Πέθανε σε ηλικία 104 ετών ο τελευταίος εν ζωή από τους πρωτεργάτες του πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου, Στυλιανός Παττακός.
Σύμφωνα με πληροφορίες η κηδεία του θα πραγματοποιηθεί σε στενό οικογενειακό κύκλο την Τρίτη στην Αγία Παρασκευή στο Ρέθυμνο από όπου και καταγόταν. Η είδηση είχε αρχικά δημοσιευθεί από to πρωί στην ιστοσελίδα neakriti.gr, αλλά δεν μπορούσε να επιβεβαιωθεί και αργότερα στα social media έγινε λόγος για hoax.
Την περασμένη Πέμπτη, ο Στ. Παττακός είχε γίνει στόχος ληστών που εισέβαλαν στην κατοικία όπου διέμενε στα Πατήσια και έκλεψαν κοσμήματα, συλλεκτικά νομίσματα και μετάλλια ωστόσο ο ίδιος δεν αντιλήφθηκε το περιστατικό καθώς κοιμόταν.
Ο Σ. Παττακός αρέμενε αμετανόητος για το πραξικόπημα μέχρι το θάνατό του και υποστήριζε ότι η Χούντα έσωσε την Ελλάδα από σχεδιαζόμενη σοσιαλιστική δικτατορία του Ανδρέα Παπανδρέου που θα έβαζε την Ελλάδα στο Ανατολικό Μπλοκ.
Υπήρξε μέλος της τριμελούς ηγετικής ομάδας με τον Γεώργιο Παπαδόπουλο και τον Νικόλαο Μακαρέζο που πρωτοστάτησε στην εκδήλωση του πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου 1967. Ήταν το δεύτερο σημαντικότερο στέλεχος της Χούντας μετά τον Παπαδόπουλο. Τον Απρίλιο του 1967, μετά την εκδήλωση πραξικοπήματος ανέλαβε υπουργός Εσωτερικών, μέχρι το 1971, οπότε και ανέλαβε αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης ως το 1973. Το 1971 με δική του διαταγή έγινε η μεταφορά της πρωτεύουσας της Κρήτης από τα Χανιά στο Ηράκλειο, αν και αργότερα κατηγόρησε τους κατοίκους του Ηρακλείου για αχαριστία επειδή υποστήριζαν το ΠΑΣΟΚ.
Στο επιχειρησιακό κομμάτι του πραξικοπήματος, ο ρόλος του Παττακού ήταν μακράν ο σπουδαιότερος καθώς, ως διοικητής του Κέντρου Εκπαιδεύσεως Τεθωρακισμένων, ήλεγχε τις μονάδες των Τεθωρακισμένων που ήταν απαραίτητες για την κατάληψη της Αττικής. Είχε διοριστεί σ' αυτή τη θέση το 1966 ως έμπιστος «εθνικόφρων» από την κυβέρνηση των Αποστατών που φοβόταν τη άνοδο της δημοτικότητας του Ανδρέα Παπανδρέου και ήθελε να ελέγχει τις στρατιωτικές δυνάμεις μέσα και γύρω από την Αθήνα «διά παν ενδεχόμενον».
Μετά την πτώση της χούντας Ιωαννίδη, συνελήφθη στις 23 Οκτωβρίου 1974 και μεταφέρθηκε στην Κέα, ενώ στις 20 Ιανουαρίου 1975 προφυλακίστηκε. Στη δίκη που ακολούθησε το Πενταμελές Εφετείο υπό την προεδρία του Γιάννη Ντεγιάννη τον έκρινε ένοχο στάσης και εσχάτης προδοσίας και τον καταδίκασε σε θάνατο, αλλά η ποινή μετατράπηκε σε ισόβια κάθειρξη από την πολιτική εξουσία. Στις 28 Σεπτεμβρίου 1990 αποφυλακίστηκε «λόγω ανηκέστου βλάβης της υγείας του» με την υποχρέωση να δίνει το παρόν ανά 15 ημέρες στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής του και ανά 5 μήνες στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων.
σχόλια