Ξέρεις ποιος είμαι εγώ;

Ξέρεις ποιος είμαι εγώ; Facebook Twitter
24

Ξέρεις ποιος είμαι εγώ; Facebook Twitter

Πριν από 10 χρόνια περίπου ήρθε να με βρει ένας νέος φωτογράφος. Μου έδειξε τη δουλειά του. Σε ένα κομψό δερματόδετο μπουκ, που θα πρέπει να είχε κοστίσει ένα μηνιάτικο, είχε τοποθετήσει όλες κι όλες καμιά 20αριά φωτογραφίες. Αδιάφορες όλες. Παρουσίαζε την καθεμιά σαν να αποκάλυπτε έναν πίνακα σε δημοπρασία του Sotheby’s. Την επεξηγούσε με χειρονομίες, μίλαγε για τις κρυφές αναφορές της και στο τέλος έμενε να τις αποθαυμάζει μόνος, απορροφημένος. Του είπα μερικά λόγια παρηγοριάς και τον ξέχασα.

Ήρθε να με βρει ξανά, τις προάλλες. Επέμενε να τα πούμε. Ήρθε. Έβγαλε το μπουκ του. Ένα ακόμα πιο ακριβό. Και άρχισε να μου δείχνει τις ίδιες ακριβώς φωτογραφίες, όπως πριν από μια δεκαετία. Ασπρόμαυρα περιστέρια που φτερουγίζουν και σκιές στη σκάλα υπηρεσίας. Magnum χαμηλής ποιότητας.

Σοκαρίστηκα. Στα δέκα χρόνια που πέρασαν είδα δεκάδες ανθρώπους να γεννιούνται και να πεθαίνουν. Έργα τέχνης που νόμιζα δυνατά να ξεθωριάζουν και βεβαιότητες ολκής να κλονίζονται. Η αισθητική, ως ώφειλε, «διορθώθηκε» από την ταραγμένη κοινωνία, είδα και είδατε με άλλα μάτια (ψηφιακά!) την αποτύπωση του κόσμου και του αισθήματος που προκαλεί στους ανθρώπους. Και αυτός ο φωτογράφος, χωρίς έστω την αυθάδεια της νιότης, γυρνάει στα γραφεία και δείχνει τις 20 ίδιες κακές φωτογραφίες του.

Τι συμβαίνει; Είναι ο Ρεμπό ή ένας χαϊδεμένος ηλίθιος;

Ενώνοντας τελείες, σκέφτηκα ότι υπάρχει ανέκαθεν ένα είδος ανθρώπων που έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του. Μεγάλη αυτοπεποίθηση για τα έργα του. Πρόκειται συνήθως για παιδιά που μεγάλωσαν μέσα στην επιβεβαίωση και τα εύγε της οικογένειάς τους – συνήθως εύπορης και αστικής. Ή πρόκειται για παιδιά που ανήκουν σε κάποια κοινωνική ελίτ, ντοπαρισμένη με την αίγλη της ανωτερότητάς της. Αυτά τα παιδιά, που καμιά βία δεν τα εξωθεί ποτέ έξω από τον γυάλινο κώδωνά τους, ζουν όλη τους τη ζωή πιστεύοντας ότι είναι ο Άγιος Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός. Αν κάποιος τολμήσει να αμφισβητήσει τα έργα τους, απλώς τους φθονεί. Ζουν διά βίου σε ένα θείο ψηλαρμένισμα. Η λήθη τους είναι ταξική, και μέχρι ενός σημείου ευνόητη.

Ο εν λόγω, όμως, φωτογράφος δεν ανήκε σε αυτή την κατηγορία. Ήταν παιδί μικροαστών της Αθήνας, φτωχοδιάβολων που συνδικαλίστηκαν νωρίς με το ΠΑΣΟΚ και με λαθραίους τρόπους απόκτησαν μια μικρή επιφάνεια, ένα υπερβολικό αυτοκίνητο και μερικές παραπανίσιες καταθέσεις. Μεγάλωσε στο κλίμα πλαστής ευφορίας που μεγάλωσε η γενιά του, όπου όλα είχαν αποκτήσει εκδικητικό χαρακτήρα: από την απόλαυση μέχρι την επιτυχία.

Η αυτοπεποίθηση αυτής της γενιάς δεν δημιουργήθηκε από την αίγλη κάποιας ελίτ αλλά από τη στεντόρεια βεβαιότητα της μεγάλης ανώνυμης μάζας ότι ήρθε και η δική της ώρα, ότι, να, οι πρασινοφρουροί επελαύνουν στα ανάκτορα. Αυτά τα παιδιά είχαν πατεράδες που ξαφνικά τρελάθηκαν, αρχίζοντας με δανεικά (ή κλεμμένα) να φέρονται σαν εφοπλιστές. Είδαν εν τη γενέσει της την ελληνική φούσκα να μεγαλώνει μέσα στο λίβινγκ ρουμ της ποζάτης μάνας τους, να χύνεται σαν σάπιο μέλι από τα σόου του Αντένα, τα γκλόσι των βαλκανικών απωθημένων – και τα λοιπά και τα λοιπά.

Αυτό, όμως, που ήρθε κι έδεσε, κάνοντας το ελληνικό χαρμάνι θανατηφόρο, ήταν η ταυτόχρονη έκρηξη των social media, που δημιούργησε μια ανέξοδη πλατφόρμα πόζας, ναρκισσισμού και απατηλής δημοσιότητας γύρω από τους ήδη διαζευγμένους με την πραγματικότητα. Τα παιδιά σαλτάρισαν. Κι άρχισαν, κοπαδιαστά, όλα να νιώθουν σταρ, καθένα μες στη στάνη του.

Επακολούθησαν ουκ ολίγες φαιδρότητες. Από τον τύπο που φωτογραφίζει την κουζίνα του κατονομάζοντάς την Headquarters της μονομελούς ΕΠΕ του, μέχρι φτωχοδιάβολους που εφευρίσκουν ιλιγγιώδεις ψηφιακές περσόνες, πουλώντας φούμαρα για μεταξωτές κορδέλες. Μέχρι κάποιος να αγοράσει.

Σε αυτή την πελώρια «απάτη χαρακτήρων» που εξελίσσεται στο ίντερνετ τα τελευταία χρόνια, τα παιδιά της γενιάς του Χρηματιστηρίου (ας την ονομάσουμε έτσι) είναι, νομίζω, τα πιο «ταλαντούχα». Τα πιο απατηλά. Τα πιο φορτωμένα. Και τα πιο μελλοθάνατα.

Διότι, κάποια στιγμή, μαθηματικά, θα συναντήσουν τη νέμεσή τους. Είτε κάποιος θα τους αποκαλύψει ότι δεν είναι Άγιοι Γρηγόριοι Ναζιανζηνοί, είτε μια μέρα, εκεί που πίνουν άνεργοι έναν καφέ στην κουζίνα τους, θα το ανακαλύψουν μόνοι τους. Τα χρόνια πέρασαν και αυτοί δεν κατάφεραν τίποτα. Ούτε τον έπαινο του Δήμου ούτε των σοφιστών. Γυρνάνε ακόμα με 20 γελοίες φωτογραφίες (περιστέρια και σκάλες), παριστάνοντας τη Λίμποβιτς.

Θα ζήσουν, δηλαδή, αυτό το βίαιο τέλος ψευδαισθήσεων που ζει περίπου σήμερα η Ελλάδα. Και τότε θα χρεοκοπήσουν οριστικά – εκτός και τους σώσει λίγη αγάπη ή ένας φίλος.

Ή ένας δήμιος.

24

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

σχόλια

20 σχόλια
εγώ η μετριότηταδιάβαζα τσαγκαρουσιάνοκαι διάβαζε και η κοπέλατσαγακρουσιάνο...στο δίπλα σκαμνίέπινα το μέτριο κοκταίηλ μουκαι έπινε το μέτριο δικό τηςμια μέτρια κουβέντα κάναμεγια μετριότητεςκαι μέτρια ανταλλάξαμε τηλέφωνα που γράψαμε στα ακριβά κινητά μας,γνωριστήκαμε,κλισέ μεγάλο εγώ κι εκείνη άλλο τόσο,μετριότητες με άποψη,μέτρια ατάκα στη μέτρια ατάκα,φτάσαμε και στο κρεββάτι.Ε, το σεξ είναι 5 αστέρων!!!!!! (επειδή δεν υπάρχουν 6 στην κλίμακα μου)Σ ευχαριστώ Στάθη!!! (καταπληκτικό κιου)True story ladies and gentlemen!
Πολύ ενδιαφέρον αν και θα διαφωνήσω οτι είναι θεμα υπερβολικής αυτοπεποίθησης, μάλλον οκνηρία βλέπω, και μια πίστη οτι μια ωραια παρουσίαση και το PR θα μας ανοιξουν της πορτες της επιτυχιας, οπως συνέβηκε και στα προτυπα μας...
Θα αλλάξουμε ως κοινωνία όταν δούμε με συμπάθεια τον διπλανό μας και όχι ως μέσο αυτάρεσκης προβολής της ανωτερότητάς μας μέσω της δικής του ανεπάρκειας...
Αν μπορούσα να ζωγραφίσω ένα χαμόγελο επιβράβευσης στα σχόλια από Dragan και domenica, γι' αυτά που έγραψαν αλλά περισσότερο και πιο σημαντικό για το ότι μπορούμε να τα διαβάζουμε.Εμείς οι λίγοι, αν και θα προτιμούσαμε πολλοί.Πιστεύω ότι το μήνυμα που ο Στάθης Τσαγκαρουσιάνος προσπάθησε να βγάλει προς τα έξω δεν ήταν τόσο για το άτομο στην ιστορία, που μπορεί για χάρη παραδείγματος να μην είναι ακριβώς έτσι, αλλά γενικότερα για ένα πλήθος νέων ανθρώπων που ίσως το αντιπροσωπεύει. Η έλλειψη ωριμότητας αυτών των νέων ανθρώπων, συνειδητοποίησης της προσωπικής κατάστασης που βρίσκονται. Η έλλειψη δράσης στην αλλαγή και βελτίωση της ζωής τους, η αδράνεια που αφήνουν να τους κυριεύει, είτε στα θρανία, είτε στην εργασία, είτε στην καρέκλα μιας καφετέριας. Από την άλλη πλευρά μια υπερδιέγερση σε σημείο υπερβολής του "ο σκοπός αγιάζει τα μέσα", ο κίνδυνος που παραμονεύει στο "πρέπει να σπάσουμε αυγά για να κάνουμε ομελέτα" μπορεί να έχει την ίδια αναποτελεσματικότητα ή πολλαπλά θύματα. Δυστυχώς για αυτή την γενιά, τους έχουν λείψει τα αξιάνθρωπα παραδείγματα αν όχι ηρώων τουλάχιστον σοφών ανθρώπων για μίμηση. Οι προηγούμενες γενιές έχουν κάνει σφάλματα. Είτε έχουν άδικα γκρεμίσει τα πρότυπα ή οι κοινωνικοί ήρωες που τις δημαγώγησαν αποδείχθηκαν καθάρματα. Αλλά οι νέες γενιές πρέπει να ξεπεράσουν τα σφάλματα των προηγουμένων. Να κάνουν την κριτική αλλά να προχωρήσουν στις λύσεις. Δεν θα μπορούν να τα κάνουν όλα μόνοι τους.Χρειάζονται βοήθεια, μέντορες, σύμβουλοι, που πραγματικά αγαπάνε αυτή την νέα γενιά πάνω από το προσωπικό τους όφελος, ας το κάνουν κι ας είναι για περιορισμένο χρόνο. Μια συμβουλή που μπορεί να δώσει κάποιος από μακρυά είναι αν έχετε τον χρόνο και κάποιο ελεύθερο χρόνο όλοι έχουμε, όποια ηλικία και να είστε, διαλέξτε εθελοντισμό, δώστε χρόνο και πάρετε ικανοποίηση, χαρά, εμπειρία, σοφία ζωής.Βοηθήστε τον συνάνθρωπό σας όπως θα βοηθούσατε τον εαυτό σας.Αφιλοκερδώς.Ίσως εκεί γνωρίσετε την Αγάπη, αγάπες της ζωής σας.
Κύριε Τσαγκαρουσιάνε, στεναχωρήθηκα πραγματικά με αυτό σας το editorial. Εχω μαζί σας την γνωριμία που έχει ένας αναγνώστης με έναν συγγραφέα που εκτιμά. Με έχουν αγγίξει οι προσπάθειές σας, από τα γραφτά στην Ελευθεροτυπία, το εκπληκτικό επιχείρημα του 01, το Symbol και την Lifo. Θέλω λίγο να αναλογιστείτε τι γράφετε σε αυτό το edito. Ηρθε ένα παιδί, με κάποια δείγματα φωτογραφιών, πριν 10 χρόνια. Αρα, ήσασταν εκδότης ή αρχισυντάκτης. Τα δείγματα δεν ήταν καλά, δεν είχαν την πρωτότυπη αισθητική, το «κάτι» που δείχνει ότι βλέπουμε το έργο ενός καλλιτέχνη. Επεξηγούσε το έργο του, αντί να σιωπά. Μπορεί με κακοχωνεμένες ατάκες της Σόνταγκ και του Ντελέζ. Είδατε το δερματόδετο μπουκ, κάτι σαν ένας δεκαεξλαρης, που αντί να τους γαμεί τα λύκεια, κουβαλάει ένα πολύτιμο αλλά ολωσδιόλου παράταιρο filofax –πόσο κρίσιμα για τον τομέα των επιχειρήσεων να είναι τα ραντεβού που έχει γράψει, πόσο σημαντικά να είναι τα τηλέφωνα που έχει; Αντε με καμμιά συμμαθήτρια, ή με εκείνη την παντρεμένη σαραντάρα με την Μπεμβέ του άντρα της που έχει χασαποταβέρνα στη Βάρη και λείπει τα βράδια. Τον αντιμετωπίσατε με συμπάθεια, όπως αντιμετωπίζουμε τον επηρμένο χαζό της γειτονιάς, τον ερασιτέχνη φυσικό που βρήκε λανθασμένη τη θεωρία της σχετικότητας. Δυο λόγια παρηγοριάς. Δεν φωνάξατε τον καλλιτεχνικό συντάκτη, δεν καλέσατε τον επιμελητή έκδοσης για τα καλλιτεχνικά – πιθανότατα δεν είχατε, αυτά είναι περιττά στην έκδοση ενός περιοδικού. Αρκεστήκατε στην γνώμη σας, στο προσωπικό σας κριτήριο. Και του είπατε δυο λόγια παρηγοριάς, να ξεμπερδεύουμε με το απαίδευτο ψώνιο. Κανείς δεν είπε σε αυτό το παιδί, 10 χρόνια πριν, το πρόβλημα με την αισθητική του. Μπορεί να είχε και τεχνικές ατέλειες, δεν τις έμαθε ποτέ, γιατί απλά δεν είστε ο ειδήμων να τις αναπτύξει. Εχετε όμως μια αίσθηση της αισθητικής. Και ο άνθρωπος απλά δεν έκανε, δεν το είχε. Κρίνατε ότι το έργο του (ο Θεός να το κάνει, ίσως), δεν έκανε, τέλος. Χωρίς, όμως, να λάβει την ουσιαστική γνώση για το τι δεν πήγαινε καλά με το έργο του. Πιθανότατα επειδή θεωρήσατε τον εαυτό σας τον καταλληλότερο. Μέγα λάθος. Είχατε την υπεύθυνη θέση να κρίνετε εάν το έργο του ανταποκρινόταν στο επίπεδο και την αισθητική που επιθυμούσατε στην εκδοτική σας προσπάθεια, όχι όμως την υπεύθυνη θέση να του εντοπίσετε τις ατέλειές του. Μπορούσατε να του πείτε πολλά, θα υποπίπτατε, όμως, στο δικό του λάθος. Όπως εκείνος μιλούσε ως κριτικός του έργου του κι όχι ως καλλιτέχνης, έτσι κι εσείς θα του μιλούσατε ως έχων μια προσωπική και τεκμηριωμένη αισθητική, αλλά όχι ως φωτογράφος που κρίνει το έργο άλλου φωτογράφου, έστω και άχρηστου. Κι αυτό είναι γενικό στις εκδόσεις. Μου αρέσει κάποιος, πληροί το δικό μου αισθητικό κριτήριο; Τον κάνω συντάκτη. Δεν το πληροί; Δεν τον κάνω. Μου αρέσει αυτός; Τον βάζω στην ομάδα. Δεν μου αρέσει; Δεν τον βάζω. Γράφει με το στυλ που μου αρέσει; ΟΚ. Δεν τα γράφει έτσι; Σπίτι του. Αυτό, σε όλα τα επίπεδα και σε όλα τα θέματα. Είστε κατάλληλος για να εξετάσετε το κατά πόσον ο κ. Βαρουφάκης, για παράδειγμα, αναπτύσσει τεκμηριωμένες θέσεις; Όχι, δεν είστε οικονομολόγος, αλλά το θέμα είναι ότι ούτε και θεωρείτε ότι χρειάζεστε κάποιον σύμβουλο έκδοσης να σας πει ότι αυτό το σημείο δεν στέκει θεωρητικά ή πρακτικά –ακούγεται ωραίο, είναι πιασάρικο, αλλά δεν στέκει. Είστε κατάλληλος για να κρίνετε εάν όσα αναφέρει για τον Κάντ, π.χ, ο κ. Δήμου, είναι ευσταθή; Όχι, πιθανότατα να έχετε διαβάσει Καντ, αλλά δεν έχετε εντρυφήσει. Κι ούτε βλέπετε την ανάγκη κάποιου επιμελητή να κρίνει εάν κάτι είναι άρτιο προς δημοσίευση, απλά ξέρουμε ότι το γράφει ο Δήμου, άρα εγγύηση. Και έτσι, προσλαμβάνοντας συντάκτες που θεωρούνται από τον εκδότη ή τον αρχισυντάκτη ειδήμονες, πιστεύετε ότι εξασφαλίζετε την ορθότητα των θέσεων των συγγραφέων, άρα της έκδοσης. Γράφει ένας συντάκτης με τον δικό του τρόπο, με όποιο συντακτικό κάνει «κλικ» στην αισθητική του και το δημοσιεύουμε χωρίς να χρειάζεται επιμελητής; Φυσικά, δεν θα διορθώσουμε την πένα του συντάκτη. Λες και η επιμέλεια αποτελεί λογοκρισία.Αλλά δεν είναι αυτό που με πείραξε στο κείμενό σας. Είναι οι αναφορές σας στους φτωχοδιάβολους και την νοοτροπία των 90s. Οσο ποιητικό κι αν ακούγεται, οι μικροαστοί –και μάλιστα αυτοί που φέρονται σαν την Μαντάμ Σουσού- δεν είναι φτωχοδιάβολοι, δεν ήταν ποτέ. Για την ακρίβεια, είναι τόσο μεγαλοαστοί και τόσο φτωχοδιάβολοι όσο αυτοί που πίστεψαν ότι αξίζουν έναν μεγάλο μισθό για να εκδώσουν ένα εβδομαδιαίο ένθετο. Υπήρχε και η δικαιολογία της αγοράς: «στα φέρνω, άρα τα αξίζω, άρα θα μου τα δώσεις». Χειμωνιάτικη γκαρνταρόμπα στην Αργεντινή, α, είναι τόσο σικ ο χειμώνας. Απερρίφθη μια πρόταση μεταγραφής με δώρο Πόρσε: δεν έγινε αποδεκτή, όχι επειδή γεννήθηκε η απορία από πού στο διάολο βγήκαν αυτά τα λεφτά, όχι επειδή ενώθηκαν οι τελείες και έγινε αντιληπτό ότι αυτά τα χρήματα είναι αποτέλεσμα μαύρης απάτης (τι κάνει νιάου-νιάου), όχι επειδή υπήρχε σώφρων επαγγελματικός δισταγμός «μα είναι δυνατό να δικαιούμαι τέτοια αμοιβή; Από πού κι ως πού; Ο αρχισυντάκτης του New Yorker για να πάει εκεί πήρε ποτέ Πόρσε για bonus μεταγραφής;» αλλά επειδή η Πόρσε είναι άχρηστη στη έρημο, ένα χαμόγελο ένδοξης απάρνησης του υλισμού, μια ψαγμένη στάση ζωής που ορίζει ότι θα πρέπει να συνεχίζεις να υποστηρίζεις το τέκνο σου όσοι κι αν είναι οι πειρασμοί, όσο κι αν κάποιοι σου δίνουν πολλά για να το εγκαταλείψεις (με την βεβαιότητα, όμως, ότι για να μου τα προσφέρει κάποιος, άρα τα δικαιούμαι, άρα μπράβο μου που είμαι υπεράνω). Αρα, γενναία άρνηση στην δελεαστική προσφορά και επιμονή στο εβδομαδιαίο ένθετο περιοδικό. Το οποίο, όμως, εξέδιδε ένας απατεώνας (να τον πούμε κι αυτόν φτωχοδιάβολο, για να αποδώσουμε αισθητικό περίγραμμα;), και την εφημερίδα την αγόραζαν όσοι έψαχναν το σιγουράκι στο χρηματιστήριο. Και μέσα στην τούρλα (του Σαββάτου) της αναζήτησης του Ελντοράντο, είχε κάτι και η κυρία να διαβάζει το Σάββατο το μεσημέρι στα καφέ του Κολωνακίου, την ώρα που οι άντρες μιλούσαν για «δουλειές» («θα τρέξουν κι άλλο τα λαναρόχαρτα», «είδες τις φωτογραφίες από το γκαλά; Εξαίρετος φωτογράφος, αλλά μου κάνει λίγο Γκόγια βρε παιδί μου»). Και τώρα, τι; Τώρα η κατάρα να πάρει τον επηρμένο φωτογραφίσκο, που όχι Γκόγια, αλλά ούτε μπόγια. Να προσέλθει ο δήμιος. Για την γενιά του χρηματιστηρίου. Εχουν περάσει χρόνια. Οσοι πίστεψαν ότι δικαιούνται ταξίδια στην Αργεντινή είναι φτωχοδιάβολοι με συμπεριφορά εφοπλιστών, κατάρα να’χουν αυτοί και τα παιδιά τους. Και τα μαγεμένα παιδιά στα οποία απευθυνόταν το 01; Κι αυτά τέτοιους γονείς είχαν. Με τα λεφτά των μεγαλοπιασμένων γονιών πήγαιναν στα rave parties, στα Οινόφυτα και στο Mad. Τώρα; Τί θα γίνει τώρα με αυτά τα παιδιά; Να τους πάρει ο διάολος τον πατέρα. Να ζήσουν το τέλος των ψευδαισθήσεων. Να προσέλθει ο δήμιος.Αλλά όχι, όχι αμέσως. Καλό είναι να μπει στην σκηνή ως η τελευταία σκηνή της μοίρας του κακόμοιρου μικροαστού φωτογραφίσκου (για ποια ποιητική έκφραση του βάλατε τον ονοματισμό «φτωχοδιάβολος», δηλαδή ενός κατατρεγμένου Αφγανού, άστεγου στην Αθήνα;) . Προηγείται η αγάπη κι ένας φίλος. Όμως, μπορεί και να μην έρθουν. Πιθανότατα ο δύστυχος μικροαστός φωτογραφίσκος, που του φορέσαμε τη στολή του φτωχοδιάβολου για να εξασκήσουμε την ποιητική μας παρομοίωση, να παραμείνει σε άγνοια. Ισως επειδή δεν του έδωσε κανείς προσοχή, απλά ένα χτύπημα στην πλάτη, κι έτσι παρέμεινε επηρμένος, ψώνιο και χαζούλης. Ισως επειδή κανείς δεν του είπε σοβαρά μια ολοκληρωμένη κριτική για το έργο του (εντός ή εκτός εισαγωγικών). Και επειδή ο χαζούλης επανήλθε, τώρα ήρθε και η ώρα να κάνουμε ένα ζουρ-φιξ, με τον χορό των κολασμένων. Κι αν οι φίλοι δεν υπάρχουν; Κι αν οι φιλίες που πίστευε αληθινές δεν ήταν παρά λόγια του αέρα; Κι αν η αγάπη βρίσκεται στο εγκαταλελειμμένο εκεί απέναντι, αλλά φοβάται να μπει; Τότε, θα μπει η μαύρη αυτή σκιά, με τα βαριά βήματα του Ρεμπώ. Ερχεται η εποχή των δολοφόνων. Στεναχωρήθηκα με το γραπτό σας. Για την ακρίβεια, πικράθηκα. Συγγνώμη.
Την ζωή τους υπηρετούν πάντα οι άνθρωποι αγαπητέ Στάθη, όχι την τέχνη. Ακόμα και εκείνοι που υπηρέτησαν τελικά την τέχνη. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να τα χωρίζουμε όλα σε γενιές σε κακομαθημένα παιδιά σε ψώνια και σε ταλεντάκια. Εμένα η κρίση μου έμαθε ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερο κακό από την κατάταξη. Όπως αντιμετώπισες εσύ αυτό το παιδί αντιμετωπίστηκε κι ο Πασόκος φτωχός πατέρας του ή παππούς του κάποτε και γι’ αυτό λύσσαξε να φανεί, να πάρει λεφτά και να τα δείξει. Ας σταματήσει η κατάταξη, δεν θα γίνει Λίμποβιτς το παλικάρι κι άρα δεν έχει ανάγκη η τέχνη της φωτογραφίας την υπεράσπισή μας. Θα πουλήσει κάπου τα περιστέρια του και θα νιώθει ευτυχισμένος. Θα έρθει και η ματαίωση γιατί δεν θα βγάζει από αυτό λεφτά και θα κάνει μιαν άλλη δουλειά και θα λέει στις γκόμενες που θέλει να εντυπωσιάσει ότι είναι φωτογράφος. Εμάς τι μας πειράζει;
Ένα αισθητικό πρόβλημα μετατρέπεται σε πολιτικό. Συμφωνώ στο πολιτικό σκέλος αλλά διαφωνώ κάθετα στο αισθητικό. Πόσοι ατάλαντοι συγγραφείς βραβεύονται επειδή έχουν τις κατάλληλες διασυνδέσεις. Πόσοι συγγραφείς δεν τους αναγνωρίζει κανείς, παρά μόνο 100 χρόνια μετά το θάνατό τους; Πόσες μετριότητες δεν ενδύονται το μανδύα της υψηλής κουλτούρας και διανόησης για να αποδείξουν πως αξίζουν; Αγαπητέ αρθρογράφε, μην βιάζεστε τόσο να κρίνετε ούτε την αυτοπεποίθηση και την επιμονή κάποιου (ακόμη κι αν δεχτούμε πως ήταν ατάλαντος) κυρίως όταν δεν τεκμηριώνετε επαρκώς την αταλαντοσύνη του. Και για να είμαι ειλικρινής, προσωπικά ενοχλούμαι περισσότερο από τον σνομπισμό των "εδραιωμένων" μετριοτήτων παρά από την αυτοπεποίθηση ενός νέου καλλιτέχνη. Γιατί ο δεύτερος απλά ακολουθεί και μιμείται τα χνάρια που χαράζει ο πρώτος. Κι αν ο πρώτος είναι μετριότητα, τότε μαθηματικά το αντίγραφό του θα είναι ακόμη πιο μέτριο
Σταθηbtw νομιζω οτι ο ορος "η γενια του Χρηματιστηριου" κατοχυρωθηκε.Η "πτωση του υπαρκτου ΝεοΕλληνισμου" που βιωνουμε ειναι αντιστοιχη με την πτωση του υπαρκτου Σοσιαλσμου πριν μερικα χρονια. Και ομως σκεφτομαι ποσο αδικα τυχερη ειναι η Ελλαδα μες’στην ατυχια της: Στην Α. Ευρωπη στα τελη των 90ς η γενικη εικονα ηταν οτι ενω οι νεοι ηταν γεματοι ρεαλισμο και τσαγανο, εβρισκαν ολες τις πορτες εξοδου κλειστες. Το ονειρο για μεταναστευση και re-start εσβηνε αδοξα με την αρνηση βιζας σε καποια πρεσβεια μεγαλης Δ. Ευρωπαικης χωρας Εδω, η γενια του Χρηματιστηριου μπορει οποτε θελει να παρει τα μπογαλακια της και να παει να δοκιμασει την τυχη (και το ταλεντο) της οπου θελει. Ανταυτου το "σκεφτονται σοβαρα" και εχουμε πηξει στην κλαψα για ηλιους και θαλλασες που τοσο θα μας λειψουν. Ελπιζω η "γενια της Κρισης" να εχει μεγαλυτερα cojones:-)
Σωστό το άρθρο αν και καυστικό. Καλά σχόλια.Λυπάσαι τον νέο αλλά και την ανθρώπινη σπατάλη του χρόνου.Σε κάτι παραγωγικό αυτός ο νέος θα είχε πραγματικό ταλέντο, αλλά κανένας δεν τον βοήθησε να το βρει, αν και η ευθύνη βαραίνει πιο πολύ τον ίδιο, τους γονείς του, τους δασκάλους/καθηγητές του, τους φίλους του, τους συμβούλους του.Δεν έχει ο καθένας μας τα ίδια θεία δώρα.Δεν είναι μόνο Ελληνικό φαινόμενο η ανθρώπινη ματαιοδοξία, η έλλειψη επαφής με την πραγματικότητα και ούτε έχει να κάνει με οικονομική κρίση ή ευημερία αλλά περισσότερο με κρίση αξιών μιας κοινωνίας.Ο καθένας από μας φτιάχνει έναν ονειροσωλήνα (pipedream) για τον εαυτό του, ένα κόσμο γύρω μας και ένα κόσμο μέσα μας, ένα Εγώ που το βλέπουμε ακριβώς έτσι μόνο εμείς.Δεν έχει να κάνει τίποτα ο ορισμός με ναρκωτικά.Έχει να κάνει με όνειρα ζωής και με την προσωπικότητα μας όπως έχει διαμορφωθεί μέχρι την ενηλικίωση, μετά πολύ δύσκολα αλλάζει.Ο ονειροσωλήνας άλλοτε είναι τεράστιος (πολιτικοί) άλλοτε μικροσκοπικός (μωρά).Μερικές φορές δημιουργικός, άλλες φορές καταστροφικός. Μας προστατεύει από την παράνοια και τους κινδύνους της ζωής ή μπορεί να μας εκθέσει και στα δυο.Χρειαζόμαστε να βγούμε από τον ονειροσωλήνα της ηττοπάθειας και της μιζέριας μας, να "πετάξουμε" σε ένα αέρα αισιοδοξίας. The Chicago Daily Tribune, December 1890:"Aerial navigation has been regarded as a pipe-dream for a good many years.""Η αεροπλοΐα έχει θεωρηθεί σαν ονειρο-σωλήνας για πάρα πολλά χρόνια".Μετά από μια δεκαετία έγινε πραγματικότητα. Το ίδιο λένε τώρα για την κρίση, οικονομικών ή άλλων αξιών στην Ελλάδα... Αυτοί που λένε ότι ζουν στην σκληρή πραγματικότητα πρέπει να ξέρουν ότι το "γνώθι σαυτόν", καλόν ή κακόν, έχει το κόστος του.
καλά τα λες αλλά δε μέτρησες τι θα ήταν το ίντερνετ χωρίς αυτή την αναγκαία και ανθρωπιστική πλευρά του - σπονδή στην συμπαθητική ή όχι ματαιοδοξία μας.πληροφορία;ας γελάσω.αυτός ο μανιχαισμός σου ώρες ώρες είναι ανυπόφορος.
Μήπως το καλύτερο θα ήταν να έχει δοθεί η ευκαιρία στο φωτογράφο του άρθρου να αναμετρηθεί με το ταλέντο του και τους περιορισμούς του στο πλαίσιο μιας κοινωνίας και ενός εκπαιδευτικού συστήματος που παίρνει τις φιλοδοξίες των μελών τους στα σοβαρά? Ή αλλιώς - μήπως η εμμονή αυτου του όχι-και-τόσο νεαρού πια κυρίου υποκρύπτει κάτι περισσότερο από απλό ναρκισσισμό?
Να λεμε την αληθεια.Γαλουχηθηκαν γενιες με την νοοτροπια για το δημοσιο.Στοχος μια δουλεια στο δημοσιο.Ειτε ηξερες γραμματα ειτε οχι,μονο να μπεις.Μονο να παρεις το πτυχιο.Φουλ για δημοσιο.Και το παιδι του αρθρου για εκει προοριζονταν.Απλως δεν του εκατσε.Γιαυτο φτασαμε εδω.Ολα ετοιμα.Και τωρα οσοι δε καταφεραμε να μπουμε,εχουμε χασει τα αυγα και τα πασχαλια.Οι γενιες πανω απο 40 χωρις δημοσιο ,απο δω και περα θα δουλευουν για ενα κομματι ψωμι.Δεν ξερουν να ειναι παραγωγικες.Δεν μπορουν.Στην Ευρωπη το κρατος σε στηριζει.Σου λεει ,ελα να μαθεις μια δουλεια.Ακομη και στα 40,στα 50.Αυτα για την γενια οχι του χρηματιστηριου,του δημοσιου.
...πολυ μιζέρια και απαισιοδοξία...μπορει οι γονεις του να ηταν υπάλληλοι της Βουλής οπότε δε τρέχει κάστανο..το Πασόκ μπορει να τα τίναξε αλλά τώρα υπάρχει ο Τσίπρας που θα διατηρήσει ακέραια τα προνόμια των γονιών του και έτσι ο νέος φωτογράφος θα συνεχίσει απρόσκοπτα να κυνηγάει το όνειρο του
Αγαπητέ Στάθη είπατε ποτέ στον ίδιο αυτόν φωτογράφο την ειλικρινή σας γνώμη; Και αν όχι γιατί; Το είχατε σίγουρο πως δεν θα σας έδινε τη παραμικρή σημασία και θα αντιδρούσε στο τέλος σα κανένα σπαστικό παιδάκι που του πήραν με το έτσι θέλω το παιχνίδι απο τα χέρια;
Η κατάσταση αυτή καλλιεργήθηκε με την ανοχή που δείξαμε για πολλά χρόνια σε απλά, καθημερινά, ελληνικά φαινόμενα. Με τις μανάδες που πιάνανε τους δασκάλους γιατί τάχα μου "αδικήθηκε" ο κανακάρης τους στην βαθμολογία, με τα απίστευτα ποσά που πληρώθηκαν στα ιδιαίτερα και τα φροντιστήρια (γιατί όλοι πρέπει να μπούμε στο πανεπιστήμιο), με "φοιτητές" σχολών με βάση κάτω από το 10(που τόλμησε η κουτή η Γιαννάκου να καταργήσει και πέσανε να την φάνε), με σχολές που όσοι μπαίνουν, βγαίνουν,με πανεπιστημιακούς καθηγητές που αρνούνται να αξιολογηθούν, με φοιτητές που περνάνε τα μαθήματα από τα τραπεζάκια και "αποφοίτους" που χωρίς να έχουν ούτε καν μια πρακτική στο βιογραφικό τους "βολεύονταν" από κάποιο γνωστό. Και μετά σου πετάνε και ένα "Ξέρεις ποιος είμαι εγω?!"
Γιατι τοσο φορτισμενο κειμενο; Πως η αδιαφορια μετατραπηκε σε οργη; Τι μας κρυβετε;Και ναι δεν δουλεουν ολοι το ιδιο, ουτε αξιζουν ολοι το ιδιο, αλλα ποια η εναλλακτικη των μετριων οταν ακομα και οι αριστοι δεν μπορουν να δουν μια "ασπρη μερα"; (και στη τελικη σε ποιον απευθυνονται οι αριστοι;)Καλυτερα να μη συνεχιζουμε να κανουμε τα ιδια λαθη με τη γενια του "χρηματιστηριου" επιμενοντας να βαζουμε ταμπελες (in-out, ελιτ-φτωχοδιαβολοι, καινοτομοι-ξεπερασμενοι).Γιατι αν κατι μου εμαθε η κριση ειναι πως τα παντα ειναι αλληλενδετα και μπορουν να ανταλλαξουν ρολους ανα πασα στιγμη: και η αγαπη, και οι φιλοι και οι δημιοι.
Τι προτυπα ειχαν αυτα τα παιδια;Καποιον προεδρο σε χωριο,που ωρυονταν στο καφενειο"ξερεις ποιος εμαι εγω;"Καποιον δημαρχο που στον αστυνομο που τον εγραφε,τουελεγε:θα σε στειλω στον εβρο,ξερεις ποιος ει.....τον ιδιοκτητη καφε που εκλεισε το πεζοδρομιο με τραπεζοκαθησματα...ξερεις σε ποιον μιλας ρε;Στη δημοσια υπηρεσια ο υπαλληλος μιλωντας στην μανα του στο τηλεφωνο,μη βιαζεστε ξερετε που βρισκεστε;Αυτο μας εφτασε εδω :ξερεις ποιος ειμαι εγω;τωρα τι κανουμε;