Το ολόλευκο πιάνο τοποθετήθηκε με θρησκευτική ευλάβεια στο μέσο ενός χωραφιού, που έχει μετατραπεί σε βούρκο από τις βροχοπτώσεις των τελευταίων ημερών, ενώ στη δεξιά πλευρά αυτού λίγες πλαστικές, λευκές καρέκλες περίμεναν τους θεατές σε αυτή τη διαφορετική "έκφραση ζωής" - και όχι παράσταση ή συναυλία, όπως εξηγούσε αργότερα o Ai Weiwei.
Συνοδευόμενη από τους γονείς της, Σάνα και Νάσερ, συμπατριώτες της και άλλους πρόσφυγες του καταυλισμού, αλλά και υπό το βλέμμα δεκάδων δημοσιογράφων, φωτορεπόρτερ και τηλεοπτικών συνεργείων από κάθε γωνιά του πλανήτη, η 24χρονη έβαλε δειλά τα δάχτυλά της πάνω στο πιάνο και άρχισε να παίζει μία από τις αγαπημένες της μελωδίες. Κάθε φορά που σταματούσε για να θυμηθεί τον σκοπό, ξανάρχιζε από την αρχή με μεγαλύτερο πάθος, ενώ η συγκίνηση ήταν έκδηλη στο πρόσωπό της.
Η Νουρ, από την πόλη Ντέιρ Εζόρ της Συρίας, δεν φανταζόταν ποτέ τρία χρόνια πριν -όταν μέσα στη λαίλαπα του πολέμου αναγκαζόταν να μετακινείται από μέρος σε μέρος και να εγκαταλείψει τη μεγάλη της αγάπη, το πιάνο- ότι η επόμενη φορά που θα ακουμπούσε τα μακριά, λεπτεπίλεπτα δάχτυλά της στα πλήκτρα θα ήταν στον λασπότοπο της Ειδομένης. Εκεί, όπου μια βαριά σιδερόφραχτη πύλη, που επί περίπου μια εβδομάδα παραμένει ερμητικά κλειστή, την κρατά μακριά από τον σύζυγό της, ο οποίος βρίσκεται ήδη στη Γερμανία.
"Είχα μεγάλη αγωνία αλλά αισθάνομαι πολύ καλά που τελικά ακούμπησα, ύστερα από τρία χρόνια, τα πλήκτρα" είπε στους δημοσιογράφους που την "περικύκλωσαν" στο τέλος.
O Ai Weiwei που κρατούμε ένα μεγάλο νάιλον, μαζί με άλλα τρία άτομα, για να την προστατεύσει από τη βροχή, δήλωσε βέβαιος πως "η Τέχνη είναι αυτή που θα μπορέσει να ξεπεράσει τον πόλεμο και τις πολιτικές που οδηγούν σ' αυτόν".
σχόλια