Πριν τον πόλεμο η γεωγραφία του αρχιπελάγους ήταν αλλιώτικη. Τα νησιά απομονωμένα και αποκομμένα από τα διοικητικά κέντρα, οι κάτοικοι αποκομμένοι από τις πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτοί οι τόποι επελέγησαν ως τόποι εξορίας. Με το ιδιώνυμο, που ψηφίστηκε στις 25 Ιουλίου 1929, θεσπίστηκε η ποινή της δικαστικής εκτόπισης και όλο και περισσότερα νησιά άρχισαν να χρησιμοποιούνται ως τόποι εξορίας. Ο αριθμός των πολιτικών εξορίστων αυξήθηκε πολύ την περίοδο της δικτατορίας του Μεταξά. Υπολογίζεται ότι οι εξόριστοι αυτή την περίοδο ξεπέρασαν τις 5.000. Πολύ μεγαλύτερος αριθμός πολιτικών εξορίστων υπήρξε την περίοδο του εμφυλίου, οπότε και δημιουργούνται νέα και μεγαλύτερα στρατόπεδα εξορίας. Το μέτρο του εκτοπισμού παρέμεινε σε ισχύ κατά τη διάρκεια των πρώτων χρόνων της μετεμφυλιακής περιόδου.
Η κοινότητα των πολιτικών εξορίστων: Άνθρωποι που είχαν καταδικαστεί με «διοικητική απέλαση» βάσει των νόμων που δήλωναν ότι οι ιδέες και οι δράσεις τους ήταν ένα δημόσιος κίνδυνος και θα μπορούσαν να απειλήσουν την υπάρχουσα κατάσταση στην Ελλάδα.
Ένας τόπος εξορίας ήταν και το μικρό νησί της Ανάφης. Η ερευνήτρια Μάργκαρετ Κέννα, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Wales, Swansea, τη δεκαετία του 60 ως μεταπτυχιακή φοιτήτρια της ανθρωπολογίας ήρθε στην Αθήνα σε επαφή με τους μετανάστες από το νησί στην πρωτεύουσα. Συνδέθηκε μαζί τους και άρχισε να ερευνά συστηματικά τη ζωή στην Ανάφη. Τα πρώτα θέματα της έρευνάς της ήταν η οργάνωση της ζωής των νησιωτών και τα έθιμά τους. Δυο σχεδόν δεκαετίες αργότερα, τον Ιούλιο του 88 η Μάργκαρετ Κέννα φιλοξενείται στην Ανάφη από μια ντόπια οικογένεια την οποία γνώριζε από το 1966. Ένα πρωί άρχισαν να ανοίγουν κουτιά με ενθύμια. Πολλά ξύλινα κιβώτια τα οποία περιείχαν μαριονέτες, γυάλινες πλάκες και σελιλόιντ. Αυτά τα κουτιά ήταν κρυμμένα σε ένα από τα σπίτια που είχαν νοικιάσει οι πολιτικοί εξόριστοι, πίσω από ένα ψεύτικο τοίχο στον οποίο υπήρχαν επίσης βιβλία και άλλα αναμνηστικά. Οι εξόριστοι επέστρεψαν στην Αθήνα στην διάρκεια της Κατοχής και τα «αρχεία τους» είχαν μείνει πίσω. Τα βρήκαν τα παιδιά του νησιού που έπαιζαν μέσα στο εγκαταλελειμμένο σπίτι.
Το αρχείο αποτελείται από περισσότερα από 160 αρνητικά σε γυαλί και σελιλόιντ τα οποία χρονολογούνται από το 1935 έως και το 1942 και δείχνουν τη ζωή μιας κοινότητας των πολιτικών εξορίστων τα μέλη της οποίας ζούσαν στο νησί. Ήταν κυρίως άνθρωποι που είχαν καταδικαστεί με «διοικητική απέλαση» βάσει των νόμων που δήλωναν ότι οι ιδέες και οι δράσεις τους ήταν ένα δημόσιος κίνδυνος και θα μπορούσαν να απειλήσουν την υπάρχουσα κατάσταση στην Ελλάδα. Μερικά αρνητικά δείχνουν μικρές ή και μεγάλες ομάδες ανθρώπων, πλάνα από εκδρομές, πικ-νικ, παρελάσεις. Λιγότερες περιγράφουν κοινωνικά γεγονότα. ένα φεστιβάλ, ένα γάμο, κάποιες κηδείες κυρίως κατά τη διάρκεια του λοιμού το 41-42. Το αρχείο ανέβηκε στην ιστοσελίδα του πανεπιστημίου με την ελπίδα να μπορέσουν να ταυτοποιηθούν τα πρόσωπα των φωτογραφιών και να συμπληρωθούν τα ονόματα στις φωτογραφίες.
Οι εκδόσεις Αλεξάνδρεια δημοσίευσαν το 2004 το βιβλίο της Κέννα «Η κοινωνική οργάνωση της εξορίας», στηριγμένο σε ένα σημαντικό φωτογραφικό αρχείο, σε μαρτυρίες και προσωπικές αφηγήσεις πρώην εξορίστων. Οι άνθρωποι που βρέθηκαν στην Ανάφη, έπρεπε να αντιμετωπίσουν ένα κοινό και δυσβάσταχτο πεπρωμένο που αποτελεί ένα κομμάτι της πολιτικής και κοινωνικής μας ιστορίας άμεσα συνδεδεμένο με το πολυδιάστατο ανθρώπινο δράμα.
Οι παρακάτω φωτογραφίες προέρχονται από το αρχείο που βρέθηκε μέσα στον ψεύτικο τοίχο και περιγράφει κυρίως την καθημερινότητα των εξορίστων της Ανάφης.
Κάποιες φωτογραφίες είναι αριστουργήματα. Μου θυμίζουν αντίστοιχες που είχα δει για τη Σικελία του Μεσοπολέμου. Ίδια πρόσωπα, ίδια φτώχεια, ίδια τοπία.
σχόλια