Από τον Θοδωρή Αντωνόπουλο
«Να σβήσουμε τα σύνορα, να σβήσουμε τον φόβο, να μη γίνει ο κόσμος φυλακή» ήταν το κεντρικό σύνθημα του φετινού, 18ου Αντιρατσιστικού Φεστιβάλ της Αθήνας που ξεκίνησε την Παρασκευή το απόγευμα και ολοκληρώθηκε Δευτέρα ξημερώματα στην Πανεπιστημιούπολη, στα Ιλίσια (στοιχηματίζω πως ακόμα κάποιοι μαζεύουν εκεί πάνω), με τη συμμετοχή χιλιάδων ανθρώπων κάθε ηλικίας, φύλου και φυλής. Ξέρω, δεν είδες στιγμιότυπα σε κανένα κανάλι, κι ας πρόκειται για ένα από τα πιο μαζικά, αγαπητά και ενδιαφέροντα θερινά δρώμενα στην πόλη μας, όχι γιατί δεν το θεωρούν είδηση αλλά επειδή κάτι τέτοια «αριστερίστικα» τούς χαλάνε την ενημερωτική «σούπα» – μόνο αν έπεφτε καμιά «τυχαία» μολότοφ ενδεχομένως να συγκινούνταν! Στην εποχή, βέβαια, που η τηλεόραση χάνει καθημερινά τη μάχη της ενημέρωσης από το Internet και τα κοινωνικά δίκτυα, λίγο μας μέλλουν τα καπρίτσια των ιθυνόντων της, κι άλλωστε το Αντιρατσιστικό δεν είχε ποτέ τέτοιες σκοτούρες.
Χαρούμενα πρόσωπα, αγωνιστικότητα, συντροφικότητα, αισιοδοξία, θετική ενέργεια, κέφι, πολλή νεολαία όλων των… ηλικιών, κινηματικοί, ακτιβιστές, συμπαθούντες ή απλώς περίεργοι, πολύς φρέσκος κόσμος αλλά και «παλαίμαχοι» συνομήλικοι που τους θυμάσαι ορκισμένους εργένηδες-ισσες στα πρώτα Αντιρατσιστικά και τους βλέπεις πια ευτυχείς οικογενειάρχες, η Κίκο από τη Ζιμπάμπουε που μαγειρεύει κάτι καταπληκτικά, πολύχρωμα πιλάφια, η Νατάσα από τη Νιγηρία που παινεύει όλο χαμόγελο τα χειροτεχνήματά της, ο Λάλο από το Κουρδιστάν που μαζεύει ακούραστα υπογραφές να απελευθερωθεί ο Οτσαλάν, ο Γιούνις από το Μαρόκο που δεν αποφασίζει ακόμα να φύγει για Γαλλία γιατί «είναι καλά εδώ, μωρέ», ο Βαγγέλης/Arban από την Αλβανία που μεγάλωσε στα Πατήσια και γουστάρει low bap – «Σαββάτο ειδικά δεν έπεφτε καρφίτσα, όλη η Αθήνα πέρασε από δω», περηφανευόταν φίλη που δραστηριοποιείται χρόνια στον «χώρο».
Είδαμε κι ακούσαμε ομιλίες, συζητήσεις κι εκδηλώσεις για τον ρατσισμό, το μεταναστευτικό, τις μειονότητες και άλλα ζητήματα της κοινωνικοπολιτικής επικαιρότητας, προβολές, παραστάσεις, εκθέσεις φωτογραφίας και κόμικ, μουσικό «χαλί» σε δύο σκηνές (πανκ όπως Deus Ex Machina, ελληνικό και αλλοδαπό ροκ και χιπ χοπ, παραδοσιακές μουσικές από Βαλκάνια, Ασία και Αφρική, ρεμπέτικα κ.ά.), δοκιμάσαμε νόστιμες έθνικ κουζίνες, που όμως, για να τις γευτείς, στηνόσουν με τις ώρες στην ουρά, αφού κάποιες στιγμές μάζευαν περισσότερο κόσμο και από τις συναυλίες, περάσαμε από τον πολυφυλετικό παιδότοπο (η καλύτερη υπόσχεση!), από πλήθος πάγκους και περίπτερα συλλογικοτήτων κάθε λογής, απαντήσαμε όχι μόνο μετανάστες και πολιτικούς πρόσφυγες αλλά επίσης ξένες αντιπροσωπείες, Ρομά, ΑμεΑ, πρωτοβουλίες πολιτών, εναλλακτικές εκδόσεις, ΜΚΟ, τη Διεθνή Αμνηστία, την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες και μια σειρά μεταναστευτικές, πολιτικές, συνδικαλιστικές, δημοτικές, αντιφασιστικές, οικολογικές κ.λπ. οργανώσεις, κινήσεις και συλλογικότητες – από τις αγωνιζόμενες καθαρίστριες και τους κατοίκους της Ιερισσού που αντιτίθενται στα μεταλλεία χρυσού μέχρι αλληλέγγυους στα δικαιώματα των κρατουμένων και εκπροσώπους δομών κοινωνικής αλληλεγγύης. Το σκηνικό διάνθιζαν πωλητές παραδοσιακών προϊόντων, ειδών χειροτεχνίας, υπαίθρια κομμωτήρια (για επίδοξους-ες ράστα) αλλά και παρουσιάσεις eco συσκευών, όπως οι ηλιακοί φούρνοι και οι αναπτήρες! Δεν θα έλεγες ότι όλα αυτά σχετίζονταν άμεσα με το περιεχόμενο του Φεστιβάλ, ένας κάποιος «πληθωρισμός» σίγουρα υπήρχε, συνέβαλαν όμως, τρόπον τινά, στην εικόνα αυτού του «άλλου κόσμου που είναι εφικτός».
Είναι, τελικά; Οι «γκρίνιες» δεν έλειψαν και αφορούσαν από την τιμή του εισιτηρίου (5 ευρώ η μέρα, 12 το τριήμερο, μόνο για Έλληνες, οι ξένοι δωρεάν) και την «αυστηρή» ως προς την είσπραξη του αντιτίμου πόρτα μέχρι τον «γιγαντισμό» και την «πανηγυροποίηση» της διοργάνωσης. Σε κάποιους επισκέπτες κακοφάνηκε η «θετική διάκριση» του εισιτηρίου «μόνο για Έλληνες», παρότι, βέβαια, κανείς δεν ζήτησε να πληρώνουν επίσης οι μετανάστες. Άλλοι πάλι βρήκαν «ακριβά» και «μέτριας ποιότητας» τα περισσότερα εδέσματα (το πρώτο μάλλον τραβηγμένο, αλλά, έστω, ελέγχεται, με το δεύτερο, πάντως, διαφωνώ! Οk, δεν ήταν όλα ακριβώς εξαίσια, αλλά δοκίμασες π.χ. κοτόπουλο πιλάφι με κάρι από τη Ζιμπάμπουε, ψητή μελιτζάνα με καρύδι από τη Γεωργία, κενυάτικο κοκκινιστό μοσχάρι ή τα σουδανέζικα σιροπιαστά; Και γιατί σνόμπαρες το ορίτζιναλ «γαλανόλευκο» σουβλάκι;). Γούστα είναι αυτά, φυσικά… Επί της ουσίας, τώρα, με δεδομένο ότι το Φεστιβάλ κοστίζει και ότι παρά τη μεγάλη του απήχηση δεν ήταν ποτέ κερδοφόρο, ακούγεται ουτοπικό να προσφέρονται όλα τιμής ένεκεν –άσε που συνήθως δεν είναι οι στερημένοι που «γκρινιάζουν»–, ίσως όμως χρειάζεται περισσότερη κατανόηση απέναντι στους οικονομικά ασθενέστερους.
Σημαντικότερο ήταν το θέμα που προέκυψε με τους σεξιστικούς στίχους του χιπ χοπ καλλιτέχνη «12ος Πίθηκος», που προκάλεσαν τη μήνι φεμινιστριών και lgbt ακτιβιστών. Έγινε μια ψιλοφασαρία, ανέβηκαν επικριτικά σχόλια στη fb σελίδα του Φεστιβάλ που καταγγέλθηκε ότι λογοκρίθηκαν και ζητήθηκαν εξηγήσεις από την κίνηση φίλων του Παύλου Φύσσα που προσκάλεσε τον μουσικό – μέχρι μίνι πορεία διαμαρτυρίας έγινε. Αρχικά, οι χιπχοπάδες ήταν εριστικοί, βρήκαν π.χ. ότι οι γκέι είναι αρκετά προνομιούχοι εφόσον ελέγχουν κιόλας τα ΜΜΕ (!), ύστερα όμως ο μουσικός Tiny Jackal επισκέφτηκε το φεμινιστικό και lgbt «χωριό», όπου απολογήθηκε για τη συμπεριφορά ατόμων «άσχετων με την κίνησή τους», και το θέμα φαίνεται να έκλεισε με την υπόσχεση μιας συμφιλιωτικής συνάντησης-συζήτησης. Δεν είναι η πρώτη φορά που δημιουργείται τέτοιο ζήτημα, εφόσον τόσο οι συμμετέχοντες σε τέτοιες εκδηλώσεις όσο και το κοινό τους, όσο «εναλλακτικό» και να είναι, δεν είναι και de facto απαλλαγμένο από αντιδραστικές νοοτροπίες και ιδεολογήματα. Όπως όμως λέει και το παλιό, καλό σύνθημα, σε κάθε περίπτωση «τα δικαιώματα δεν χαρίζονται, κατακτιούνται», άρα είναι σίγουρα νίκη ότι «τζιζ» θέματα σαν αυτά συζητιούνται πια ανοικτά και μπαίνουν στο τραπέζι.
Γεγονός είναι ότι, παρά τα κάποια παρατράγουδα, το 18ο Αντιρατσιστικό Φεστιβάλ και επιτυχία είχε και αξιοπρεπή οργάνωση και καλές, γενικά, εντυπώσεις άφησε στους περισσότερους παρευρισκόμενους, που φάνηκε να το διασκεδάζουν με την καρδιά τους. Μια περατζάδα αρκούσε για να διαπιστώσει κανείς του λόγου το αληθές – η χαλαρή διάθεση, τα πολλά μουσικά/καλλιτεχνικά δρώμενα, η ανεπιτήδευτη κοινωνικότητα και η ελευθερία έκφρασης είναι, εξάλλου, πράγματα που δύσκολα σε χαλάνε. Μέχρι και παραμυθάδες ακούσαμε! Είναι και το περιβάλλον της Πανεπιστημιούπολης ιδανικό για τέτοιες φάσεις. Νταξ’, δεν ξεμπερδέψαμε μέσα σε ένα τριήμερο με τον ρατσισμό, την ξενοφοβία και τις διακρίσεις.
Χρειάζεται πολλή δουλειά, πολύς ακόμα αγώνας ώσπου ο μέσος Έλληνας να μάθει να αναγνωρίζει, να εκτιμά, να σέβεται το διαφορετικό. Ούτε ένας χρόνος δεν πέρασε αφότου με τα χίλια ζόρια εκσυγχρονίστηκε κάπως η αντιρατσιστική νομοθεσία. Οι Μανωλάδες και οι Σκάλες Λακωνίας είναι ακόμα εδώ, οι ρατσιστικές επιθέσεις και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης μεταναστών επίσης. Εκδηλώσεις όμως σαν κι αυτές επιβεβαιώνουν την ύπαρξη μιας «άλλης Ελλάδας», λιγότερο σκυθρωπής και περισσότερο ευοίωνης, καθώς και τη θέληση για ένα μέλλον οικονομικά και κοινωνικά δικαιότερο, ένα μέλλον που να μας χωράει όλους, ανεξάρτητα από εθνικές, φυλετικές, θρησκευτικές, σεξουαλικές, έμφυλες και κάθε μορφής διακρίσεις. Λίγο το ’χεις;
50 ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΦΕΣΤΙΒΑΛ
σχόλια