Μπράβους των 500 ευρώ αποκαλεί τους αστυνομικούς με αφορμή τη γροθιά σε καθαρίστρια, ο γραμματέας του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, αρχιμανδρίτης Βασίλειος Βαρβέλης, με επιστολή του που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα των Συντακτών. Ο ιερέας σε μια επιστολή-"χείμμαρο" αναφέρεται και στους αστυνομικούς που «σκότωσαν τον Γρηγορόπουλο, που πουλάνε πρέζα και προσφέρουν ασυλία στους Ναζιστές». Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά «δεν τους ευλογώ πια. Δεν μου βγαίνει. Δεν έχω ευχή γι΄ αυτούς».
Στην επιστολή του αναφέρεται και στη μητέρα του που εργαζόταν ως καθαρίστρια.
Ολόκληρη η επιστολή έχει ως εξής:
«Η μάνα μου καθαρίστρια, εγώ παιδί κι ανίψι καθαριστριών. Έλαμπαν τα σπίτια που δούλευε 6 μέρες την εβδομάδα και την έβδομη, την Κυριακή, (στην «αργία» της), να καθαρίσει και το δικό μας το σπίτι κι εμάς, να μαγειρέψει ένα πιάτο ζεστό φαγητά, να πλύνει, ν' απλώσει, να σιδερώσει, να μας αγκαλιάσει και να ξεκουραστεί.
Αυτή η μάνα μου!
Αυτές οι Περιστεριώτισσες οι μανάδες των φίλων μας, που ξεκινούσαν χαράματα νηστικιές, αφήνοντας τα παιδιά στους δρόμους, για να φτάσουν στην Εκάλη, στη Φιλοθέη, στο Ψυχικό, με κρύο, με βροχή, με χιόνι, με ζέστη και να γίνουν «παραδουλεύτρες» όπως τις έλεγαν οι «Κυρίες», για να μας μεγαλώσουν, με το μεροκάματο τους, να μας μορφώσουν, να γίνουμε άνθρωποι. Και οι περισσότεροι γίναμε!
Κι όταν επέστρεφε η μάνα απ τη δουλειά, έχοντας μέσα στην τσάντα της την βρεγμένη της ρόμπα, που φορούσε όταν σφουγγάριζε με τα γόνατα τα πατώματα, μικρός εγώ, πολύ μικρός, την ρώταγα με αγωνία:
– Μαμά, τι μου έφερες;
– Κούραση, παιδί μου, η απάντηση της. Κούραση!
Μεγαλώσαμε με τα ρούχα που έδιναν οι «Κυρίες» στη μάνα μας για ψυχικό. Δικό μας ρούχο δεν είχαμε. Αποφόρια. Μ΄ αυτά ντυνόμασταν.
Μανάδες ηρωίδες!
Σ΄ αυτές τις μανάδες σήκωσε το χέρι του ο Φασισμός. Αυτές τις μανάδες χτύπησαν οι «μπράβοι» των 500 ευρώ.
Αντί να φιλήσουν το χέρι τους, τις έστειλαν στα νοσοκομεία.
Αυτοί που σκότωσαν τον «αδελφό» μας και το «παιδί» μας, τον Γρηγορόπουλο,
αυτοί που προσφέρουν ασυλία στους Ναζιστές, σάρκα από την σάρκα τους, αυτοί που πουλάνε πρέζα στις πιάτσες για να μην ξυπνήσει ποτέ ο λαός, αυτοί που εκδίδουν πόρνες για να μαζεύουν τα ποσοστά,
αυτοί που φέρονται απάνθρωπα στους μετανάστες,
αυτοί που εκβιάζουν καταστηματάρχες,
αυτοί που πάντα υπηρετούν την εκάστοτε εξουσία πιστά, οι ταγματαλήτες στην κατοχή, οι ασφαλίτες στη χούντα, για να λάβουν ως ανταπόδοση το «μέρισμά» τους... τόλμησαν και σήκωσαν το βέβηλο χέρι τους, στις μανάδες μας.
Σ΄ όλα αυτά τα ανθρωπάρια, με τους γυμνασμένους μύες και το ελάχιστο μυαλό, που με την στάση και την συμπεριφορά τους έφτυσαν τις ίδιες τις μανάδες τους, γυρίζω την πλάτη.
Σκληραίνω την καρδιά μου.
Δεν τους ευλογώ πια. Δεν μου βγαίνει.
Δεν έχω ευχή γι΄ αυτούς.
Όλοι αυτοί, θα με βρουν μπροστά τους, στον αγώνα.
Φωνάζω δυνατά:
Ξυπνήστε όλοι, ξύπνα επιτέλους λαέ του Θεού πριν να είναι αργά».
σχόλια