορές με βάση την ισότητα, αλλά την ισχύ και το χρήμα – οι ισχυροί (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων) διαπράττουν ατιμώρητοι το άδικο. Δεν αναδεικνύονται οι άρχοντες βάσει της αξίας τους, αλλά βάσει των συμφερόντων που εκφράζουν και τους «χρηματοδοτούν». Ούτε στόχος τους είναι να πράξουν κάτι καλό για την πόλη, αλλά να μεθύσουν από την εξουσία, να πλουτίσουν και να μείνουν όσο το δυνατόν περισσότερο στη διεφθαρμένη κορυφή, με κάθε ανοίκειο μέσο. Και, βεβαίως, τις σχέσεις μας τις ορίζει η καχυποψία, ο φθόνος, η συκοφαντία και η διαβολή του γείτονα. Και ο αχρείος γείτονας όχι μόνο δεν ντρέπεται όταν κάνει ό,τι ανομία τού καπνίσει, αλλά αποθρασύνεται ακόμη περισσότερο από την ίδια την ασυδοσία του. Στην ιδιωτική μας ζωή είμαστε σε διαρκή διχόνοια με τον περίγυρό μας, η κοινωνική εχθροπάθεια έχει κορυφωθεί και οι άγραφοι νόμοι που άλλοτε όριζαν το φιλότιμο είναι νεκρό γράμμα, αν όχι ανέκδοτο.
Η περίφημη δημοκρατία, την οποία καλούμεθα να εφαρμόσουμε την Κυριακή, είναι ένα γράμμα νεκρό, θαμμένο κάτω από χιλιάδες λόγια και χρήματα. Χρήματα πολλά. Η διαφθορά και η χαμέρπεια είναι διάχυτη, αν όχι καθολική. Γι' αυτό και οι ιδεολογίες δεν διαχωρίζουν την απέραντη πολιτική σούπα που τους έχει κάνει όλους ίδιους, να τρέμουν, ικέτες, γονατιστοί, άλαλοι, μπροστά στο κρατικό θησαυροφυλάκιο, το οποίο ζητούν να «διαχειριστούν». «Για το καλό μας». Τις διαφορές δεν τις ορίζουν οι ιδέες, αλλά ο αμνήμων κυματισμός των συμφερόντων που αλλάζει σαν φτηνή παντιέρα, με τη φορά του ανέμου.
Γι' αυτό και προσωπικώς δεν ακούω όσα λένε. Θα ψηφίσω αυτόν που είναι στοιχειωδώς αξιοπρεπής, στοιχειωδώς ικανός, δεν είπε μεγάλα λόγια, και κυρίως δεν έβαλε το χέρι στο δημόσιο χρήμα. Γιατί αυτή είναι η μεγάλη αρρώστια της ψευτοδημοκρατίας σήμερα: έχει πήξει από κλέφτες. Καλοπερασάκηδες, στίφη λειτουργών και δημοσιογράφων εξαγορασμένων από επίσης κλέφτες επιχειρηματίες, κλέφτες πολιτικούς, κλέφτες παπάδες, κλέφτες φιλάνθρωπους, κλέφτες οριζοντίως και καθέτως.
Τα υπόλοιπα είναι επικοινωνιακές ανοησίες.
σχόλια