Το προβληματικό καθεστώς παραγωγής και διάθεσης του ελληνικού ελαιόλαδου αποδομεί σε νέο της άρθρο η εφημερίδα Washington post, σε μια προσπάθεια να εξηγήσει γενικά την οικονομική "κατρακύλα" της χώρας και πως αυτή επηρεάζει κι επηρεάζεται από θέματα που αφορούν στα αγροτικά προϊόντα και το χαμηλό ανταγωνισμό τους παγκοσμίως.
Με αφετηρία το καλαματιανό ελαιόλαδο, το οποίο και χαρακτηρίζει "υγρό χρυσό", το άρθρο αναφέρει πως αν και πρόκειται για ένα από τα καλύτερα στον κόσμο, ωστόσο μόλις παραχθεί φεύγει απευθείας για το εξωτερικό. Το 2012, μάλιστα, το 60% της παραγωγής φορτώθηκε σε τάνκερ, για να απομακρυνθεί από την εγχώρια οικονομία και να καταλήξει τελικά στην Ιταλία. Εκεί γίνεται η εμφυάλωση και αποκτά ετικέτα, με την ιταλική οικονομία, σύμφωνα με την εταιρεία McKinsey, να καρπώνεται ένα επιπλέον 50% της τιμής του!
Αυτό συμβαίνει για δύο λόγους- αφενός στην Ελλάδα δεν υπάρχει εργοστάσιο που να κατασκευάζει μπουκάλια κι αφετέρου οι Έλληνες παραγωγοί δυσκολεύονται να δανειστούν από τις τράπεζες. Κι αν συνυπολογίσουμε και την εξαντλητική φορολογία - φέτος υποχρεώνονται να προπληρώσουν το 100% του φόρου για το 2016-, το "ξενιτεμένο ελαιόλαδο" δικαιολογεί κατά πολύ τα ταξίδια του.
Η Ελλάδα κατέχει μόλις ένα μερίδιο 28% στην παγκόσμια αγορά για τη φέτα και ένα 30% στην αμερικανική αγορά για το ελληνικό γιαούρτι, αναφέρει σε άλλο σημείο η McKinsey, γεγονός που υποδεικνύει μια ξεκάθαρη εμπορική ευκαιρία για τη χώρα. Γιατί παρά τις αντίξοες συνθήκες, προσπαθεί να εδραιωθεί στον παγκόσμιο εμπορικό χάρτη.
Όπως εξηγεί η εφημερίδα, η ολοένα κι αυξανόμενη λιτότητα που επιβάλλουν οι δανειστές σε συνδυασμό με την συρρίκνωση της ελληνικής οικονομίας άμα τη επιβολή του Μνημονίου κι έπειτα συν την ανεργία στο 25%, αφήνει μικρά περιθώρια ανάκαμψης. Ωστόσο, η μιζέρια της Ελλάδας είναι σε ένα βαθμό αυτο-επιβαλόμενη. Κι αυτό γιατί, σύμφωνα με την εφημερίδα, υπάρχουν πολλά πράγματα που θα μπορούσε να κάνει η Ελλάδα για να βελτιώσει την οικονομία της, όπως το να προωθήσει την εγχώρια βιομηχανία και να χαλαρώσει τους δυσβασταχτους περιορισμούς.
Ο πολλά υποσχόμενος γεωργικός τομέας της Ελλάδας την έχει φέρει στη τρίτη θέση σε παραγωγή ελαιολάδου στον κόσμο, σχεδόν ισάξια της Ιταλίας που βρίσκεται δεύτερη θέση, πίσω από την "πρωταθλήτρια" Ισπανία. Σύμφωνα με τη Eurostat, το ελαιόλαδο αντιπροσωπεύει σχεδόν το 1/10 της ελληνικής γεωργικής παραγωγής, ενώ η χώρα εξάγει επίσης μέλι, κρασί, φρούτα και λαχανικά σε όλο τον κόσμο και, φυσικά, μπορεί να κάνει πολλά περισσότερα. Άλλωστε, σύμφωνα με τη McKinsey, ανερχόμενος είναι και ο τομέας των γενόσημων φαρμάκων, της υδατοκαλλιέργειας, της φροντίδας ηλικιωμένων, των μεταφορών, της διαχείρισης αποβλήτων και του τουρισμού- ο τελευταίος αποτέλεσε το 17% της οικονομίας το 2014.
Πως μπορεί όμως η Ελλάδα να εκμεταλλευθεί αυτές τις ευκαιρίες;
Για αρχή, πρέπει να διασφαλίσει οικονομκή σταθερότητα. Η χώρα τους τελευταίους μήνες, από θέμα συναλλαγών και ρευστότητας, έχει σχεδόν μπει στην κατάψυξη, κάτι που δυσκόλεψε περαιτέρω τη ζωή των παραγωγών- αφού πάγωσε τις εισαγωγές βασικών γεωργικών "εργαλείων", όπως λιπάσματα, αντιπαρασιτικά και καύσιμα. Η Ελλάδα χρειάζεται υποδομές να βελτιώσει και να εκσυγχρονίσει την παραγωγή και εγκαταστάσεις συσκευασίας για να την εκμεταλλευθεί, υποστηρίζει η McKinsey.
Από την άλλη, ελαστικότερες ρυθμίσεις θα βοηθούσαν ενδεχομένως την Ελλάδα να γίνει πιο ανταγωνιστική διεθνώς. Πάνω από τους μισούς έλληνες κατασκευαστές μετρούν προσωπικό κάτω των 50 ατόμων και οι ελληνικές αγροτικές μονάδες είναι κατά μέσο όρο σχεδόν 5 φορές μικρότερες από τις ευρωπαϊκές, τονίζει η McKinsey.
"Με το χρέος της Ελλάδας να αγγίζει το 175% του ΑΕΠ και την ανεργία να πλησιάζει το 30%, τα πράγματα θα συνεχίσουν να είναι τραγικά για τη χώρα", καταλήγει το άρθρο. "Ωστόσο, ακόμα και με τόσα οικονομικά προβλήματα, υπάρχουν ευκαιρίες".
σχόλια